Την ολοκλήρωση της ανασκαφικής έρευνας του 2017 στην τοποθεσία Σκαλιά της Κισσόνεργας της Πάφου ανακοίνωσε το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου. Στα Σκαλιά ερευνώνται τα κατάλοιπα ενός οικισμού της Εποχής του Χαλκού από αποστολή του Πανεπιστημίου του Manchester, υπό τη διεύθυνση της δρος Lindy Crewe, διευθύντριας του Αμερικάνικου Ινστιτούτου Αρχαιολογικών Ερευνών στη Λευκωσία (CAARI). Ο χώρος βρισκόταν σε χρήση τόσο κατά την Ύστερη Χαλκολιθική περίοδο, πριν από το 2500 π.Χ., όσο και κατά ένα μεγάλο μέρος της Εποχής του Χαλκού, μέχρι το 1600 π.Χ., οπότε και εγκαταλείφθηκε.
Ο στόχος της έρευνας κατά το 2017 ήταν να συνεχιστεί η αποκάλυψη των καταλοίπων της τελευταίας φάσης χρήσης του οικισμού. Κατά την επέκταση των ανασκαφών, στο βόρειο τμήμα του χώρου εντοπίστηκαν κατάλοιπα παλαιότερης φάσης, που χρονολογούνται στη Χαλκολιθική περίοδο. Πρόκειται για χώρο νεκροταφείου, όπως μαρτυρούν τέσσερις λακκοειδείς τάφοι. Σε αυτούς δεν βρέθηκαν κτερίσματα που θα βοηθούσαν στην ακριβέστερη χρονολόγησή τους, ωστόσο όστρακα κεραμικής από το χώρο καθιστούν πιθανή μια χρονολόγηση στη Μέση Χαλκολιθική περίοδο. Πρόκειται για σημαντικό νέο στοιχείο, καθώς με τα μέχρι τώρα δεδομένα από τον γειτονικό οικισμό στα Μοσφίλια της Κισσόνεργας, θεωρείτο ότι τάφοι αυτής της περιόδου υπήρχαν μόνο εντός και γύρω από τα σπίτια του οικισμού, ενώ οι τάφοι στα Σκαλιά προφανώς ήταν εκτός του οικισμού.
Νοτιότερα, αποκαλύφθηκε ένα σύμπλεγμα κτισμάτων που χρονολογούνται στη Μεσοκυπριακή ΙΙΙ-Υστεροκυπριακή ΙΑ1 περίοδο. Δεν βρέθηκαν κατάλοιπα νεότερα από αυτή τη φάση. Τα κτίσματα της τελευταίας φάσης, που εκτείνονται σε περισσότερα από 1.200 τ.μ., ήταν αφιερωμένα σε εργαστηριακές χρήσεις, όπως παρασκευή μπύρας και προετοιμασία μεγάλων ποσοτήτων φαγητού, καθώς και κλώσιμο νημάτων και άλεσμα δημητριακών. Το σύμπλεγμα είχε κατασκευαστεί πιθανότατα από το σύνολο της κοινότητας, πάνω στα ερείπια κτισμάτων πρωιμότερης φάσης της Εποχής του Χαλκού. Στον ασυνήθιστα μεγάλο αυτό χώρο πιθανόν να γίνονταν συγκεντρώσεις ή κάποια άλλη άγνωστη δραστηριότητα.
Ο τομέας που ονομάστηκε P/B2 έχει έκταση 55 τ.μ. Δύο μακροί παράλληλοι τοίχοι (διακρίνονται στο πάνω και το κάτω μέρος της εικ. 2) φαίνεται να ορίζουν έναν χώρο, στο εσωτερικό του οποίου βρέθηκαν κατάλοιπα τοίχων και οροφής που κατέρρευσαν, οπότε ο χώρος ήταν μάλλον στεγασμένος. Δοκιμαστική τομή ανάμεσα στους τοίχους αποκάλυψε σε κατώτερα στρώματα κατάλοιπα κατεστραμμένου κτηρίου και εκτεταμένες αποθέσεις στάχτης. Αυτό το κτήριο μιας πρωιμότερης φάσης της Εποχής του Χαλκού φαίνεται να καταστράφηκε εσκεμμένα.
Κοντά στον τοίχο που φαίνεται στο πάνω αριστερό μέρος της εικόνας 2, βρέθηκαν και άλλα κατάλοιπα τοίχου που κατέρρευσε. Όταν αυτά αναιρέθηκαν, αποκαλύφθηκε μια αλληλουχία δύο δαπέδων. Πάνω από το ανώτερο δάπεδο βρέθηκε το πάνω μέρος ενός πήλινου ειδωλίου. Πρόκειται για ασυνήθιστου τύπου ειδώλιο, πιθανότατα της Μέσης Εποχής του Χαλκού. Τα πολύ λίγα ειδώλια αυτής της περιόδου που είναι γνωστά παρουσιάζουν ποικιλία χαρακτηριστικών. Η ρυθμός διακόσμησης αυτού του ειδωλίου, ιθαγενής στην Κισσόνεργα, αποτελείται από εμπίεστους κύκλους με στιγμή στο κέντρο και παράλληλες ευθείες που περιβάλλουν σειρά στιγμών. Η μορφή έχει τρυπημένα αυτιά και φέρει ένα σύνθετο κάλυμμα στο κεφάλι.
Υπάρχουν τμήματα της τελευταίας φάσης του συμπλέγματος στα Σκαλιά της Κισσόνεργας που δεν έχουν ακόμη αποκαλυφθεί. Αναμένεται ότι η μελλοντική ανασκαφική έρευνα θα αποκαλύψει στοιχεία σχετικά με το χαρακτήρα των εγκαταστάσεων αυτών και των δραστηριοτήτων που εξυπηρετούσαν. Αναπάντητα παραμένουν κύρια ερωτήματα όπως γιατί κατασκευάστηκε ένα τόσο μεγάλο σύμπλεγμα που τελικά υπήρξε σε χρήση μόνο για μία ή δύο γενιές, ποια ήταν η χρήση του και γιατί υπήρχαν εδώ τόσο πολλές εγκαταστάσεις φωτιάς.