Την πλούσια ταφή ενός έφηβου κοριτσιού αποκάλυψε στο Ντρα Αμπού Ελ Νάγκα της Αιγύπτου (Δυτική Όχθη, Λούξορ) η ισπανική-αιγυπτιακή αποστολή που εργάστηκε στη θέση τον περασμένο Ιανουάριο και Φεβρουάριο, κατά τη διάρκεια της 19ης ερευνητικής περιόδου του προγράμματος Proyecto Djehuty. Η ταφή ήταν μόνο ένα τμήμα από τα ευρήματα της φετινής έρευνας, καθώς σε άλλα σημεία του χώρου αποκαλύφθηκαν σημαντικά αντικείμενα μεταξύ των οποίων ένα αγαλμάτιο ουσάμπτι κάποιου Τζεχουτί, αρχαιότερου συνονόματου του υψηλού αξιωματούχου της βασίλισσας Χατσεψούτ και κατόχου του μεγαλύτερου ταφικού μνημείου στη θέση (ΤΤ 11).
Σύμφωνα με τον δρα Μουστάφα Ουαζίρι, Γενικό Γραμματέα του Ανώτατου Συμβουλίου Αρχαιοτήτων, η ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής τον συντονιστή του προγράμματος Χοσέ Μανουέλ Γκαλάν, εντόπισε τη σαρκοφάγο της έφηβης ένα μέτρο έξω από την ανοιχτή αυλή του ταφικού παρεκκλησίου του μνημείου του Τζεχουτί (ΤΤ 11), και σε κοντινή απόσταση από ένα άλλο μικρό παρεκκλήσιο από τούβλα που χρονολογείται γύρω στο 1600 π.Χ. Η σαρκοφάγος, ύψους 1,75 μ., είναι κατασκευασμένη από έναν ενιαίο κορμό δέντρου, πιθανότατα συκομουριάς, και έχει χρώμα λευκό εξωτερικά και κόκκινο εσωτερικά. Χρονολογικά ανάγεται στην εποχή της 17ης φαραωνικής δυναστείας, περίπου 3.600 χρόνια πριν από σήμερα.
Η τομογραφία που πραγματοποιήθηκε στη σαρκοφάγο έδειξε την παρουσία στο εσωτερικό της του σε κακή κατάσταση διατηρημένου σώματος μιας γυναίκας ηλικίας 15 ή 16 ετών, με ύψος 1,59. Στο στήθος της νεκρής υπήρχαν τέσσερα περιδέραια που συνδέονταν μεταξύ τους με ένα κεραμικό εξάρτημα. Το πρώτο περιδέραιο, μήκους 70 εκ, αποτελείται από κυκλικές χάντρες διαφορετικών αποχρώσεων του μπλε. Το δεύτερο, με μήκος 62 εκ., συνδυάζει χάντρες φαγεντιανής και πράσινου γυαλιού. Το τρίτο είναι κατασκευασμένο από πολλές σειρές σφαιρικών χαντρών από φαγεντιανή, οι οποίες έχουν πιαστεί μαζί, με κρίκο. Το τέταρτο είναι το πιο περίπλοκο από όλα: αποτελείται από 74 τμήματα διαφορετικών σχημάτων και υλικών: χάντρες από γνωστούς και άγνωστους ημιπολύτιμους λίθους, γυάλινες χάντρες και επτά φυλακτά. Το περιδέραιο έχει ένα κεντρικό κομμάτι από ήλεκτρο σε σχήμα γερακιού (αντιπροσωπεύει τον θεό Ώρο) που πλαισιώνεται από δύο σκαραβαίους. Εκτός από τα κοσμήματα αυτά, η νεκρή έφερε επίσης δύο σκουλαρίκια σε ένα από τα αυτιά της, καθώς και δύο δαχτυλίδια, ένα σε κάθε χέρι. Τα σκουλαρίκια είναι σπειροειδούς σχήματος και επικαλύπτονται με λεπτό μεταλλικό φύλλο, πιθανώς από χαλκό. Από τα δαχτυλίδια της, το ένα είναι οστέινο και το άλλο αποτελείται από μια μπλε γυάλινη χάντρα σε μεταλλική βάση δεμένη με κορδόνι.
Σύμφωνα με τον Γκαλάν, ο πλούτος των κοσμημάτων είναι εκπληκτικός για ένα τόσο νεαρό άτομο που βρέθηκε μάλιστα θαμμένο σε μια σχετικά ταπεινή σαρκοφάγο.
Πέρα από την ταφή του κοριτσιού όμως η ισπανοαιγυπτιακή αποστολή έφερε στο φως κι άλλα σημαντικά ευρήματα. Στην αντίθετη πλευρά του πλίνθινου παρεκκλησίου από όπου βρέθηκε η έφηβη, οι αρχαιολόγοι βρήκαν μια μικροσκοπική σαρκοφάγο από ωμό πηλό, κλειστή, με το κάλυμμα και το σώμα δεμένα μαζί με κορδόνι. Η σαρκοφάγος αυτή περιείχε ένα ουσάμπτι τυλιγμένο σε επιδέσμους σαν μούμια. Ιερατικές επιγραφές που βρέθηκαν στο ίδιο το ουσάμπτι και σε έναν από τους επιδέσμους ονομάζουν τον νεκρό στον οποίον ανήκε ως «ο Όσιρης Τζεχουτί». Ωστόσο, αυτός δεν ταυτίζεται με τον Τζεχουτί που ανέθεσε το ταφικό μνημείο TT 11 την εποχή της 18ης Δυναστείας, αλλά με προγενέστερο συνονόματό του που έζησε κατά την 17η δυναστεία. Όπως εξηγεί ο Γκαλάν, το όνομα Τζεχουτί ήταν δημοφιλές κατά την περίοδο μεταξύ 1600 και 1400 π.Χ., έτσι, μπορούμε να χρονολογήσουμε αυτόν τον πρώιμο Τζεχουτί 100 χρόνια νωρίτερα από τον συνονόματό του κάτοχο του ΤΤ11, που έδωσε το όνομά του και στο ερευνητικό πρόγραμμα. Ο τάφος του προγενέστερου αυτού Τζεχουτί παραμένει μέχρι στιγμής άγνωστος.
Η ανασκαφή στον χώρο του τάφου του Τζεχουτί έχει δώσει μέχρι στιγμής εξαιρετικά ευρήματα. Μόλις την προηγούμενη (18η) ανασκαφική περίοδο, ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον σύνολο είχε εντοπίστεί σε ταφικό φρέαρ δίπλα στο σημείο που βρέθηκε φέτος το ουσάμπτι. Αποτελείται από ένα ζευγάρι δερμάτινα σανδάλια και ένα ζευγάρι δερμάτινες μπάλες δεμένες μαζί με κορδόνι. Τα εξαιρετικά διατηρημένα σανδάλια είναι κόκκινα και φέρουν διακοσμητικά μοτίβα συμβολικού περιεχομένου, όπως οι θεοί Μπες και Ταουερέτ, δύο γάτες, ένα αγριοκάτσικο και μία ροζέτα. Όσον αφορά τις μπάλες, αντιπροσωπεύουν ένα σπάνιο εύρημα που βρίσκει παράλληλα σε παραστάσεις χορευτικών και αθλητικών δραστηριοτήτων σε τάφους της 12ης δυναστείας. Υπό αυτήν την έννοια, το σύνολο, που τοποθετείται χρονολογικά στην 17η δυναστεία, συνδέεται ίσως με τον εξοπλισμό μιας χορεύτριας!