Ημερίδα με θέμα «Η αρπαγή των αρχαιοτήτων στην Κατοχή και ο αγώνας για την επιστροφή τους» πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στην Παλαιά Βουλή, παρουσία του προέδρου της Βουλής Νίκου Βούτση, της υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού Λ. Κονιόρδου και της γενικής γραμματέως του ΥΠΠΟΑ Μαρίας Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη, που απηύθυναν χαιρετισμό, καθώς και πολλών βουλευτών, προέδρων και εκπροσώπων αντιστασιακών οργανώσεων. Μεταξύ αυτών ξεχώρισε η παρουσία του Μανώλη Γλέζου, που μίλησε στην ημερίδα παρά το γεγονός ότι έπρεπε να βρίσκεται στο σπίτι του, καθώς ακολουθεί νοσηλεία κατ’ οίκον λόγω προβλημάτων υγείας.
Μέχρι το τέλος του 2018 θα συζητηθεί στην Ολομέλεια της Βουλής το πόρισμα της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής για τις γερμανικές επανορθώσεις, έτσι ώστε αμέσως μετά «να γίνουν όλες οι απαραίτητες ενέργειες σε διεθνές επίπεδο, αλλά και διακρατικά να γνωστοποιηθεί το ζήτημα και να τύχει στην ευρύτερη διεθνή κοινή γνώμη μιας πολύ μεγαλύτερης αποσαφήνισης, να υπάρξει πίεση εκεί που πρέπει, να δοθούν απαντήσεις και να διεκδικηθούν με όλα τα μέσα οι γερμανικές επανορθώσεις. Ως ηθικό ιστορικό καταρχήν μήνυμα και ως υποχρέωση όλων μας και πρώτα από όλα της Βουλής των Ελλήνων», ανακοίνωσε ο κ. Βούτσης, χαιρετίζοντας την ημερίδα, που συνδιοργάνωσαν το Εθνικό Συμβούλιο διεκδίκησης των οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα και ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, υπό την αιγίδα της Βουλής.
Ο κ. Βούτσης αναφέρθηκε επίσης στην πολύ μεγάλη προσπάθεια που γίνεται για την ανασύσταση της συλλογικής μνήμης, όπως για παράδειγμα σε σχέση με τις διώξεις των Ελλήνων Εβραίων πολιτών που είχαν αποσιωπηθεί επί δεκαετίες. «Δεν υπήρχε ούτε ένα άγαλμα, ούτε μια πλάκα μέσα στη Βουλή για τους οκτώ Έλληνες βουλευτές που ήταν θύματα του Άουσβιτς – κάτι που έγινε πρόσφατα», επεσήμανε ο πρόεδρος της Βουλής, που γνωστοποίησε επίσης ότι «την τρέχουσα περίοδο θα γίνει και ένα μνημείο στο Άουσβιτς -είμαστε η τελευταία χώρα της Ευρώπης που δεν έχουμε εκεί μνημείο- με πλήρη χρηματοδότηση της Βουλής», τόνισε.
«Έχω τη γνώμη ότι πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε τον προσανατολισμό μας. Τι ζητάμε; Το αναφαίρετο δικαίωμα των οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα είναι το θέμα, αλλά δεν είναι το κύριο. Το κύριο κατά τη γνώμη μου είναι να δείξουμε σε όλους τη συνεισφορά της Ελλάδας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο», δήλωσε ο Μανώλης Γλέζος, παραθέτοντας ως στοιχεία αυτής της συνεισφοράς μεταξύ άλλων, το γεγονός ότι ήμασταν η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που δέχτηκε διπλή επίθεση, από τη φασιστική Ιταλία και από τη φασιστική Γερμανία, καθώς και ότι ο αγώνας για να μας νικήσουν διήρκεσε 217 ημέρες, όταν η αμέσως επόμενη χώρα που «κράτησε» περισσότερο ήταν η Νορβηγία με 60 μέρες.
«Να σταματήσει η ανακωχή πολέμου με τη Γερμανία και να υπογραφεί συνθήκη ειρήνης. Μόλις υπογραφεί συνθήκη ειρήνης, αυτά που διεκδικούμε θα μας τα δώσουν αμέσως. Οι Γερμανοί είναι πολύ πειθαρχημένοι στις αποφάσεις τους, δεν θέλουν να παραβούν τους νόμους. Μια ανορθογραφία ιστορική πρέπει να εξαλειφθεί», τόνισε ο κ. Γλέζος, που συνέχισε με την εισήγησή του με τίτλο «Η έννοια της λεηλασίας από το Γ’ Ράιχ», ωστόσο έφυγε πριν το τέλος της ημερίδας λόγω της εύθραυστης κατάστασης της υγείας του.
«Το υπουργείο Πολιτισμού εργάζεται διαρκώς ώστε να ολοκληρωθεί η επιστροφή όλων των αρχαίων που βγήκαν από τη χώρα μας κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Είναι ένα θέμα μονίμως ανοιχτό, μια διαδικασία με στοχευμένες διεκδικήσεις και συγκεκριμένα αποτελέσματα. Ένας από τους βασικούς μας στόχους είναι η ευαισθητοποίηση του κόσμου γύρω από θέματα προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς και η επικρότηση κάθε οικειοθελούς επιστροφής αρχαιοτήτων», δήλωσε από την πλευρά της η κα Κονιόρδου, αναφερόμενη στα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής, όπως ο επαναπατρισμός οκτώ αρχαίων αντικειμένων ελληνικής προέλευσης την τελευταία τριετία, αλλά και ο πρόσφατος επαναπατρισμός τον Νοέμβριο του 2017, 26 αρχαιοτήτων που είχαν απομακρυνθεί παράνομα από την Ελλάδα το 1941 από τον Γερμανό στρατηγό Τζούλιους Ρίνγκελ (η επιστροφή τους έγινε από το Πανεπιστήμιο του Γκρατζ της Αυστρίας).
Στην κατηγοριοποίηση των καταστροφών αρχαιοτήτων κατά τη διάρκεια της Κατοχής αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, η κα Βλαζάκη, δηλαδή στις καταστροφές που έγιναν κατά την κατασκευή οχυρωματικών έργων ή στρατιωτικών εγκαταστάσεων, βομβαρδισμών ή πολεμικών επιχειρήσεων, στις λεηλασίες αρχαιοτήτων από υψηλόβαθμους στρατιωτικούς των δυνάμεων Κατοχής, στο πλιάτσικο απλών στρατιωτών, αλλά και στις παράνομες ανασκαφές αρχαιολογικών θέσεων και στην εξαγωγή αρχαιοτήτων στο εξωτερικό.
«Οι λαθρανασκαφές, οι απαλλοτριώσεις, οι εσκεμμένες κλοπές που διεπράχθησαν συνειδητά και με περισσή σπουδή για την κάλυψη των ιχνών -υπόθεση εύκολη σε περιόδους πολέμου- αιτιολογούν πλήρως γιατί δεν γνωρίζουμε ακριβώς τις διαστάσεις αυτής της απώλειας», τόνισε η ίδια, γνωστοποιώντας ότι «το υυπουργείο μέσω της αρμόδιας Διεύθυνσης Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών προγραμματίζει σχετική ημερίδα εντός του έτους για να παρουσιαστούν νεότερα στοιχεία».
Στην ημερίδα μίλησαν επίσης ο Βασίλης Κοσμόπουλος, σκηνοθέτης, αναπληρωτής γενικός διευθυντής του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου («Η λεηλασία πολιτιστικών αγαθών από το Γ´ Ράιχ κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: η περίπτωση της κατεχόμενης Ελλάδας»), η Ελένη Πιπέλια, αρχαιολόγος στη διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού («Λάφυρα πολέμου από την Κατοχή: ένα κεφάλαιο που παραμένει ανοικτό»), η Ελευθερία Ακριβοπούλου, αρχαιολόγος-μουσειολόγος, Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης («Αρχαία εν κινδύνω στη Θεσσαλονίκη της Κατοχής») και ο Γιώργος Τζωράκης, αρχαιολόγος, με τίτλο εισήγησης «”Εν μέσω της μαινομένης καταιγίδος’… Η τύχη των κρητικών αρχαιοτήτων τα χρόνια της Γερμανοϊταλικής Κατοχής (1941-1945)».
Το συντονισμό είχε ο δρ Αριστομένης Ι. Συγγελάκης, συγγραμματέας Σ.Ε. Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα.