Την Τρίτη 12 Δεκεμβρίου 2017 και ώρα 19:00 η Γενική Γραμματέας του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, Δρ Μαρία Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη, εγκαινιάζει στο Νομισματικό Μουσείο την Επανέκθεση της Αίθουσας των Δωρητών του Ιλίου Μελάθρου «Ανδρέας Μπούζας. Στη Χορεία των Μεγάλων Δωρητών του Νομισματικού Μουσείου».
Σκοπός της Επανέκθεσης είναι να παρουσιαστούν στους μελλοντικούς επισκέπτες του Μουσείου 270 σπάνια και όλως ιδιαίτερα και μοναδικά χρυσά, αργυρά και χαλκά νομίσματα, που απέκτησε πρόσφατα χάρη στη γενναιόδωρη δωρεά της οικογένειας Ανδρέα Μπούζα.
Ο Ανδρέας Μπούζας (1922-2013), διεθνούς κύρους οφθαλμίατρος, γεννήθηκε στο Παλαιοχώρι Συρράκου, στα Τζουμέρκα της Ηπείρου. Γνήσιο τέκνο της Ηπείρου και θαυμαστής των μεγάλων Ηπειρωτών ευεργετών και δωρητών, όπως οι αδελφοί Ζωσιμά, ο Ανδρέας Μπούζας συνέλεξε κατά τη διάρκεια της ζωής του πολλά τέχνεργα του αρχαίου και νεότερου ελληνικού πολιτισμού, με μοναδικό σκοπό να περιέλθουν στο ελληνικό κράτος και να εκτεθούν σε ελληνικά μουσεία και ιδιαίτερα σε εκείνα της αγαπημένης του ιδιαίτερης πατρίδας. Σύμφωνα με την επιθυμία του πατέρα τους, η Ελένη, η Ευρυδίκη και η Λυδία Μπούζα δώρισαν τις Συλλογές των αρχαίων τεχνέργων του και 2.007 νομίσματα στο Αρχαιολογικό Μουσείο και στο Βυζαντινό Μουσείο Ιωαννίνων, ενώ εμπλούτισαν τα προσκτήματα του Νομισματικού Μουσείου με 936 εξαιρετικά και σπάνια νομίσματα, κυρίως του Πτολεμαϊκού Βασιλείου της Αιγύπτου και της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Το πλέον αξιόλογο μέρος της σπουδαίας δωρεάς Ανδρέα Μπούζα εντάχθηκε στη μόνιμη έκθεση του Νομισματικού Μουσείου και παρουσιάζεται σε δύο προθήκες στην Αίθουσα των Δωρητών. Εκτίθενται δύο ιδιαίτερα νομισματικά σύνολα, τα οποία πλουτίζουν καθοριστικά τις αντίστοιχες Συλλογές του Μουσείου, καθιστώντας τες ακόμη πιο επίζηλες διεθνώς.
Στην πρώτη προθήκη της Επανέκθεσης παρουσιάζονται 88 νομίσματα του βασιλείου των Πτολεμαίων (83 αργυρά και 5 χαλκά), τα οποία συμπληρώνουν μοναδικά τη Συλλογή Ιωάννου Δημητρίου με τα περίπου 10.000 χρυσά, αργυρά και χαλκά νομίσματα του μακεδονικού βασιλείου της Αιγύπτου. Πρόκειται για νομισματικές εκδόσεις των σημαντικότερων από τους Πτολεμαίους βασιλείς. Με τα περισσότερα τεμάχια αντιπροσωπεύονται οι Πτολεμαίοι Η’ και Θ’ και ακολουθούν με μεγάλο αριθμό νομισμάτων ο Πτολεμαίος Ι’, ο Πτολεμαίος ΙΑ’ στη συμβασιλεία του με την Κλεοπάτρα Γ’, ενώ το σύνολο ολοκληρώνει ένας ικανός αριθμός νομισμάτων των συμβασιλειών της Κλεοπάτρας Ζ’ με τους Πτολεμαίους ΙΓ’, ΙΔ’ και ΙΕ’. Τα αργυρά πτολεμαϊκά τετράδραχμα επιδεικνύουν μια παγιωμένη και σταθερή εικονογραφία. Στην εμπρόσθια όψη εικονίζουν το πορτρέτο του ηγεμόνα, όπως αυτό καθιερώθηκε, στατικό και χωρίς προσωπογραφικά χαρακτηριστικά, από τον Πτολεμαίο Α’ τον Λάγου, τον επονομαζόμενο Σωτήρα, ιδρυτή της δυναστείας. Στην οπίσθια όψη δεσπόζουν τα εμβλήματα του Οίκου των Λαγιδών, ο αετός και ο κεραυνός, τα δύο ιερά σύμβολα του ολυμπίου Διός, από τον οποίο ήλκε την καταγωγή της η δυναστεία, σύμφωνα με την παράδοση των Μακεδόνων βασιλέων.
Στη δεύτερη προθήκη της Επανέκθεσης εκτίθενται 82 χρυσά, αργυρά και ηλέκτρινα, υστερορωμαϊκά και βυζαντινά νομίσματα. Οι νομισματικές αυτές εκδόσεις είναι στην πλειονότητά τους εξαιρετικής διατήρησης και μεγάλης σπανιότητας. Τα πλέον ενδιαφέροντα από αυτά είναι τα χρυσά νομίσματα των δυναστειών των Ισαύρων και των Αμοριανών, τα άσπρα τραχέα από ήλεκτρο της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας και τα υπέρπυρα των Παλαιολόγων. Στην ομάδα αυτή παρατηρούμε την εικονογραφική εξέλιξη του βυζαντινού νομίσματος, πριν και μετά την Εικονομαχία, με τους Ισαύρους να απεικονίζουν στα νομίσματά τους μόνο το ιερό σημείο του Σταυρού και την επανεμφάνιση του Χριστού Παντοκράτορα στην εμπρόσθια όψη των σολίδων μετά την αποκατάσταση των Εικόνων το 843 μ.Χ. Η εικονογραφία της βυζαντινής νομισματοκοπίας εμπλουτίζεται αργότερα με τις παραστάσεις της Θεοτόκου, των προστατών αγίων και των αρχαγγέλων.
Την επιστημονική επιμέλεια και το γενικό συντονισμό της έκθεσης έχει ο Διευθυντής του Επιγραφικού και Νομισματικού Μουσείου, Δρ Γεώργιος Κακαβάς, με τη συνδρομή του επιστημονικού προσωπικού του Νομισματικού Μουσείου. Τη μουσειολογική μελέτη υπογράφει η Γιόρκα Νικολάου, ιστορικός-νομισματολόγος και τη μουσειογραφική η Δρ Μαριάννα Σαβράμη, αρχιτέκτων μηχανικός, ενώ στο σχεδιασμό της επανέκθεσης συμμετείχε η Μαργαρίτα Σορώτου, συντηρήτρια αρχαιοτήτων. Η συντήρηση και η φωτογράφιση των νομισμάτων πραγματοποιήθηκαν από το προσωπικό του εργαστηρίου συντήρησης του Μουσείου.
Την τελετή των εγκαινίων θα πλαισιώσει μουσικά το DUO SOPIANO με την υψίφωνο Έλλη Αναστασοπούλου και τον πιανίστα Neville Jason Fahy, ενώ θα ακολουθήσει δεξίωση.