Πριν από 50.000 χρόνια, σε ένα σπήλαιο της Σιβηρίας, ζούσε μια οικογένεια Νεάντερταλ, οι γυναίκες της οποίας μετακινούνταν περισσότερο από τους άνδρες: μια γενετική μελέτη που δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα δίνει το περίγραμμα της «κοινωνικής οργάνωσης» των μακρινών, εξαφανισμένων πλέον, εξαδέλφων του ανθρώπου.
Η αλληλούχιση του γονιδιώματος του Νεάντερταλ από τον Σουηδό Σβάντε Παίμπο, που τιμήθηκε πρόσφατα με το Νόμπελ Ιατρικής, επέτρεψε να ιχνηλατηθεί η ιστορία αυτών των ανθρωπίδων που κατοικούσαν στη δυτική Ευρασία πριν από 430.000-40.000 χρόνια.
Χάρη στην αρχαιολογική έρευνα γνωρίζουμε σήμερα ότι ορισμένοι Νεάντερταλ έθαβαν τους νεκρούς τους, κατασκεύαζαν εργαλεία, ακόμη και στολίδια – καμία σχέση με την εικόνα των άξεστων πρωτόγονων που τους συνόδευε για χρόνια. Ξέρουμε όμως ελάχιστα για την κοινωνική δομή των ομάδων τους. Η γενετική αλληλούχιση μιας ολόκληρης ομάδας, η μεγαλύτερη που έχει γίνει ποτέ σε αυτούς τους ανθρωπίδες, δίνει μια μικρή εικόνα.
Η ιστορία διαδραματίζεται στη νότια Σιβηρία, στη Ρωσία, σε μια περιοχή πολύ γόνιμη σε ό,τι αφορά την έρευνα του αρχαίου DNA, αφού το κρύο βοηθά να συντηρηθούν τα εύθραυστα και πολύτιμα ίχνη του μακρινού παρελθόντος. Εκεί, στο ομώνυμο σπήλαιο, εντοπίστηκε το γονιδίωμα του ανθρώπου του Ντενίσοβα, ενός άλλου είδους εξαφανισμένου ανθρωπίδη, όπως υπενθυμίζει το Ινστιτούτο Εξελικτικής Ανθρωπολογίας Μαξ Πλανκ της Λειψίας, οι εργασίες του οποίου δημοσιεύονται στην επιστημονική επιθεώρηση Nature.
Σε απόσταση 100 χιλιομέτρων από εκεί βρίσκονται τα σπήλαια Σαγκίρσκαγια και Οκλαντνίκοφ, όπου ζούσαν οι Νεάντερταλ πριν από περίπου 54.000 χρόνια. Είχαν ήδη βρεθεί εκεί πολλά λείψανα, σε ένα και μόνο στρώμα εναπόθεσης, γεγονός που υποδήλωνε ότι οι «ένοικοι» των σπηλαίων έζησαν περίπου την ίδια περίοδο.
Πατέρας με κόρη, θεία κι ανιψιός
Για να το επαληθεύσουν οι επιστήμονες, έπρεπε να «μιλήσει» το DNA, μια εργασία εξαιρετικά λεπτή αφού δεν υπήρχαν ολόκληροι σκελετοί αλλά μόνο κάποια δόντια και διασκορπισμένα θραύσματα οστών.
«Αρχικά, έπρεπε να διαπιστώσουμε πόσα άτομα ήταν», εξήγησε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο παλαιογενετιστής Στεφάν Πεϊρέν, ένας από τους βασικούς συγγραφείς της μελέτης. Η ομάδα του χρησιμοποίησε νέες τεχνικές με τις οποίες απομονώνεται και «συλλαμβάνεται» το αρχαίο, ανθρώπινο DNA, το οποίο συχνά μολύνεται από μικρόβια.
Ετυμηγορία: τα λείψανα ανήκαν σε 13 Νεάντερταλ, 7 άνδρες και 6 γυναίκες. Από αυτούς, οι 5 ήταν παιδιά και εφηβικής ηλικίας. Οι 11 βρέθηκαν όλοι στο σπήλαιο Σαγκίρσκαγια. Στο μιτοχονδριακό DNA, που μεταφέρεται από τη μητέρα, οι ερευνητές βρήκαν την ίδια γενετική παραλλαγή.
Τα γονίδια αποκάλυψαν επίσης τους στενούς συγγενικούς δεσμούς τους: ένας πατέρας και η έφηβη κόρη του, ένα νεαρό αγόρι και μια ενήλικη γυναίκα που μπορεί να ήταν εξαδέλφη, θεία ή γιαγιά του. Αποδείξεις ότι τα άτομα αυτά ανήκαν στην ίδια οικογένεια και έζησαν την ίδια περίοδο.
Χάρη στη γενετική «φτιάχνουμε μια συγκεκριμένη εικόνα του πώς μπορεί να ήταν μια κοινότητα Νεάντερταλ. Μου φαίνονται πολύ πιο ανθρώπινοι», σχολίασε ο Μπέντζαμιν Πέτερ, ο οποίος επέβλεπε τις έρευνες στο πλευρό του Σβάντε Παίμπο.
Η εν λόγω ομάδα, που γενετικά ανήκει στους Νεάντερταλ της Δυτικής Ευρώπης, δεν είχε αναμιχθεί με άλλα είδη –τους Χόμο Σάπιενς ή τους Ντενίσοβαν– όπως άλλες ομάδες Νεάντερταλ, σε άλλες περιόδους.
Μια πατροτοπική κοινωνία
Η γενετική ποικιλομορφία των μελών της ομάδας ήταν ισχνή, ένδειξη της στενής συγγένειας εξ αίματος που είχαν μεταξύ τους αλλά και του γεγονότος ότι ζούσαν σε μικρές ομάδες 10-20 ατόμων – σημαντικά μικρότερες από εκείνες των Χόμο Σάπιενς.
Σύμφωνα με τον Στεφάν Πεϊρέν, οι ομάδες δεν ήταν εντελώς απομονωμένες μεταξύ τους. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι γυναίκες είχαν την τάση να μετακινούνται από κοινότητα σε κοινότητα για να αναπαραχθούν ενώ οι άνδρες έμεναν στην αρχική φυλή τους. Αυτή η «πατροτοπική» λειτουργία της ομάδας, που ίσχυε επίσης και στους Σάπιενς, υποδηλώνεται από τη μικρότερη γενετική ποικιλομορφία των χρωμοσωμάτων Υ, που μεταφέρονται από τον πατέρα στο παιδί, σε αντίθεση με το μιτοχονδριακό DNA που προέρχεται αποκλειστικά από τη μητέρα.
Ο παλαιοανθρωπολόγος Αντουάν Μπαλζό, που δεν συμμετείχε σε αυτήν την μελέτη, υπενθύμισε ότι αυτού του είδους η κοινωνική οργάνωση είχε διαπιστωθεί και από την έρευνα των απολιθωμάτων στο σπήλαιο Ελ Σιντρόν της Ισπανίας, όμως το γενετικό υλικό σε εκείνη την περίπτωση δεν ήταν τόσο πλήρες.