Την Κυριακή 9 Ιουνίου πραγματοποιήθηκαν τα εγκαίνια έκθεσης φωτογραφίας με τίτλο «Alexander Lamont Henderson. Ταξιδιωτικές φωτογραφίες του 1904», στον εκθεσιακό χώρο της Ιεράς Μονής Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στη Σκιάθο.

Η έκθεση διοργανώθηκε από το Μουσείο Μπενάκη και τον Πολιτιστικό Σύλλογο «Η Σκιάθος», σε συνεργασία με την Περιφέρεια Θεσσαλίας/Περιφερειακή Ενότητα Μαγνησίας και Σποράδων.

Η έκθεση μεταφέρθηκε στη Σκιάθο, μετά από αίτημα του Πολιτιστικού Συλλόγου «Η Σκιάθος», για το διάστημα 9 Ιουνίου με 29 Σεπτεμβρίου, και θα είναι επισκέψιμη  καθημερινά 9:30-20:00.

Την έκθεση παρουσίασε, εκ μέρους του Μουσείου Μπενάκη, η  Αλίκη Τσίργιαλου, υπεύθυνη του Φωτογραφικού Αρχείου του Μουσείου, η οποία αναφέρθηκε στη σπουδαιότητα του αρχείου, το οποίο για πρώτη φορά παρουσιάζεται, όπως και στο μεγάλο έργο της συντήρησης και τεκμηρίωσής του, για το οποίο χρειάστηκε να συνεργαστούν επιστήμονες και ειδικοί της χώρας μας και του Ηνωμένου Βασιλείου.

«Το αρχείο είναι πολύ σημαντικό γιατί πέραν της καλλιτεχνικής του αξίας, λειτούργησε και ως σημείο αναφοράς και τεκμηρίωσης μιας εποχής αλλά και μνημείων, τη φωτογραφική αποτύπωση των οποίων βλέπουμε για πρώτη φορά. Η Αθήνα του 1904 που αποτυπώνεται στην έκθεση είναι η ίδια εικόνα που είχε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο οποίος την εγκατέλειψε λίγα χρόνια αργότερα για να ζήσει στην αγαπημένη Σκιάθο μέχρι το τέλος της ζωής του», τόνισε ο διακεκριμένος δημοσιογράφος Νίκος Βατόπουλος.

Ο δωρητής του αρχείου Πέτρος Τσεμπελής αναφέρθηκε στο ιστορικό της απόκτησης του αρχείου, όταν πριν από 25 χρόνια οι Άγγλοι φίλοι και γείτονές του στην εξοχική του κατοικία στη Σκιάθο, γνωρίζοντας την αγάπη του για την ιστορία και την τέχνη, τον έφεραν σε επαφή με τον απόγονο του φωτογράφου, από τον οποίο αγόρασε το αρχείο. Το αρχείο δώρισε στο Μουσείο Μπενάκη το 2015, με όρο να γίνει η έκθεση στη Σκιάθο.

Στο χαιρετισμό του, ο πρόεδρος του πολιτιστικού συλλόγου και νεοεκλεγείς δήμαρχος Σκιάθου, Θοδωρής Τζούμας, ανέφερε πόσο σημαντικές είναι για τη Σκιάθο οι συνεργασίες με εμβληματικούς φορείς του πολιτισμού της χώρας μας, όπως το Μουσείο Μπενάκη, μέσα από τις οποίες δημιουργούνται σημεία πολιτιστικού ενδιαφέροντος με θετική δημοσιότητα για τη Σκιάθο.

Ο Alexander Lamont Henderson

Ο Alexander Lamont Henderson γεννήθηκε στο Εδιμβούργο το 1838 και υπήρξε ιδιαίτερα ενεργός στα φωτογραφικά δρώμενα της Βρετανίας. Από το 1860 έως το 1887 διατηρούσε φωτογραφείο στην οδό King William στο κέντρο του Λονδίνου και ένα ακόμη στην πόλη Amersham. Ήταν μέλος της Royal Photographic Society καθώς και ιδρυτικό μέλος του φωτογραφικού σωματείου London & Provincial Association. Επιπλέον, αρθρογραφούσε συχνά στο έντυπο British Journal of Photography σχετικά με την τεχνική της φωτογραφίας. Το 1884, η βασίλισσα Βικτωρία του απένειμε τον τίτλο του βασιλικού φωτογράφου. Στο πλαίσιο αυτό, αποτύπωνε στιγμές από την καθημερινή ζωή της βασιλικής οικογένειας, ενώ είχε αναλάβει και την εκτύπωση φωτογραφικών πορτρέτων μελών της βρετανικής αυλής σε πορσελάνη που προοριζόταν για κοσμήματα.

Μετά το θάνατο της βασίλισσας Βικτωρίας το 1901, ο Henderson συνταξιοδοτήθηκε. Τότε ήταν που πραγματοποίησε μια σειρά από φωτογραφικές περιοδείες σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Αλγερία, η Αίγυπτος, η Τουρκία, η Αυστραλία κ.ά. Με την επιστροφή του στο Λονδίνο, μετέτρεψε τα αρνητικά που συγκέντρωσε στα πολλαπλά του ταξίδια σε γυάλινες διαφάνειες προβολής, τις γνωστές ως lantern slides, και τις παρουσίαζε σε ειδικές προβολές κατά τη διάρκεια των ετησίων εκθέσεων της Royal Photographic Society στη βρετανική πρωτεύουσα. 

Στην Ελλάδα έφτασε τους πρώτους μήνες του 1904. Ο φακός του στράφηκε μακριά από τα εικονογραφικά στερεότυπα της εποχής, παραλείποντας τη συστηματική αποτύπωση των αρχαίων μνημείων. Πέρα από τις πανοραμικές απόψεις της Αθήνας με τα πρώτα νεοκλασικά κτήρια να προβάλουν ολοκαίνουργια, ο Henderson εστίασε στην καταγραφή της κοινωνικής ζωής της πόλης και της καθημερινότητά της με τους πλανόδιους πωλητές να πρωταγωνιστούν. Ειδικό ενδιαφέρον έχουν οι λήψεις που πραγματοποίησε στα βασιλικά ανάκτορα της Αθήνας και του Τατοΐου, καθώς παρουσιάζουν για πρώτη φορά την αρχική εσωτερική τους διαμόρφωση. Επίσης, οι φωτογραφίες από τις αίθουσες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και της πρώτης μόνιμης έκθεσης του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου στο κεντρικό κτήριο του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου παρέχουν σημαντικές πληροφορίες για τη μουσειακή μέριμνα της εποχής. Αφήνοντας τα στενά όρια της πόλης, ο Henderson περιηγήθηκε το Φάληρο και το λιμάνι του Πειραιά όπου φωτογράφισε μοναδικά στιγμιότυπα από τη ζωή στην περιοχή. Η περιοδεία του στη χώρα μας ολοκληρώθηκε μετά από μια σύντομη επίσκεψη στα Χανιά και την Πάτρα.

Παρά τον περιορισμένο τους αριθμό, οι φωτογραφίες του διακρίνονται για τη θεματική τους ποικιλία, τη συνθετική ακρίβεια και την άψογη χημική επεξεργασία και σαφώς καταδεικνύουν το έργο ενός εξαίρετου επαγγελματία φωτογράφου των αρχών του 20ού αιώνα. Στο σύνολό τους αποτελούν έναν πολύτιμο θησαυρό από όπου αντλούνται μοναδικές πληροφορίες για την ιστορία και τη φυσιογνωμία του τόπου μας.

O Henderson πέθανε το 1907 και το αρχείο του παραδόθηκε στη βιβλιοθήκη του Guildhall Museum. Δυστυχώς όμως, καταστράφηκε κατά τη διάρκεια του B’ Παγκοσμίου Πολέμου όταν η γερμανική πολεμική αεροπορία βομβάρδισε το Λονδίνο προκαλώντας μεγάλες καταστροφές. Ένα μικρό τμήμα του έργου του, που βρέθηκε στο οικογενειακό σπίτι με την ένδειξη «Holiday snaps», διαφύλαξε ο γαμπρός του δημιουργού William Henderson Grey.  Το σύνολο αυτό, πιθανόν και το μοναδικό δείγμα δουλειάς του φωτογράφου που σώθηκε, περιλάμβανε περίπου 4.000 θέματα κυρίως από τα ταξίδια που πραγματοποίησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Ανάμεσα σε αυτά βρέθηκαν οι 86 γυάλινες διαφάνειες από την Ελλάδα που σήμερα αποτελούν μέρος της φωτογραφικής συλλογής του Μουσείου Μπενάκη. Για τις ανάγκες της έκθεσης, έγινε επεξεργασία του υλικού και ένα μέρος του εκτυπώθηκε ψηφιακά.