Νέα στοιχεία, ικανά για να λυθεί ο γρίφος της ταυτότητας των ζωγράφων που φιλοτέχνησαν το εντυπωσιακό ζωγραφικό σύνολο του ναού του Πρωτάτου, στις Καρυές του Αγίου Όρους, προέκυψαν από τις εργασίες συντήρησης που πραγματοποίησε η Εφορεία Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους, από τον Ιανουάριο του 2011 έως τον Δεκέμβριο του 2015, με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ της περιόδου 2007-2013.
Αυτό ανέφερε ο προϊστάμενος της Εφορείας, Ιωάννης Κανονίδης, μιλώντας σε επιστημονική ημερίδα με τίτλο «Ο ναός του Πρωτάτου και ο ζωγράφος του: Έργα συντήρησης και νέα δεδομένα» που διοργάνωσε η Εφορεία στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, σε συνεργασία με την Αγιορείτικη Εστία Θεσσαλονίκης.
Ο κ. Κανονίδης επισήμανε ότι ο ζωγράφος, σύμφωνα με την κρατούσα άποψη, ταυτίζεται με τον Μανουήλ Πανσέληνο, τον εκ Θεσσαλονίκης αγιογράφο, ωστόσο, όπως προέκυψε από τα έργα συντήρησης, «γράμματα από τις υπογραφές του ζωγράφου Ευτύχιου Αστραπά, εντοπίστηκαν στην εξάρτηση του στρατιωτικού Αγίου Μερκουρίου, στην πρώτη ζώνη του νότιου τοίχου του κεντρικού κλίτους». Η πρώτη αξιολόγηση των νέων αυτών στοιχείων παραδίδεται στον δεύτερο τόμο του δίτομου έργου «Πρωτάτο 2. Η συντήρηση των τοιχογραφιών, έκδοση προβολής ενός έργου».
Από την πλευρά της, η αρχαιολόγος Ανδρομάχη Νάστου, μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ), διευκρίνισε ότι οι παραδόσεις που μεταφέρονται μεταξύ θρύλων και ιστοριών των Αγιορειτών, αναφέρουν το όνομα του Μανουήλ Πανσέληνου, ωστόσο ο ίδιος δεν έχει υπογράψει κάποιο έργο. Ενδέχεται ο ίδιος, αλλά και ο Ευτύχιος Αστραπάς, να ανήκουν στην ομάδα όσων φιλοτέχνησαν το ζωγραφικό σύνολο του Πρωτάτου.
«Ο καλλιτέχνης πέτυχε να δημιουργήσει νέες παραστάσεις ή να αναδιατάξει τη θέση γνωστών εικονογραφικών θεμάτων, προκειμένου να ωθήσει τον εισερχόμενο στο ναό σε νέους συνειρμούς. Και όλα αυτά συνοδευόμενα από την παράθεση ιδιαζουσών λεπτομερειών της εποχής του. Ίσως τελικά, ο μεγάλος καλλιτέχνης δεν κρίνεται από το γενικό, αλλά και από τις λεπτομέρειες» είπε χαρακτηριστικά ο κ. Κανονίδης.
Για τον τοιχογραφικό διάκοσμο του Πρωτάτου τόνισε ότι αποτελεί αδιάψευστο μάρτυρα του υψηλού επιπέδου που έφτασε η βυζαντινή τέχνη κατά την εποχή των Παλαιολόγων και υπογράμμισε ότι το πνεύμα αυτής της ζωγραφικής φιλοξενήθηκε στον πυρήνα ενός μοναστικού περιβάλλοντος, ενός από τα μεγάλα κέντρα της εποχής με πνευματική άνθηση.
Συγκεκριμένα σημείωσε ότι η τρίκλιτη βασιλική του Πρωτάτου με το εγκάρσιο κλίτος δεσπόζει στο μέσο της χερσονήσου του Αγίου Όρους, στην περιοχή που ονομάζεται Μεγάλη Μέση, τις σημερινές Καρυές, αποτελεί σύμβολο ενότητας της μοναστικής κοινότητας και χώρο λατρείας της Κοίμησης της Θεοτόκου.
Το σύνολο του σωζόμενου τοιχογραφικού διακόσμου στο ναό του Πρωτάτου εκτείνεται σε περίπου 700 τ.μ. και οργανώνεται σε τρεις έως πέντε διαφορετικές εικονογραφικές ζώνες. Από διάφορους μελετητές, μέχρι σήμερα, έχουν επισημανθεί παραστάσεις που είτε είναι μοναδικές στη βυζαντινή τέχνη, είτε πρωτοεμφανίζονται στο Πρωτάτο, είτε ανανοηματοδοτούνται μέσα από την ερμηνευτική προσέγγιση των αγιογραφικών χωρίων, των λειτουργικών περικοπών και των ιστορικών γεγονότων της εποχής.
Ιδιαίτερη θεωρείται η απεικόνιση των 53 προπατόρων του Χριστού, στο βόρειο, νότιο και δυτικό τοίχο του κεντρικού κλίτους του ναού, που θεωρείται ότι καλύπτει νοηματικά την απουσία της μορφής του παντοκράτορα και την απόδοση του συμβολισμού της μικρογραφίας του σύμπαντος. Αξιοσημείωτη στη σειρά των προπατόρων είναι, κατά τον κ. Κανονίδη, η παρουσία της Εύας, σε αντιδιαστολή και συνδυασμό με τη νέα Εύα, δηλαδή τη Θεοτόκο.
Νωρίτερα, το χαιρετισμό του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου στην ημερίδα αλλά και στο δεύτερο διεθνές επιστημονικό εργαστήριο της Αγιορειτικής Εστίας διάβασε ο επίτιμος διευθυντής της, Δημήτριος Σαλπιστής.
Στο χαιρετισμό του Πατριάρχη γίνεται αναφορά στο χαρακτήρα του ιερού ναού του Πρωτάτου στις Καρυές του Αγίου Όρους, καθώς, παρά τις επιδρομές των κατακτητών, έμεινε αναλλοίωτος, όπως και ο δεσμός του με τη μητέρα εκκλησία της Κωνσταντινούπολης. Παράλληλα, οι μονές χαρακτηρίζονται ως εργαστήρια υψηλού πολιτισμού και μνημεία ιεράς τέχνης, βαθιάς θεολογίας, αυθυπερβάσεως και αυτοπροσφοράς, θεογνωσίας και ανθρωπογνωσίας. Αναφερόμενος ειδικά στην εικόνα της Παναγίας Άξιον Εστί στο ναό του Πρωτάτου, ο Οικουμενικός Πατριάρχης αναφέρει ότι πρόκειται για σημείο αναφοράς για την ιστορική πορεία του Αγίου Όρους και ζώσα μαρτυρία υψηλότατης αισθητικής και ιερών ασκητικών αγώνων.
Από την πλευρά της ιεράς κοινότητας του Αγίου Όρους, ο γέρων Συμεών Διονυσιάτης, μέλος του ΔΣ της Αγειορειτικής Εστίας, χαιρέτισε τα στοιχεία που προέκυψαν μετά την ανάδειξη των αποτελεσμάτων της επιστημονικής έρευνας για το Άγιον Όρος και επισήμανε ότι η μοναστική πολιτεία είναι παγκόσμιο ορθόδοξο μοναστικό κέντρο και κέντρο πολιτισμού, όπου συνυπάρχουν άνθρωποι με διαφορετική προέλευση και σύνδεσμο την κοινή πίστη.
Εξάλλου, στο χαιρετισμό της γενικής γραμματέως του υπουργείου Πολιτισμού, Μαρίας Βλαζάκη, που διαβάστηκε από τον κ. Κανονίδη, υπογραμμίζεται ότι ο ναός του Πρωτάτου, που δημιουργήθηκε τον 10ο αιώνα και είναι αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου, αντιπροσωπεύει καθολικά την αθωνική κοινότητα.
Παράλληλα τονίζεται ότι τα αποτελέσματα των εργασιών που ανέλαβε και εκτέλεσε το υπουργείο Πολιτισμού, μέσω της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους και άλλων αρμόδιων υπηρεσιών του, πραγματικά δικαιώνουν τους κόπους όσων εργάστηκαν για το σημερινό επίτευγμα. Ιδιαίτερη αναφορά κάνει η κα Βλαζάκη στους αρχαιολόγους, τους μηχανικούς, τους αρχιτέκτονες, τους ιστορικούς, τους συντηρητές, τους εργάτες και τους τεχνίτες, αλλά και τους διοικητικούς και οικονομικούς υπαλλήλους που συνεργάστηκαν στο πλαίσιο του έργου.
Χαιρετισμούς απηύθυναν, επίσης, ο αντιδήμαρχος Θεσσαλονίκης και αντιπρόεδρος του ΔΣ της Αγειορειτικής Εστίας, Πέτρος Λεκάκης και ο Χάρης Αηδονόπουλος, εκπρόσωπος του περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας.