Το όραμα του Ρήγα Φεραίου, πριν από 220 χρόνια, για μια δημοκρατική πολιτεία στα σκλαβωμένα από τους Οθωμανούς Βαλκάνια, από τον Δούναβη μέχρι το Λιβυκό πέλαγος και από την Αδριατική μέχρι τον Εύξεινο Πόντο, αποτυπώνει η Χάρτα που τυπώθηκε στη Βιέννη το 1797. Με αφορμή την εθνική επέτειο της 25ης Μαρτίου, ένα από τα αντίτυπα της Χάρτας, που έγινε κτήμα της Πασχαλείου Σχολής στο Καπέσοβο Ζαγορίου, εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων έως και τις 6 Μαΐου. Πρόκειται, για ένα κειμήλιο εθνικής και ιστορικής αξίας, το οποίο προσφέρει σημαντικές πληροφορίες μιας ταραγμένης εποχής.
Ο καθηγητής Νεώτερης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων Γεώργιος Παπαγεωργίου, που κατάγεται από το Καπέσοβο και έχει μελετήσει τη Χάρτα, τόνισε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων πως πρόκειται για ένα ιδιαίτερο πόνημα. Όπως αναφέρει ο καθηγητής, η διαμόρφωση των γεωπολιτικών ισορροπιών στην ευρύτερη περιοχή της Βαλκανικής έχει αποτελέσει σε διάφορες ιστορικές συγκυρίες διακύβευμα ποικίλων κέντρων εξουσίας. Λίγο πριν εκπνεύσει ο 18ος αιώνας, η Χάρτα του Ρήγα Φεραίου είναι ένα 12φυλλο έργο πάνω στο οποίο αποτυπώνεται, στην εποχή προ του σχηματισμού των εθνικών κρατών, μια πρωτότυπη πολιτική πρόταση για τη δημιουργία ενός και μόνο Βαλκανικού κράτους, έναντι της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Ειδικότερα ο Γεώργιος Παπαγεωργίου λέει στο Πρακτορείο πως η έκδοσή της είχε προαναγγελθεί στην «Εφημερίδα της Βιέννης», που ήταν γνωστή ως ρωμαϊκή γκαζέτα, ενώ επισημαίνει πως το πόνημα «υπερβαίνει τις απαιτήσεις της προσφιλούς στον Ρήγα επιστήμης της Γεωγραφίας». Μάλιστα, διευκρινίζει ότι στο αντίτυπο του Καπεσόβου δεν αναβιώνει μόνο το γεωφυσικό ανάγλυφο της Βαλκανικής, οι πλωτοί και χερσαίοι άξονες που τη συνέδεαν ή οι πόλεις της, αλλά παρέχονται παράλληλα και ιστορικές πληροφορίες, που εστιάζουν σε ηγεμονικές προσωπικότητες.
Το 1797 τυπώνονται στη Βιέννη 1.220 αντίτυπα της 12φυλλης Χάρτας. Όπως προκύπτει από τα τεκμήρια, φαίνεται ότι από το λιμάνι της Τεργέστης μέσα σε 12 κιβώτια αποστέλλονται 600 αντίτυπα στη Σμύρνη, ενώ τα υπόλοιπα, πρόθεση του Ρήγα ήταν να σταλούν στο Βουκουρέστι, χωρίς να είναι γνωστοί οι αποδέκτες και αν τελικά όλα τα αντίτυπα έφτασαν εκεί.
Σήμερα, εκτιμάται ότι σώζονται περίπου 100 πλήρη αντίτυπα στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Σύμφωνα με τον καθηγητή, οι πληροφορίες δεν επιτρέπουν δυστυχώς να διαπιστωθεί τεκμηριωμένα ο τρόπος κτήσης και η διαδρομή του ιστορικού αυτού κειμηλίου προς το Καπέσοβο και εξετάζονται σχετικά σενάρια. «Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι έγινε κτήμα της Πασχαλείου Σχολής σε μια εποχή όπου η “χώρα Καπεσόβου”, σύμφωνα με την τότε ορολογία, ήταν έδρα μιας προνομιούχου ομοσπονδίας χωριών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι το Καπέσοβο αποτυπώνεται στη Χάρτα του Ρήγα και μάλιστα ως “πόλις άνευ τειχών”, χαρακτηρισμός οφειλόμενος κατά τη γνώμη μας στην αυξημένη πολιτική σημασία της εν λόγω κοινότητας, ακριβώς λόγω της συστηματικής προέλευσης των Γενικών Προεστών Ζαγορίου από αυτήν», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παπαγεωργίου.
Ωστόσο, υπάρχουν ερωτήματα σχετικά με τον πρώτο κάτοχο της Χάρτας και τον τρόπο που αυτός την προμηθεύτηκε. Κατά τον κ. Παπαγεωργίου, διάφορες ενδείξεις συγκλίνουν στο πρόσωπο τού Καπεσοβίτη Γεωργίου Πασχάλη, μεγαλεμπόρου γουναρικών, ο οποίος είχε ιδρύσει εμπορικό οίκο αρχικά στη Νίζνα της Ουκρανίας και μετέπειτα στη Σμύρνη, όπου είχαν σταλεί τα μισά σχεδόν αντίτυπα της Χάρτας διαμέσου της Τεργέστης.
«Θα μπορούσαμε βάσιμα να υποθέσουμε ότι ο Πασχάλης, ως βιβλιόφιλος, συλλέκτης, μερίμνησε και προμηθεύθηκε ένα αντίτυπο. Η κίνηση αυτή ήταν αναμενόμενη από ένα πρόσωπο που είχε αποφασίσει να συγκροτήσει την προσωπική του βιβλιοθήκη, στοχεύοντας να τη δωρίσει έπειτα στο σχολείο της ιδιαίτερης πατρίδας του», επισημαίνει ο καθηγητής. Επίσης τονίζει πως η παρουσία ισχυρών προσωπικοτήτων στο Καπέσοβο, όπως του Αλέξη Νούτσου, του Χριστόδουλου Πασχάλογλου, των Κωνσταντίνου και Χριστόδουλου Μαρίνογλου, παρείχε όλα τα εχέγγυα για την ενεργοποίησή της, ώστε να καταστεί εφικτή μέσω της γνώσης η πολιτισμική διαφοροποίηση που κατέληξε σε αίτημα για ελευθερία.
Μια άλλη ανάγνωση των κατασκευαστικών τεχνικών της Χάρτας καθώς και του ιστορικού και χαρτογραφικού περιβάλλοντος της περιόδου κατά την οποία προετοιμάστηκε και εκτυπώθηκε στο Βουκουρέστι και τη Βιέννη, με πληροφορίες και για τη Χάρτα του Καπεσόβου, δίνει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο ομότιμος καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και πρόεδρος της Επιτροπής για τη «Χαρτογραφική Κληρονομιά στην Ψηφιακότητα της Διεθνούς Χαρτογραφικής Ένωσης» Ευάγγελος Λιβιεράτος.
Ο καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου επισημαίνει πως η έρευνα με τη βοήθεια της ψηφιακής τεχνολογίας δείχνει ότι σώζονται δύο κύριες τυπολογίες της Χάρτας που διαφέρουν μεταξύ τους κυρίως σε τοπωνύμια, αλλά και χαρτογραφικά στοιχεία.
Από τις δύο αυτές τυπολογίες, η μία είναι μονόχρωμη και η άλλη έγχρωμη, από την οποία σώζονται και τα περισσότερα αντίτυπα, σχεδόν όλα στο εξωτερικό.
Η ψηφιακή έρευνα απέδειξε ότι υπάρχει και μια «τρίτη» τυπολογία, μονόχρωμη και παραλλαγή της μίας από τις δύο, με πολύ λιγότερα σωζόμενα αντίτυπα, μεταξύ των οποίων εκείνο του Καπεσόβου και ένα εκ των δύο που διαθέτει η Τράπεζα της Ελλάδος.
Τα δώδεκα μονόχρωμα φύλλα της Χάρτας του Καπεσόβου, διαστάσεων 85×58,5 εκ., είναι δεμένα με δερμάτινη στάχωση, όπως και το αντίτυπο που φυλάσσεται στη Ρουμανική Ακαδημία στο Βουκουρέστι.
Τεχνικές λεπτομέρειες, σχετικά με τα χαρτογραφικά πρότυπα που χρησιμοποίησε ο Ρήγας για τη σχεδίαση της Χάρτας στο Βουκουρέστι, τις πιθανότερες σχεδιαστικές τεχνικές που ακολούθησε, το ιστορικό και χαρτογραφικό περιβάλλον στα οποία κινήθηκε η κατασκευή του έργου που χαράχθηκε και τυπώθηκε σε περίπου έναν χρόνο στη Βιέννη, δίνονται σε πρόσφατη ειδική έκδοση της Βιβλιοθήκης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, με συγγραφέα τον ομότιμο καθηγητή Ε. Λιβιεράτο, η οποία είναι στη διάθεση των ερευνητών και του ενδιαφερόμενου κοινού.