«Ο ΣΕΑ καταγγέλλει τον πρωτοφανή οικονομικό στραγγαλισμό που υφίσταται η Αρχαιολογική Υπηρεσία τη φετινή χρονιά και ο οποίος οφείλεται όχι μόνο στις πνιγηρές πολιτικές λιτότητας και τις επιπτώσεις των μνημονίων και στον χώρο του Πολιτισμού, αλλά και σε πρωτοφανείς νομοθετικές και γραφειοκρατικές εμπλοκές και παραλείψεις που δεν επιτρέπουν στις Υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ να διαχειριστούν τα ελάχιστα κονδύλια του τακτικού προϋπολογισμού που διατίθενται για πάγια λειτουργικά έξοδα». Αυτό αναφέρει, σε ανακοίνωσή του, ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ), τονίζοντας: «Βρισκόμαστε ήδη στη μέση της χρονιάς, την εποχή δηλαδή που οι ανάγκες των αρχαιολογικών χώρων και των μουσείων φτάνουν στην κορύφωσή τους, καθώς και η τουριστική περίοδος, και όμως η Αρχαιολογική Υπηρεσία δεν μπορεί να προβεί σε καμία εργασία ή προμήθεια για να εξυπηρετήσει απολύτως απαραίτητες ανάγκες!».
«Πρόκειται για εγκληματική αμέλεια κυβέρνησης και πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΠΟΑ που θέτει σε κίνδυνο την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς», συμπληρώνει ο ΣΕΑ. Παράλληλα, σημειώνει ότι «η πρωτόγνωρη αδυναμία διαχείρισης των πιστώσεων του τακτικού προϋπολογισμού από τις Υπηρεσίες έχει άμεσο αντίκτυπο στην ομαλή λειτουργία των μουσείων και των επισκέψιμων αρχαιολογικών χώρων: Βλάβες στα συστήματα ασφαλείας που δεν μπορούν να επισκευαστούν, μέτρα πυροπροστασίας –όπως καθαρισμοί αρχαιολογικών χώρων από βλάστηση και συντήρηση συστημάτων πυρόσβεσης– να εκτελούνται μερικώς από το ελάχιστο μόνιμο προσωπικό ή τους δήμους, όπου υπάρχει συνεργασία, τα μουσεία χωρίς ούτε τα απαραίτητα είδη καθαριότητας, τα υπηρεσιακά οχήματα –που μεταφέρουν αρχαιότητες, εργαλεία, προσωπικό για ανασκαφές, αυτοψίες, καθαρισμούς, συντήρηση μνημείων– ακινητοποιημένα χωρίς καύσιμα, ενώ στις υπηρεσίες δεν υπάρχει καν μελάνι και χαρτί για εκτύπωση δημοσίων εγγράφων! Το γεγονός ότι η δημόσια εικόνα μουσείων και χώρων δεν έχει αμαυρωθεί εδώ και έξι μήνες οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στη φιλοτιμία των εργαζομένων, οι οποίοι καλύπτουν εθελοντικά πολλά από τα βασικά έξοδα».
Ο ΣΕΑ κάνει λόγο και για «νομοθετικές παρεμβάσεις, αλλά και δημόσιες δηλώσεις υπουργών, που δείχνουν ότι η κυβέρνηση (με σύμπνοια “θεσμών” και τοπικών συμφερόντων) επιθυμεί να περικοπούν λειτουργίες, στο πλαίσιο της συνειδητής απαξίωσης της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, ως βασικού φορέα προστασίας της Πολιτιστικής Κληρονομιάς και ως ικανού, λειτουργικού φορέα που εκτελεί πάσης φύσεως έργα επί μνημείων, αρχαιολογικών χώρων και μουσείων. Παράλληλα, εξωγενείς φορείς και συμφέροντα διεκδικούν λυσσαλέα επικερδείς (όπως προσδοκούν) τομείς, όπως η διαχείριση μουσείων και αρχαιολογικών χώρων και η εκτέλεση αρχαιολογικών έργων».
Τι ζητούν οι αρχαιολόγοι από την πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟΑ; «Την άμεση απεμπλοκή του θέματος διαχείρισης του τακτικού προϋπολογισμού», καθώς γνωρίζουν, όπως αναφέρουν, «ότι ενώ δημοσιεύθηκε εδώ και μέρες η διαπιστωτική πράξη που ορίζει όλες τις Εφορείες Αρχαιοτήτων ως αναθέτουσες αρχές, (ΦΕΚ Β/1921/1-6-2017), ώστε να μπορούν να πληρώνουν από τον τακτικό προϋπολογισμό, δεν έχει προχωρήσει η απαραίτητη ΚΥΑ που ακολουθεί, μεταξύ ΥΠΟΙΑΝ και ΥΠΠΟΑ». Επίσης, «την αύξηση της χρηματοδότησης της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας από τον Τακτικό Προϋπολογισμό και το ΠΔΕ (σσ. Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων) για να μπορεί απρόσκοπτα να προσλαμβάνει προσωπικό, να συνάπτει συμβάσεις και να υποστηρίζει τα έργα που εκτελεί με αυτεπιστασία».