Η θέση και το περιβάλλον της
Στο πλαίσιο των εργασιών για την κατασκευή του έργου «Κάθετος Άξονας 45 Εγνατίας Οδού, Σιάτιστα-Κρυσταλλοπηγή», στη θέση «Τρίτα» της κοινότητας Κορομηλιάς του Δήμου Καστοριάς, στο χρονικό διάστημα από τον Οκτώβριο του 2013 μέχρι και τον Ιανουάριο του 2015, πολυμελής ανασκαφική ομάδα με επικεφαλής την αρχαιολόγο-προϊστοριολόγο δρα Γεωργία Στρατούλη –με ευθύνη αρχικά της τέως ΚΘ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και από τον Νοέμβριο 2014 της νεοσύστατης Εφορείας Αρχαιοτήτων Καστοριάς– αποκάλυψε έκταση 2.200 τ.μ. μιας νέας παραποτάμιας εγκατάστασης της Νεότερης Νεολιθικής περιόδου (εικ. 1-2).
Η νέα αυτή προϊστορική θέση, σε υψόμετρο περίπου 650 μ., αναπτύσσεται στη δυτική όχθη του ποταμού Λιβαδοπόταμου – κλάδου του Αλιάκμονα, κοντά στο σημείο της συμβολής του με το μεγάλο υδρόρεμα Σουσίτσα, 7 χλμ. Δ-ΒΔ από την πόλη της Καστοριάς και 800 μ. ΝΔ από το χωριό της Κορομηλιάς (εικ. 3).
Η έκταση της θέσης –μετά την πραγματοποίηση περισσότερων από 70 δοκιμαστικών τομών– εκτιμάται σε περίπου 30 στρέμματα. Το χρονολογικό της δε εύρος φαίνεται να καλύπτει –βάσει τεσσάρων προς το παρόν ραδιοχρονολογήσεων και της μαρτυρίας πήλινων αγγείων– το τέλος της 6ης και το μεγαλύτερο τμήμα της 5ης χιλιετίας, περ. 5200-4300 π.Χ., ενώ δεν αποκλείεται η αναγνώριση στο άμεσο μέλλον αρχαιολογικού υλικού και νεότερης περιόδου χρήσης της θέσης. Σύμφωνα με τα παραπάνω, η εγκατάσταση στα Τρίτα Κορομηλιάς υπήρξε, σε μεγάλο βαθμό, σύγχρονη με τον νεολιθικό οικισμό Αυγής (8 χλμ. νότια), τον λιμναίο νεολιθικό οικισμό Δισπηλιού (11 χλμ. νοτιοανατολικά), την επίσης παραποτάμια νεολιθική εγκατάσταση της Κολοκυνθούς (4 χλμ. νοτιοανατολικά) και το γειτονικό Σπήλαιο «Πηγές Κορομηλιάς», στο γνωστό φαράγγι της περιοχής με πηγές πόσιμου νερού, από τις οποίες υδρεύεται η πόλη της Καστοριάς. Τα Τρίτα Κορομηλιάς έχουν πλέον προστεθεί στο προϊστορικό τοπίο και το νεολιθικό διακοινοτικό δίκτυο της Περιφερειακής Ενότητας Καστοριάς, το οποίο αναμένεται να εμπλουτίσουν με νέες σημαντικές πληροφορίες για τη νεολιθική ζωή στην περιοχή (εικ. 4).
Τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά του σύγχρονου τοπίου στα Τρίτα Κορομηλιάς πιθανότατα επικρατούσαν και κατά τους προϊστορικούς χρόνους. Κυρίαρχα στοιχεία της θέσης αποτελούσαν αφενός ο Λιβαδοπόταμος και αφετέρου το ρέμα Σουσίτσα, το οποίο σε περιόδους έντονων βροχοπτώσεων μεταφέρει και αποθέτει όγκους φερτών υλικών, συμβάλλοντας στην αέναη διαμόρφωση και μεταβολή του τοπίου. Επιπλέον, μεταξύ των υψωμάτων στα βόρεια και στα βορειανατολικά της θέσης δημιουργήθηκε το Φαράγγι του Λιβαδοπόταμου, το οποίο τροφοδοτεί συνεχώς την περιοχή με βόρειους ψυχρούς ανέμους. Η διάρκεια και η ένταση των ανέμων, σε συνδυασμό με τις έντονες βροχοπτώσεις, δυσκόλεψαν εξαιρετικά την ανασκαφική διαδικασία και δημιούργησαν αρκετά ερωτήματα για τους λόγους που οι προϊστορικές κοινωνίες επέλεξαν να δραστηριοποιηθούν στην περιοχή. Ωστόσο, η ποικιλία μικροπεριβαλλόντων σε γειτνίαση με τη θέση, όπως πλούτος σε επιφανειακά νερά, επομένως και σε εύφορους αγρούς και πληθώρα λιβαδιών, αλλά και αφθονία πηγαίου πόσιμου νερού, και ακόμη παρουσία ημιορεινών και ορεινών ζωνών, σε συνδυασμό με δυνατότητες προμήθειας ποικίλων ορυκτών πρώτων υλών από μητρικά πετρώματα στην ευρύτερη περιοχή καθώς και φερτά υλικά στις κοίτες και τις όχθες γειτονικών ποταμών και ρεμάτων, φαίνεται ότι συνέθεταν έναν εξαιρετικά αξιοποιήσιμο και ενδιαφέροντα τόπο δραστηριότητας.
Η σύνθεση των επιχώσεων της θέσης και το αρχαιολογικό υλικό
Το πλέον χαρακτηριστικό στοιχείο στη στρωματογραφία και τη σύνθεση των επιχώσεων της θέσης είναι η αναγνώριση πλήθους επάλληλων πλημμυρικών και αποθετικών επεισοδίων. Σημειώνουμε, επίσης, την εξαιρετικά υψηλή υγρασία της περιοχής (εικ. 5), στην οποία πρέπει να οφείλεται η έλλειψη διατήρησης οργανικών καταλοίπων, κυρίως οστών και οστρέων.
Οι αρχαιολογικές επιχώσεις στα Τρίτα Κορομηλιάς χαρακτηρίζονται από την παρουσία λάκκων με ιδιαίτερη στρωματογραφία, από μικρές θερμικές κατασκευές, πλήθος λίθινων εργαλείων (π.χ. τριβεία και τριπτήρες για άλεση σιτηρών, κρουστήρες, ακόνια, πελέκεις, αλλά και λεπίδες με στίλβη για την κοπή φυτικών στοιχείων) και μεγάλο αριθμό πήλινων αγγείων (εικ. 6). Το σχήμα των λάκκων είναι συνήθως κυκλικό ή ελλειπτικό με διαστάσεις που κυμαίνονται από 0,80 μ. έως 4,0 μ. Άλλοτε εμφανίζονται ανεξάρτητοι στο χώρο και άλλοτε σε άμεση επαφή μεταξύ τους, δίνοντας την εντύπωση συστάδων. Η στρωματογραφία τους παρουσιάζει κοινά χαρακτηριστικά: οι κατώτερες επιχώσεις τους είναι μαύρου/γκριζωπού χρώματος, με υψηλό ποσοστό οργανικών καταλοίπων και άφθονα ευρήματα. Αντίθετα, στα ανώτερα στρώματά τους κυριαρχούν οι ισχυρά κεραμοποιημένοι –από την επίδραση της φωτιάς– οικοδομικοί πηλοί (από τοιχώματα και δάπεδα δομών/κατασκευών), ενώ τα κινητά ευρήματα είναι σχεδόν ανύπαρκτα, με εξαίρεση τον μεγάλο αριθμό αγγείων, που συνήθως εντοπίζονται μεταξύ των πηλών. Η παρουσία πασσαλοτρυπών στην περιφέρεια λάκκων σε συνδυασμό με τον μεγάλο όγκο πηλομαζών στα ανώτερα στρώματά τους και τη χωροθέτησή τους και κατά συστάδες φαίνεται να υποστηρίζουν την άποψη ότι οι λάκκοι αποτελούσαν σύνθετες δομές, με ανυψωμένο και στεγασμένο υπέργειο χώρο για περιοδική ή και περιστασιακή διαμονή, καθώς και υπόσκαφο χώρο δραστηριοτήτων.
Ιδιαίτερο στοιχείο της νεολιθικής Κορομηλιάς συνιστούν, επίσης, οι πολυάριθμες θερμικές κατασκευές, σε σχήμα ελλειπτικό, ορθογώνιο ή πεταλόσχημο (εικ. 7). Εντοπίστηκαν τόσο στο εσωτερικό λάκκων όσο και σε ανοιχτούς χώρους. Πρόκειται για εστίες και φούρνους (διαμέτρου 0,40 μ.-1 μ.) με πήλινα δάπεδα. Για την κατασκευή του σκελετού της θολωτής στέγασης –σύμφωνα με τα αποτυπώματα των οικοδομικών πηλών– χρησιμοποιούνταν κλαδιά, συχνά σε πλέξη, που μερικές φορές συνδυάζονταν με λεπτούς κορμούς. Σε άλλες περιπτώσεις, η ανωδομή σχηματιζόταν από μείγμα οικοδομικού πηλού και αχύρων χωρίς την προσθήκη ξύλινου σκελετού. Οι κατασκευές απαντούν συνήθως οργανωμένες σε μικρές συστάδες και σε πολύ λίγες περιπτώσεις εμφανίζονται χωρικά ανεξάρτητες. Στην άμεση περιφέρειά τους βρέθηκαν κυρίως ακέραια αγγεία, ενώ σπανιότερα τριπτά και πυριτολιθικά εργαλεία, καθώς και άλλα αντικείμενα του υλικού πολιτισμού της θέσης. Στην περιφέρεια μερικών θερμικών κατασκευών εντοπίστηκαν πασσαλότρυπες, ένδειξη ότι ορισμένες από αυτές διέθεταν στέγη.
Ο χαρακτήρας της εγκατάστασης
Η νεολιθική εγκατάσταση στα Τρίτα Κορομηλιάς, λόγω των περιβαλλοντικών συνθηκών που επικρατούσαν στην περιοχή και επιπλέον τη σύνθεση του αρχαιολογικού υλικού της θέσης, θεωρούμε ότι δεν αποτελεί τυπικό παράδειγμα οικιστικής μονάδας. Οι λάκκοι πρέπει να είχαν σύνθετη βιογραφία, με ποικίλες, ίσως και διαφοροποιημένες στο πέρασμα των χρόνων λειτουργίες, όπως προσωρινή στέγαση και φιλοξενία δραστηριοτήτων, ή και απορριμματικές πρακτικές.
Εξετάζεται το ενδεχόμενο τα Τρίτα Κορομηλιάς να αποτελούσαν μια θέση ειδικού χαρακτήρα, την οποία οι νεολιθικοί κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής, αλλά και άλλες, μετακινούμενες από τα βόρεια, ομάδες να χρησιμοποιούσαν κατά διαστήματα, πιθανόν τις θερμότερες περιόδους του έτους, για την περάτωση συγκεκριμένων δραστηριοτήτων, με παράλληλη αξιοποίηση των άφθονων λίθινων πρώτων υλών, την ανταλλαγή ποικίλων γνώσεων, καθώς και άλλων σπουδαίων κοινωνικών πληροφοριών. Στις ειδικού χαρακτήρα δραστηριότητες στη θέση συγκαταλέγονται, για παράδειγμα, η βόσκηση στα πλούσια παρόχθια λιβάδια της περιοχής των απαιτητικών σε ποσότητες τροφής και νερού βοοειδών (εικ. 8), ενώ δεν αποκλείεται και η καλλιέργεια του κριθαριού, κυρίαρχου είδους δημητριακών στα αρχαιοβοτανικά κατάλοιπα της θέσης, του οποίου οι πρώιμοι τύποι είχαν σύντομη περίοδο ωρίμανσης παράλληλα με υψηλή απόδοση σοδειάς, καθώς και προσαρμοστικότητα στις εδαφοκλιματικές συνθήκες.
Η περαιτέρω μελέτη του αρχαιολογικού υλικού από τη νέα προϊστορική θέση στα Τρίτα Κορομηλιάς αναμένεται να εμπλουτίσει τη νεολιθική έρευνα με ενδιαφέροντα στοιχεία για τη χωρο-οργάνωση, τις δομές και τις κατασκευές σε εγκαταστάσεις ειδικών περιβαλλοντικών συνθηκών. Επιπλέον να αποτελέσει τροφή για σκέψη και νέες προσεγγίσεις και στο πεδίο της διαχείρισης του διακοινοτικού χώρου, ειδικότερα των διακοινοτικών δικτύων επικοινωνίας και ανταλλαγών.
Επιστημονικό προσωπικό ανασκαφικής έρευνας 2013-2015
Αρχαιολόγοι – επικεφαλής ανασκαφικών τομέων και τομών: Νίκος Κατσικαρίδης, Ελένη Μαουσίδου-Βοζίκα, Tάσος Μπεκιάρης, Γιάννης Πετσάλνικος, Ελένη Τσιόλα
Αγρονόμοι-Τοπογράφοι Μηχανικοί: Kώστας Δουκόπουλος, Αποστόλης Γαράφας
Σχεδιαστές: Zωή Βουζιάνα, Κώστας Βουδούρης
Συντηρητές αρχαιολογικού υλικού: Στέργιος Παπαδάμος, Ειρήνη Τζήμα
Επιστημονική ομάδα μελέτης αρχαιολογικού υλικού: Στέλλα Θεοδωροπούλου (γεωλόγος–ορυκτολόγος): ταυτοποίηση λίθινων πρώτων υλών, Νίκος Κατσικαρίδης (αρχαιολόγος–προϊστοριολόγος): κεραμική, Δημήτρης Κλουκίνας (αρχαιολόγος–προϊστοριολόγος): οικοδομικοί πηλοί, Δήμητρα Κοτσαχρήστου (αρχαιολόγος–αρχαιοβοταναλόγος): αρχαιοβοτανικά κατάλοιπα, Οδυσσέας Μεταξάς (αρχαιολόγος–προϊστοριολόγος): εργαλεία λαξευμένου λίθου, Tάσος Μπεκιάρης (αρχαιολόγος–προϊστοριολόγος): λιθοτεχνία τριπτών αντικειμένων, Γιάννης Παπαδιάς (αρχαιολόγος–προϊστοριολόγος): τεχνολογία κεραμικής, Νίκη Σαριδάκη (αρχαιολόγος–προϊστοριολόγος): τεχνολογία κεραμικής, Χρήστος Στεργίου (γεωλόγος–ορυκτολόγος): ταυτοποίηση λίθινων πρώτων υλών
Δρ Γεωργία Στρατούλη
Εφορεία Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους
Προϊσταμένη του Τμήματος Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιολογικών Χώρων, Μνημείων, Αρχαιογνωστικής Έρευνας και Μουσείων