Η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων διεξήγαγε και φέτος, για τρίτη συνεχή χρονιά, υποβρύχια ανασκαφή στο χώρο του Ναυαγίου των Αντικυθήρων. Η έρευνα κράτησε από τις 4 μέχρι τις 20 Σεπτεμβρίου, κάτω από ιδιαίτερα ευνοϊκές καιρικές συνθήκες, επισημαίνεται στην ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού.
Κατά τη διάρκεια της έρευνας συνεχίστηκε η ανασκαφή στον θαλάσσιο χώρο, από τον οποίο προέρχονται τα σκελετικά κατάλοιπα της περσινής αποστολής, καθώς και εξαρτήματα από το ίδιο το πλοίο, όπως: τμήματα μολύβδινων σωλήνων (σεντίνες), αντίβαρα και συσσωματώματα από σιδηρά αντικείμενα. Παράλληλα, κατά τη φετινή περίοδο ανελκύστηκε πλήθος θραυσμάτων αμφορέων και άλλων αγγείων.
Από τα ευρήματα που ανελκύστηκαν ιδιαίτερα σημαντικά χαρακτηρίζονται ένα χάλκινο τμήμα με πτυχώσεις ενδύματος, προερχόμενο από άγαλμα, καθώς και ένα χάλκινο δεξί χέρι, που σώζεται από τον ώμο μέχρι τα δάκτυλα. Ανελκύστηκε επίσης ένα συσσωμάτωμα, που δημιουργήθηκε γύρω από κάποιο σιδερένιο αντικείμενο, το οποίο έχει πλήρως οξειδωθεί και έχει αφήσει το αποτύπωμά του. Στο ίδιο συσσωμάτωμα παρατηρήθηκαν εγκλωβισμένα φύλλα μολύβδου, όστρακα και κομμάτια ξύλου. Μέσα στο συσσωμάτωμα, όπως έδειξε η ραδιογραφία, υπάρχει και μία μεσόμφαλη μεταλλική φιάλη, το είδος μετάλλου της οποίας θα φανεί μετά την απελευθέρωσή της από τον επίπαγο. Βρέθηκαν επίσης μια ορθογώνια, πρακτικώς ακέραιη πλάκα από πολύχρωμο ερυθρωπό μάρμαρο, από επίστεψη τράπεζας με περιχείλωμα στην κυρία όψη, διαστάσεων 68×35 εκ. και πάχους 5 εκ., καθώς και μία ακόμα ενσφράγιστη λαβή αμφορέα, παρόμοια με δύο άλλες που είχαν βρεθεί σε παλαιότερες έρευνες.
Αξιοσημείωτο είναι ότι στα χάλκινα ευρήματα συγκαταλέγεται δισκοειδές αντικείμενο, πολύ οξειδωμένο, με τέσσερις διάτρητες αποφύσεις, πάνω στο οποίο, όπως έδειξε η ραδιογραφία, υπάρχει παράσταση ζώου, πιθανόν βοοειδούς.
Τέλος, ιδιαίτερα σημαντικό εύρημα αποτελεί ξύλινο τμήμα από το ίδιο το πλοίο (κέλυφος και νομείς), το οποίο, συνδυαζόμενο με τα ευρήματα του φορτίου και το σημείο εντοπισμού του, διασαφηνίζει περαιτέρω την εικόνα του γεγονότος του ναυτικού ατυχήματος, ιδιαίτερα σε συνδυασμό με τις έμμεσες πληροφορίες από την ανέλκυση των σφουγγαράδων το 1900.
Περαιτέρω μικροαντικείμενα, θραύσματα κεραμικής, καρφιά από το ίδιο το πλοίο, ελάσματα από την επιμολύβδωση του σκάφους, καθώς και αντικείμενα που μαρτυρούν την παρουσία της ομάδας Cousteau–ΥΠΠΕ το 1976, σημάνθηκαν ή ανελκύστηκαν. Από την ανασκαφή προέρχονται και αδιάγνωστα, με την αρχική οπτική επισκόπηση, αντικείμενα τα οποία θα μελετηθούν στη συνέχεια για την ταύτισή τους.
Ταυτόχρονα η ανασκαφή επεκτάθηκε σε δύο ακόμα περιοχές, όπου εντοπίστηκαν κάτω από μεγάλους λίθινους όγκους, οι οποίοι κατέληξαν στο βυθό συνεπεία κάποιου ισχυρού σεισμικού γεγονότος, θραύσματα χαλκών και μαρμάρινων αγαλμάτων, τα οποία θα αποτελέσουν αντικείμενο μελλοντικής έρευνας.
Η έρευνα διενεργήθηκε υπό τη διεύθυνση της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων διά της Προϊσταμένης της, Α. Σίμωσι, ενώ επιστημονικοί υπεύθυνοι και διεξάγοντες στο πεδίο είναι οι αρχαιολόγοι της ΕΕΑ Θ. Θεοδούλου και Δ. Κουρκουμέλης. Με την ερευνητική ομάδα συνεργάζεται ο δρ αρχαιολόγος-τεχνολόγος Β. Foley από το Πανεπιστήμιο του Lund.
«Η έρευνα αυτή του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού (ΥΠΠΟΑ) τελεί υπό την αιγίδα της Προεδρίας της Ελληνικής Δημοκρατίας και η χρηματοδότησή της έγινε από πόρους που εξασφάλισε ο δρ Β. Foley και διέθεσε διά μέσου του Πανεπιστημίου του Lund ή διά μέσου της μη Κερδοσκοπικής Εταιρείας Αργώ. Την έρευνα υποστήριξαν η ελβετική εταιρεία Hublot, το Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη, το Swordspoint Foundation, η Autodesk, η ΟΤΕ-COSMOTE, και η Επιτροπή Εγχωρίου Περιουσίας Κυθήρων και Αντικυθήρων. Ιδιαίτερες ευχαριστίες οφείλονται στον Δήμο Κυθήρων, ο οποίος παρέχει όλες τις δημοτικές υποδομές φιλοξενίας στα Αντικύθηρα, καθώς και στους κατοίκους των Αντικυθήρων» καταλήγει η ανακοίνωση του Υπουργείου.
Βίντεο σχετικά με την έρευνα στο Ναυάγιο των Αντικυθήρων.