Το αποκλειστικά συνδρομητικό πλέον περιοδικό «Αρχαιολογία και Τέχνες» μόλις εξέδωσε το νέο του τεύχος (αρ. 126).
Το τεύχος του Απριλίου ανοίγει με τη συνέντευξη που έδωσε ο καθηγητής Αρχαιολογίας και Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Brown (Ινστιτούτο Joukowsky) των ΗΠΑ, Γιάννης Χαμηλάκης, στην Αγγελική Ροβάτσου. Ο συγγραφέας των βιβλίων Το έθνος και τα ερείπιά του (2012) και Η αρχαιολογία και οι αισθήσεις (2013) διακρίνει τον εγχώριο από τον δυτικό ελληνισμό, συσχετίζει τον εθνικισμό με την αποικιοκρατία, μιλάει για την κρυπτο-αποικιακή συνθήκη της Ελλάδας, για την κοινωνική ζωοαρχαιολογία, την αρχαιολογική εθνογραφία, την αρχαιολογία της κατανάλωσης τροφής και ποτού, την πολιτική λειτουργία των αισθήσεων.
Στην ενότητα «Ελλάδα εκτός Ελλάδος», η αρχαιολόγος Natalia Mateevici παρουσιάζει τον «“Θησαυρό” από το Ολανέστι», ο οποίος βρέθηκε το 1958 σε ένα χωριό της σημερινής Δημοκρατίας της Μολδαβίας. Ο «θησαυρός» περιλάμβανε περικνημίδες, κράνη και ένα λύχνο με εγχάρακτη επιγραφή, μάρτυρα της πολύ διαδεδομένης λατρείας της Εφεσίας Αρτέμιδος στον βόρειο και βορειοδυτικό Πόντο.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η συγγραφέας: «Αμέσως εκφράστηκε η άποψη ότι πρόκειται για ένα “θησαυρό” με αρχαίο ελληνικό αμυντικό οπλισμό και τα αντικείμενα θεωρήθηκαν από την αρχή εντυπωσιακά. Η έρευνα που ακολούθησε προκάλεσε πλήθος ερωτημάτων στην επιστημονική κοινότητα της πρώην ΕΣΣΔ».
Η αρχαιολόγος Χριστίνα Παπαδάκη, στο άρθρο της με τίτλο «Πηγαίον Ύδωρ», αναφέρεται σε κατασκευές των μινωικών χρόνων που σχετίζονται με την εκμετάλλευση του πηγαίου νερού, και στις οποίες εντοπίστηκαν ευρήματα που υποδηλώνουν ότι, έστω και περιστασιακά, χρησιμοποιούνταν ως χώροι απόθεσης προσφορών ή και διεξαγωγής τελετουργικών δρώμενων.
«Τα παραδείγματα που παρουσιάζονται εδώ υποδηλώνουν τη χρήση του υγρού στοιχείου σε τελετουργίες σχετικές με τις “χθόνιες” δυνάμεις που κατοικούν στα βάθη της γης» υποστηρίζει η αρχαιολόγος.
Στη θέση «Ελληνικά» Αμφείας, τα τελευταία χρόνια η αρχαιολογική σκαπάνη φέρνει στο φως το αρχαίο θέατρο της Θουρίας. Χτισμένο σε προνομιακό σημείο, έχει θέα στην απέραντη, εύφορη πεδιάδα της Μεσσηνίας, γνωστή στην αρχαιότητα ως «Μακαρία», αλλά και στα νερά του Μεσσηνιακού κόλπου, που οι αρχαίοι ονόμαζαν «Θουριάτη». Τα ευρήματα της έρευνας παρουσιάζει η Διευθύντρια των ανασκαφών της αρχαίας Θουρίας, Ξένη Αραπογιάννη, στο άρθρο της με τίτλο «Αποκαλύπτοντας ένα άγνωστο θέατρο».
Ο Ηλίας Παπαγεωργίου, η Μαρία Κοντάκη και ο Παντελής Φελέρης κάνουν μια «Τομή στον Πύργο της Βαβυλώνας» (Ναός Αγίου Γεωργίου στο Παλαιό Κάιρο), παρουσιάζοντας την ιστορία του σημαντικότερου και παλαιότερου μνημείου της ορθόδοξης παράδοσης στην Αφρική, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο σκηνογράφησαν σε αυτό μια έκθεση με εκκλησιαστικά αλλά και πολυπολιτισμικά εκθέματα.
«Ο στόχος της έκθεσης των κειμηλίων στον πύργο του Αγίου Γεωργίου είναι διττός. Η έκθεση φιλοδοξεί, αφενός, να υπερτονίσει τον οικουμενικό χαρακτήρα της ελληνορθόδοξης παράδοσης στη χώρα της Αιγύπτου και σε ολόκληρη την αφρικανική ήπειρο και, αφετέρου, να αποτελέσει μαρτυρία της ιστορικής συνέχειας και της σημασίας του μνημείου για την ελληνική κοινότητα» εξηγούν στο άρθρο τους.
«Ένα τόσο πολύτιμο για τον άνθρωπο προϊόν όπως το μέλι δεν θα μπορούσε να είχε αγνοηθεί από τους προϊστορικούς κατοίκους του ελλαδικού χώρου, πόσω μάλλον όταν η ελληνική φύση ευνοεί ιδιαίτερα την άσκηση της μελισσοκομίας με κυψέλες» υποστηρίζει ο ερευνητής και καθηγητής χειρουργικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Χαράλαμπος Β. Χαρίσης, στο άρθρο του με τίτλο «Προϊστορικοί μελισσοκόμοι».
Και συνεχίζει: «Όμως, μέχρι πρόσφατα, ελάχιστα στοιχεία διαθέταμε για την ύπαρξη της μελισσοκομίας στο χώρο αυτό κατά την Προϊστορική εποχή. (…) Οριστικά καταφατική απάντηση στην παραπάνω αβεβαιότητα έδωσε η νεότερη έρευνα με την αναγνώριση πολλών μελισσοκομικών σκευών, τα οποία δεν είχαν ταυτιστεί ως τέτοια από τους αρχικούς ανασκαφείς τους».
«Ιερές μορφές, ανθρώπινη φύση» είναι ο τίτλος του άρθρου που υπογράφουν η Προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής, Χριστίνα Μερκούρη, και η αρχαιολόγος Κατερίνα Κουτλιάνη. Στο κείμενό τους αναλύουν τις εικόνες που φιλοτέχνησε ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της Επτανησιακής Σχολής, Νικόλαος Κουτούζης, για τις επτά κόγχες του επιστυλίου του τέμπλου στο ναό του Αγίου Γεωργίου του Πετρούτσου, στη Ζάκυνθο.
«Ολόκληρη η σύνθεση αποτελεί μια πρωτότυπη παραλλαγή του καθιερωμένου εικονογραφικού προγράμματος. Όλες οι εικόνες είναι ζωγραφισμένες με λάδι σε ξύλο και χαρακτηρίζονται από τη γήινη βαρύτητα των μορφών, την έμφαση στην υλική τους υπόσταση, στον τονισμό του ατομικού και την προσπάθεια απόδοσης των ανθρώπινων συναισθημάτων, την έντονη φωτοσκίαση, τις χρωματικές πινελιές στα πρόσωπα και τα χέρια, τις πλούσιες πτυχώσεις του ρουχισμού. Οι ιδιότητες αυτές δημιουργούν την αίσθηση του βάθους και της σωματικότητας και, καθώς φωτίζουν την ανθρώπινη διάσταση, συμβάλλουν στην εκκοσμίκευση της ζακυνθινής εκκλησιαστικής τέχνης» αναφέρουν χαρακτηριστικά.
Η αρχαιολόγος Miriam Caskey συμβάλλει στο τεύχος του Απριλίου με μια «αρχαιολογική» βιογραφία του J.L. Caskey με τίτλο «Γέφυρες». Στο άρθρο της ξεδιπλώνεται η διαδρομή τού Αμερικανού αρχαιολόγου, ανασκαφέα της Λέρνας (Αργολίδα) και της Αγίας Ειρήνης (Κέα), ενώ δίνεται έμφαση και στον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο προσέγγιζε κάθε ανασκαφική θέση, συνδυάζοντας την ενδελεχή επιστημονική έρευνα, την παρατήρηση και το ένστικτο, σε διάλογο με το παρελθόν και με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον.
Τέλος, οι αρχαιολόγοι της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων, Παρασκευή Γιούνη, Υπατία Φάκλαρη και Χάρις Καππά υπογράφουν τον αρχαιολογικό–περιηγητικό Οδηγό στη μεγαλύτερη ελληνιστική ακρόπολη του λεκανοπεδίου των Ιωαννίνων και μία από τις μεγαλύτερες της Ηπείρου, την Ακρόπολη της Καστρίτσας.
«Ο λόφος» στον οποίο βρίσκεται η ακρόπολη «αποτελεί ένα “αρχαιολογικό παλίμψηστο”, στο οποίο έχει καταγραφεί η ανθρώπινη παρουσία από την Ανώτερη Παλαιολιθική περίοδο (22000 π.Χ.) έως τους χρόνους της Τουρκοκρατίας και μέχρι σήμερα» αναφέρουν χαρακτηριστικά.