Σε τροχιά αποκατάστασης για τη μετατροπή του σε μουσειακό και πολιτιστικό χώρο βρίσκεται το ιστορικό κτήριο του τυποβαφικού εργαστηρίου της π. «Βιοτεχνίας Ελληνικών Μαντηλιών (ΒΕΜ)» στο Μεταξουργείο. Το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων γνωμοδότησε ομόφωνα θετικά επί των μελετών αποκατάστασης του χαρακτηρισμένου ως μνημείου κτηρίου ΒΕΜ, και επί της χωροθέτησης των λειτουργιών του πολυδύναμου πολιτιστικού χώρου ως μουσείου τυποβαφικής τέχνης και παραγωγής μαντηλιών της ΒΕΜ και κέντρου χειροτεχνίας του υφάσματος.
Οι διαδικασίες για την αποκατάσταση του ΒΕΜ άρχισαν τον Ιανουάριο του 2021 με αυτοψία κλιμακίου του ΥΠΠΟΑ με επικεφαλής τη Λίνα Μενδώνη. Ακολούθησε ο καθαρισμός του κτηρίου και η καταγραφή του αρχειακού πλούτου του εργαστηρίου (σχέδια, δειγματολόγια, στάμπες), από τη Διεύθυνση Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς, ενώ στη συνέχεια ωρίμασαν οι αναγκαίες μελέτες. Παράλληλα, άρχισε η διερεύνηση συνεργασιών και συνεργειών του ΒΕΜ με άλλους φορείς του νεότερου πολιτισμού, όπως το Κέντρο Μελέτης Νεώτερης Κεραμεικής – Ίδρυμα Οικ. Γ. Ψαρόπουλου, το Ιστορικό Λαογραφικό Μουσείο Λάρισας, για την παραγωγή νέων σταμπωτών υφασμάτων, και η κλωστοϋφαντουργία Μέντη –παράρτημα πλέον του Μουσείου Μπενάκη–, προκειμένου να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την ανάπτυξη του Κέντρου Χειροτεχνίας, το οποίο θα συνδεθεί οργανικά με το Μουσείο Νεώτερου Ελληνικού Πολιτισμού και θα συνεργάζεται στενά με τον Οργανισμό Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων. Τον Δεκέμβριο του 2021, το Συμβούλιο Μουσείων του ΥΠΠΟΑ γνωμοδότησε ομόφωνα για το κτιριολογικό πρόγραμμα, το οποίο προβλέπει μόνιμη έκθεση, χώρο αρχείου, γραφεία διοίκησης, εργαστήρια χειροτεχνίας, χώρους πολλαπλών χρήσεων, χώρο περιοδικών εκθέσεων, χώρο εστίασης και πωλητήριο.
Όπως δήλωσε η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη: «Η αποκατάσταση του κτηρίου, που φιλοξένησε ένα μοναδικό δείγμα, στον ελληνικό χώρο, τυποβαφικού εργαστηρίου σταμπωτών παραδοσιακών μαντηλιών με συνεχή λειτουργία επί εκατό και πλέον χρόνια, μπαίνει σε τροχιά υλοποίησης. Συνεπείς στον σχεδιασμό μας, εργαζόμαστε συστηματικά, ώστε το οικοδόμημα της π. Βιομηχανίας Ελληνικών Μαντηλιών, άρρηκτα συνδεδεμένο με τη μοναδική τέχνη του σταμπωτού υφάσματος, να λειτουργήσει ως Παράρτημα του Μουσείου Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού, σε άμεση συνάφεια και συνέργεια με τις νέες μουσειακές εγκαταστάσεις του στο Μοναστηράκι, και να εξελιχθεί σε ένα ζωντανό Κέντρο Χειροτεχνίας, στην ιστορική γειτονιά του Μεταξουργείου. Με την αποκατάσταση και τη μετατροπή του σε πολυδύναμο πολιτιστικό κέντρο μπορεί να λειτουργήσει ως ουσιαστική παρέμβαση αναβίωσης της παραδοσιακής τυποβαφικής τεχνικής, σε ευθεία σύνδεση με τη σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία, το σύγχρονο βιομηχανικό σχέδιο, την παραγωγή και τους τομείς της δημιουργικής οικονομίας, συμβάλλοντας καταλυτικά στην αναβάθμιση της ευρύτερης περιοχής».
Η συγκεκριμένη μελέτη αποσκοπεί στην αποκατάσταση των αυθεντικών χαρακτηριστικών του κτηρίου και στην ανάδειξη του χαρακτήρα του, μετατρέποντάς το σε πολυδύναμο πολιτιστικό χώρο. Βασικά συνθετικά στοιχεία στην αρχιτεκτονική μελέτη αποτελούν η διατήρηση της μορφής και της ανάπτυξης των πτερύγων με τις ελάχιστες λειτουργικές παρεμβάσεις, του «ανοικτού χώρου» της εσωτερικής αυλής και η κατασκευή διαφώτιστου χώρου στην εσωτερική πλευρά του κτηρίου, όπου βρίσκονται τα μηχανήματα. Το ακίνητο αποτελεί συγκρότημα κτηρίων που οικοδομήθηκαν σε διαφορετικές φάσεις στη διάρκεια του 20ού αιώνα. Η κακή κατάσταση διατήρησης του συγκροτήματος οφείλεται στην έλλειψη συντήρησης, για μακρό χρονικό διάστημα, και κυρίως στο γεγονός ότι πρόκειται για κατασκευές που διαμορφώθηκαν σε διάφορες φάσεις της λειτουργίας της βιοτεχνίας, με ευτελή δομή και κατασκευαστικά υλικά.
Βάσει του εγκεκριμένου κτηριολογικού προγράμματος, στην πτέρυγα Α, εμβαδού 292 τ.μ., χωροθετείται εκθεσιακός χώρος για την ιστορία και την εξέλιξη της τυποβαφικής τέχνης, το εργαστήριο της ΒΕΜ από τα τέλη του 19ου αιώνα έως τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα, χώρος αρχείου/υποδοχής ερευνητών. Στην πτέρυγα Β, συνολικού εμβαδού 608 τ.μ., χωροθετούνται εργαστήρια χειροτεχνίας του υφάσματος, περιοδικές εκθέσεις και πολλαπλές δράσεις, χώροι λειτουργικών χρήσεων του συγκροτήματος, πωλητήριο, χώρος υποδοχής, αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, προβολών και περιοδικών εκθέσεων, φουαγιέ, χώροι εστίασης, αναψυχής και θέασης.
Το κτήριο κατασκευάστηκε γύρω στο 1900 και στέγασε το τυποβαφικό εργαστήριο των Αδελφών Οικονομόπουλου, μετά τη μεταφορά της επιχείρησης από τη Σύρο, όπου ιδρύθηκε το 1879. Είναι χαρακτηρισμένο ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο μαζί με τον εξοπλισμό και τα λοιπά κινητά αντικείμενα. Το κτήριο αποτελεί μοναδικό σωζόμενο δείγμα προβιομηχανικής παραγωγής σταμπωτών μαντηλιών κεφαλής, με αυθεντικά παραδοσιακά σχέδια από όλη την Ελλάδα, τα οποία διοχετεύονταν εντός και εκτός Ελλάδας κατά το α΄ μισό του 20ού αιώνα. Μετά το 1945 το τυποβαφείο ΒΕΜ εφάρμοσε το τύπωμα των προϊόντων του με τη μέθοδο της μεταξοτυπίας. Η βιοτεχνία σταμάτησε τη λειτουργία της στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και το ακίνητο περιήλθε στην ιδιοκτησία του Ελληνικού Δημοσίου. Από τον κινητό εξοπλισμό της βιοτεχνίας διατηρούνται ξύλινες σφραγίδες (στάμπες, ξυλότυποι) για την παραγωγή των σταμπωτών μαντηλιών, μήτρες μεταξοτυπίας σε τελάρα, σχέδια παραδοσιακών μαντηλιών, δειγματολόγια σχεδίων καθώς και σκεύη, εργαλεία και πρώτες ύλες παρασκευής βαφών, δείγματα νημάτων, μαντηλιών και υλικών συσκευασίας, χαρτώο υλικό κ.ά.