Την έκθεση «Κοσμάς Ξενάκης. Χασάπηδες και Κριοφόροι» θα παρουσιάζει το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης από την Τετάρτη 21 Οκτωβρίου 2020 στο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης του ΜΙΕΤ (Βίλα Καπαντζή – Βασιλίσσης Όλγας 108).
Ο Κοσμάς Ξενάκης (1925–1984) υπήρξε ένας από τους πιο καινοτόμους και συγχρόνως από τους πιο ερμητικούς Έλληνες καλλιτέχνες της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, δημιουργός που κινήθηκε με εντυπωσιακή συνέπεια και απαράμιλλη ποιότητα σε ένα ευρύ φάσμα εκφραστικών περιοχών, πειραματιζόμενος με τη μορφή, τα υλικά, την ίδια την έννοια του καλλιτεχνικού έργου. Υπήρξε ζωγράφος, γλύπτης, χαράκτης, σκηνογράφος, δημιουργός σύνθετων δράσεων/χάπενινγκ και βέβαια αρχιτέκτονας, που δεν δίστασε να αναμετρηθεί με τη μνημειακή κλίμακα και τη δημιουργία έργων που παρενέβαιναν στο τοπίο.
Ο Κοσμάς Ξενάκης ξεκίνησε να δουλεύει το θέμα των νεαρών χασάπηδων περί τα μέσα της δεκαετίας του 1940. Ήταν η εποχή που, μαζί με τους Ροζίτα Σώκου, Νίκο Γεωργιάδη και μερικούς ακόμη νέους, σπούδαζε κοντά στον Γιάννη Τσαρούχη, στη βραχύβια ιδιωτική σχολή ζωγραφικής που είχε ιδρύσει ο τελευταίος εκείνη την περίοδο. Ο Ξενάκης δεν ενδιαφερόταν τότε αποκλειστικά για το θέμα του χασάπη. Επηρεασμένος από τον Τσαρούχη και τον Διαμαντή Διαμαντόπουλο, αρεσκόταν να απεικονίζει σκηνές της καθημερινής αστικής ζωής: ποδοσφαιριστές, μανάβηδες, λουόμενους και, φυσικά, χασάπηδες.
Σταδιακά, η μορφή του χασάπη, τόσο στην καθημερινότητά του (μέσα στο χασάπικο κόβοντας κρέας ή έξω από αυτό σφάζοντας) όσο και σε μια εξιδανικευμένη απεικόνιση (που παραπέμπει στους μοσχοφόρους της αρχαιότητας), γίνεται βασικό θέμα στην τέχνη του Ξενάκη. Ένα Χασάπικο συγκαταλεγόταν μεταξύ των έργων που εξέθεσε στο Ζάππειο το 1949, στην πρώτη έκθεση της ομάδας «Αρμός», ενώ τρία χρόνια αργότερα, το 1952, στη δεύτερη έκθεση του «Αρμού», τα έργα αυτής της θεματολογίας ήταν εφτά. Ενταγμένα στο πνεύμα της «ελληνικότητας» που κυριαρχούσε στα πρώτα χρόνια της μετεμφυλιακής περιόδου, τα έργα της συγκεκριμένης ενότητας μαρτυρούν επιδράσεις από τον Τσαρούχη, τον Διαμαντόπουλο, αλλά και τον Henri Matisse.
Το 1954 ο Ξενάκης θα μεταβεί στο Παρίσι, προκειμένου να συνεχίσει τις σπουδές του στην αρχιτεκτονική. Εκεί θα έρθει σε ουσιαστική και γόνιμη επαφή με τη γαλλική τέχνη και ειδικά με το έργο του Picasso. Μάλιστα με τον καιρό θα εγκαταλείψει όλα εκείνα τα θέματα που τον απασχόλησαν τα χρόνια 1944-1954 – όλα εκτός από δύο: τους χασάπηδες και τους λουόμενους, που θα αποτελέσουν τα μοναδικά ίσως θέματα που δούλεψε κατά την παραμονή του στη Γαλλία (1954-1957). Ειδικά το θέμα των χασάπηδων τον απασχόλησε έντονα, σε μεγάλες συνθέσεις από χαρτόνια, χάρντμπορντ και χαρτιά εφημερίδας. Σχηματοποιώντας ολοένα και περισσότερο τη μορφή του χασάπη, που χάνει πια κάθε ηθογραφικό χαρακτήρα, δίνει συνθέσεις ρυθμικές, αφαιρετικές, που παραπέμπουν στη γεωμετρική τέχνη του 9ου π.Χ. αιώνα.
Τα έργα αυτά ο Ξενάκης τα παρουσίασε ως ενότητα για πρώτη φορά στην πρώτη του ατομική έκθεση στην Αθήνα, που φιλοξενήθηκε στην αίθουσα Πέην τον Απρίλιο του 1957. Έκτοτε, ο ζωγράφος στράφηκε προς την αφηρημένη τέχνη. Ορισμένους πίνακες με χασάπηδες τους εξέθεσε ξανά μετά από πολλά χρόνια, στην ατομική του έκθεση στη Γκαλερί Ζουμπουλάκη, τον Οκτώβριο του 1976, στο πλαίσιο μιας αναδρομικής παρουσίασης της εργασίας του.
Η έκθεση, που είναι αφιερωμένη αποκλειστικά στο θέμα των χασάπηδων, όπως το επεξεργάστηκε ο Κοσμάς Ξενάκης σε ολόκληρη την περίοδο από το 1945 έως περίπου το 1960, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Μέγαρο Εϋνάρδου τον Δεκέμβριο του 2019 (σχεδόν πέντε χρόνια πριν, το 2015, είχε πραγματοποιηθεί μεγάλη αναδρομική έκθεσή του στο Μουσείο Μπενάκη). Σκοπός της παρούσας έκθεσης είναι να διαφανεί η πορεία από την αναπαράσταση στην αφαίρεση, από την «ελληνικότητα» στη σύνδεση με την ευρωπαϊκή πρωτοπορία, με όχημα την εμμονική σχεδόν επιστροφή του Ξενάκη στη μορφή του χασάπη και του ζώου.
Στην έκθεση θα παρουσιαστούν περισσότεροι από εξήντα πίνακες ζωγραφικής και περίπου ογδόντα σχέδια με θέμα τον χασάπη, από τις πρώτες προσπάθειες του καλλιτέχνη έως και τα σχεδόν αφηρημένα έργα της παρισινής περιόδου.
Την επιμέλεια της έκθεσης έχει ο διευθυντής του ΜΙΕΤ, Διονύσης Καψάλης.
Με την ευκαιρία της έκθεσης κυκλοφόρησε η έκδοση Κοσμάς Ξενάκης. Χασάπηδες και Κριοφόροι, μια πλούσια εικονογραφημένη, εκτενής μελέτη του Ευγένιου Δ. Ματθιόπουλου, καθηγητή Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Παράλληλα, κυκλοφορεί ο μεγάλος τόμος-αφιέρωμα στο έργο του Ξενάκη που εκδόθηκε από το ΜΙΕΤ με αφορμή την αναδρομική του 2015 στο Μουσείο Μπενάκη.
Στην προσπάθεια περιορισμού της διάδοσης της CΟVID-19, δεν θα πραγματοποιηθούν ομιλίες, ενώ η έκθεση, την πρώτη μέρα λειτουργίας της, θα είναι ανοιχτή για το κοινό από τις 19:00 έως τις 22:00.
Στον χώρο έχουν ληφθεί όλα τα απαραίτητα μέτρα προστασίας για εργαζόμενους και επισκέπτες. Η χρήση μάσκας κατά την επίσκεψή σας είναι υποχρεωτική, σύμφωνα με τις οδηγίες του Υπουργείου Υγείας.
Διάρκεια έκθεσης: 21 Οκτωβρίου 2020 – 10 Ιανουαρίου 2021. Ωράριο έκθεσης: Δευτέρα-Σάββατο: 11:00-19:00 (Κυριακή κλειστά).