Ένα νέο ευρωπαϊκό έργο, ιδιαίτερα σημαντικό για τη διατήρηση της υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς της Ευρώπης, ξεκίνησε την ερευνητική του δραστηριότητα στις αρχές του Ιουνίου με συντονιστή το Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Συστημάτων Επικοινωνιών και Υπολογιστών (ΕΠΙΣΕΥ) του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
Βασικός στόχος του HYPERION είναι να προσφέρει τα κατάλληλα εργαλεία σε φορείς πολιτισμού, ερευνητές, δημόσιους φορείς αλλά και το ευρύ κοινό για την καλύτερη δυνατή κατανόηση των επιπτώσεων που προκύπτουν από τις κλιματολογικές συνθήκες, τη φθορά του χρόνου, τα έντονα γεωλογικά φαινόμενα και τις τυχαίες, ακραίες καιρικές συνθήκες σε αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς.
Το HYPERION αναμένεται να αξιοποιήσει υφιστάμενα εργαλεία και καινοτόμες τεχνολογίες (π.χ. κλιματολογικά μοντέλα, μοντέλα ακραίων φαινομένων και των επιπτώσεών τους, δομική ανάλυση, υπηρεσίες Copernicus, επίγειες και δορυφορικές απεικονίσεις κ.λπ.) για να αναπτύξει διάφορα μαθηματικά μοντέλα, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν στη δημιουργία μιας νέας, πρωτοπόρας πλατφόρμας. Μέσω της πλατφόρμας του HYPERION, οι αρμόδιοι πολιτιστικοί φορείς και οι δημόσιες αρχές θα μπορούν να κατανοούν καλύτερα τους κινδύνους και τις απειλές για την υλική πολιτισμική κληρονομιά, να λαμβάνουν αποφάσεις για την ταχύτερη και αποδοτικότερη αντίδρασή τους και να συντελούν στη βιώσιμη ανασυγκρότηση των ιστορικών περιοχών που απειλούνται.
Τελικοί χρήστες της πλατφόρμας που αναμένεται να λανσάρει το έργο HYPERION είναι οι εθνικοί και τοπικοί πολιτιστικοί φορείς διαχείρισης και διατήρησης της υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς, οι εθνικοί και παγκόσμιοι πολιτιστικοί οργανισμοί, καθώς και οι εκάστοτε δημοτικές και περιφερειακές αρχές των περιοχών με αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία που αποτελούν το σημείο αναφοράς τους.
Το έργο αναμένεται να κινητοποιήσει και τους πολίτες ώστε να συνδράμουν στην αναγνώριση πιθανών κινδύνων και να ευαισθητοποιηθούν στα θέματα που αφορούν στη διατήρηση της τοπικής και ευρωπαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς.
Τα αποτελέσματα του έργου θα εφαρμοστούν αρχικά σε τέσσερις εμβληματικές περιοχές: α) στη μεσαιωνική πόλη της Ρόδου, β) στο Albayzín και στο Realejo στη Γρανάδα της Ισπανίας, γ) στο Castrum Tunsbergis στο Τένσμπεργκ της Νορβηγίας και τέλος δ) στη Βενετία της Ιταλίας.
Η κοινοπραξία του έργου έχει διεπιστημονικό υπόβαθρο και περιλαμβάνει 18 εταίρους από οκτώ διαφορετικές χώρες, ανάμεσά τους πανεπιστήμια, ερευνητικά ινστιτούτα, εταιρείες αλλά και διάφοροι τελικοί χρήστες όπως πολιτιστικοί φορείς και δημοτικές αρχές. Από την Ελλάδα συμμετέχουν το Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Συστημάτων Επικοινωνιών και Υπολογιστών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ο Δήμος Ρόδου, η Εφορεία Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου και το Διαπολιτισμικό Ευρω-Μεσογειακό Κέντρο για την UNESCO.
Κατά τη διάρκεια της εναρκτήριας συνάντησης των συνεργαζόμενων φορέων, που διοργανώθηκε στην Αθήνα στις 4–5 Ιουνίου, καθορίστηκε η μελλοντική ερευνητική δραστηριότητα του έργου, ώστε η πλατφόρμα να είναι σε πιλοτική λειτουργία μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια.
Το έργο έχει διάρκεια 42 μήνες (Ιούνιος 2019 – Νοέμβριος 2022).