Ένα χρυσό ενώτιο, που πιστεύεται ότι χρονολογείται πριν από περισσότερα από 2.200 χρόνια και αναπαριστά το κεφάλι ενός κερασφόρου ζώου, ανακαλύφθηκε σε ανασκαφή κοντά στην τοποθεσία των αρχαίων εβραϊκών ναών στην Ιερουσαλήμ και ισραηλινοί αρχαιολόγοι κάνουν λόγο για μια σπάνια ένδειξη της ελληνιστικής επιρροής, καθώς είναι το πρώτο του είδους που ανακαλύφθηκε στην Ιερουσαλήμ.
Το σκουλαρίκι έχει μήκος 4 εκατοστά, είναι στρογγυλό και η άκρη του είναι διαμορφωμένη σε κεφαλή κερασφόρου ζώου, πιθανόν κριαριού. Ανακαλύφθηκε τον Οκτώβριο 2017 στη διάρκεια ανασκαφών έξω από την Παλιά Πόλη της Ιερουσαλήμ, στον αρχαιολογικό χώρο που αποκαλείται «Πόλη του Δαυίδ» και βρίσκεται σε απόσταση περίπου 200 μέτρων νοτίως του Όρους του Ναού, όπου σήμερα υπάρχει το τέμενος αλ-Άκσα. Έχει αποτελέσει ήδη το θέμα ενός επιστημονικού άρθρου, όμως το εύρημα δεν είχε παρουσιαστεί ακόμη στον Τύπο.
Η Ισραηλινή Υπηρεσία Αρχαιοτήτων ανακοίνωσε πως η τεχνική του κοσμήματος συμφωνεί με την τεχνική των κοσμημάτων της πρώιμης ελληνιστικής περιόδου (3ος ή αρχές του 2ου αιώνα π.Χ.), μεταξύ της κατάκτησης της Ιερουσαλήμ από τον Μέγα Αλέξανδρο και της εβραϊκής επανάστασης εναντίον των παγανιστών, την οποία αφηγούνται τα βιβλία των Μακκαβαίων στη Βίβλο.
«Είναι η πρώτη φορά που κάποιος βρίσκει ένα χρυσό ενώτιο από την Ελληνιστική εποχή στην Ιερουσαλήμ», λέει ο Γιουβάλ Γκαντό, καθηγητής αρχαιολογίας στο πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ, ο οποίος συμμετείχε στην ανακάλυψη. «Δεν ξέρουμε πολλά πράγματα για την Ιερουσαλήμ της ελληνιστικής περιόδου. Η πόλη θεωρούνταν ανέκαθεν πολύ συντηρητική, δεν άφηνε να μπουν αντικείμενα από τον έξω κόσμο», συνέχισε, συνεπώς η ανακάλυψη ενός ελληνικού στυλ ενωτίου «προκαλεί μεγάλη έκπληξη. Ανοίγει μια συζήτηση για τη φύση του πληθυσμού της Ιερουσαλήμ» την εποχή εκείνη, επισήμανε.
Τέτοια κοσμήματα μπορεί να φορούσαν εύποροι άνδρες ή γυναίκες της εποχής εκείνης και ο ιδιοκτήτης του θα ήταν πιθανόν είτε ένας Έλληνας που ζούσε στην Ιερουσαλήμ είτε κάποιος ντόπιος «εξελληνισμένος εβραίος», δήλωσε ακομη ο Γκαντό.
«Το συνδέουμε με άλλα πράγματα και ίσως να μπορέσουμε να καταλάβουμε καλύτερα την Ιερουσαλήμ, πώς οι άνθρωποι συμπεριφέρονταν εδώ πραγματικά», πρόσθεσε ο ισραηλινός καθηγητής.
Η ισραηλινή αρχαιολογική υπηρεσία αναφέρει σε ανακοίνωσή της πως η ποιότητα του κοσμήματος και το γεγονός ότι ανακαλύφθηκε κοντά στο Όρος του Ναού, όπου υψωνόταν ο εβραϊκός ναός της Ιερουσαλήμ που καταστράφηκε το 70 από τους Ρωμαίους, μας επιτρέπει να υποθέσουμε πως ο ιδιοκτήτης του ανήκε στην προνομιούχα τάξη.
Η «Πόλη του Δαυίδ» εκτείνεται στη βάση των οχυρώσεων της Παλιάς Πόλης στη Σιλουάν, παλαιστινιακή συνοικία της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, την οποία έχει προσαρτήσει και κατέχει το Ισραήλ. Πραγματοποιούνται εκεί εντατικές και αμφιλεγόμενες ισραηλινές ανασκαφές, λόγω της διένεξης μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων για την κυριαρχία επί της Ανατολικής Ιερουσαλήμ και της σημασίας του ιστορικού διακυβεύματος σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο.
Την «Πόλη του Δαυίδ» διαχειρίζεται η εθνικιστική οργάνωση Elad, δηλωμένος στόχος της οποίας είναι να ενισχύσει την εβραϊκή παρουσία στις αραβικές συνοικίες της Ανατολικής Ιερουσαλήμ. Σύμφωνα με την ίδια, το αρχαιολογικό και τουριστικό σύμπλεγμα βρίσκεται στην αρχαία πόλη που είχε οικοδομηθεί από τον βασιλιά Δαυίδ, ένας ισχυρισμός που αμφισβητείται μεταξύ των αρχαιολόγων.