Απορρίφθηκαν από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας οι αιτήσεις ακυρώσεως, οι οποίες ασκήθηκαν από τον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων, την Πανελλήνια Ένωση Συντηρητών Αρχαιοτήτων, τον Ενιαίο Σύλλογο Υπαλλήλων ΥΠΠΟΑ, τον Σύλλογο Εκτάκτων Αρχαιολόγων, το Πανελλήνιο Σωματείο Εκτάκτου Προσωπικού ΥΠΠΟΑ, την Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, τη Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία, καθώς και από ιδιώτες, κατά της απόφασης της Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού, με την οποία εγκρίθηκε η μελέτη απόσπασης και επαναφοράς των αρχαιοτήτων του σταθμού Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης. Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, η Ολομέλεια του ΣτΕ απέρριψε τις αιτήσεις με τις 2560 και 2561/2022 αποφάσεις.
«Για μία ακόμη φορά, με την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, δικαιώνονται οι επιλογές και η πολιτική του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού για το θέμα του Σταθμού Βενιζέλου. Το έργο προχωρεί απρόσκοπτα, εντός των χρονοδιαγραμμάτων» δήλωσε η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη.
Το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο έκρινε τα εξής:
—Ομόφωνα επιβεβαίωσε τη νομολογία του, ότι η αρχαιολογική νομοθεσία επιτρέπει τη μετακίνηση ακίνητου μνημείου, προκειμένου να κατασκευαστούν αμυντικά ή άλλα έργα ζωτικής σημασίας για το κοινωνικό σύνολο και ομόφωνα επανέλαβε, για ακόμη μια φορά, ότι οι εν λόγω εξαιρετικές προϋποθέσεις συντρέχουν στην περίπτωση του μετρό της Θεσσαλονίκης.
—Ομόφωνα έκρινε ότι αιτιολογείται νόμιμα η έγκριση της μελέτης απόσπασης και επαναφοράς, η υλοποίηση της οποίας ελέγχεται από τις αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσίες και ότι νομίμως θεωρήθηκε ότι η μελέτη αυτή έπρεπε να εξειδικευθεί σε επόμενα στάδια, όπως και πράγματι συνέβη.
—Ομόφωνα έκρινε ότι οι ισχυρισμοί περί κατατεμαχισμού και αποδόμησης των αρχαιοτήτων δεν επιβεβαιώνονται ούτε από την εγκριθείσα μελέτη, ούτε από τον όλο φάκελο.
—Με μειοψηφία τριών μελών, έκρινε ότι η διάρθρωση της μελέτης σε τεύχη (δημοπράτησης, σκοπιμότητας κ.λπ.), είναι περιττή σε αρχαιολογικές εργασίες που εντάσσονται σε ευρύτερα έργα ή σχέδια που χρηματοδοτούνται από άλλους δημόσιους ή επενδυτικούς φορείς, καθώς τα έργα αυτά υπόκεινται σε περιβαλλοντική αδειοδότηση με ευρείες διατυπώσεις δημοσιότητας και διαβούλευση με το κοινό, οι δε σχετικές αρχαιολογικές μελέτες και εργασίες υπόκεινται στον έλεγχο και την έγκριση του Υπουργείου Πολιτισμού και των υπηρεσιών του, σύμφωνα με τη νομοθεσία.