Μια πολύ ενδιαφέρουσα ημερίδα πραγματοποιήθηκε στη Λευκωσία, με θέμα «Διεπιστημονική προσέγγιση στη Συντήρηση Μνημείων. Το παράδειγμα της Μονής Δαφνίου». Την πρωτοβουλία της ημερίδας είχε το Κυπριακό Τμήμα του ICOMOS (Κυπριακό Τμήμα του Διεθνούς Συμβουλίου Μνημείων και Χώρων) και συνδιοργανώθηκε με το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου, υπό την αιγίδα του Έλληνα πρέσβη Ηλία Φωτόπουλου.
Στην ημερίδα μίλησαν ειδικοί επιστήμονες από την Ελλάδα, που πήραν μέρος στις εργασίες συντήρησης στη Μονή Δαφνίου, ένα ιδιαίτερα σημαντικό Βυζαντινό Μνημείο, του οποίου η εξέχουσα αξία αναγνωρίστηκε και από την UNESCO, που το περιέλαβε στον Κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς.
Για την οικοδομική ιστορία της I. Μονής Δαφνίου μίλησε ο Νίκος Δεληνικόλας, αρχιτέκτονας-μηχανικός, προϊστάμενος του Τμήματος Μελετών Βυζαντινών Μνημείων, ο οποίος ανέφερε ότι, από τον σεισμό του 1999, οι έρευνες στη Μονή Δαφνίου υπήρξαν οι ελάχιστες δυνατές και πάντα εξαρτημένες από το στόχο της διάσωσης και της αποκατάστασης του συγκροτήματος και όχι της αναζήτησης απαντήσεων στα ευρύτερα ερωτήματα ιστορικής τεκμηρίωσής του. Παρά ταύτα, επεσήμανε ο κ. Δεληνικόλας, «αρκετά στοιχεία ήρθαν στο φως και απαντήσεις δόθηκαν σε παλιά ερωτήματα, διευρύνοντας την έρευνα σε ένα πιο γόνιμο έδαφος». Ειδικότερα, αναφέρθηκε επιγραμματικά στις διαδοχικές περιπέτειες και την οικοδομική ιστορία, όπως προέκυψαν ανιχνεύοντας την ιστορική παθολογία των κτισμάτων, δηλαδή τις αλλοιώσεις και ανοικοδομήσεις μετά από βλάβες προερχόμενες από ποικίλα αίτια, με σημαντικότερα τους σεισμούς και τις εχθρικές ενέργειες. Η περιοχή του Δαφνίου, σημείωσε, αποτελεί γεωλογικό ρήγμα και πέρασμα μέσα από το όρος Αιγάλεω. Είναι η κύρια χερσαία είσοδος στο λεκανοπέδιο των Αθηνών και «επομένως το συγκρότημα του Δαφνιού, Οχυρό και Μοναστήρι, υποδεχόταν πρώτο τους ειρηνικούς ταξιδιώτες, αλλά και πρώτο υπέμενε την επιθετικότητα των εισβολέων».
Για τις εργασίες στερέωσης των τειχών της Μονής Δαφνίου μίλησαν οι αρχαιολόγοι Βασιλική Παπαγεωργίου (Διεύθυνση Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων, Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών) και Αργυρώ Καραμπερίδη (Εφορεία Αρχαιοτήτων Αθηνών, Τμήμα Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιολογικών χώρων, Μνημείων Αρχαιογνωστικής Έρευνας και Μουσείων).
Ανέφεραν ότι, κατά την περίοδο 2011-2014, η 1η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, με χρηματοδότηση από το «Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο Αναφοράς» (ΕΣΠΑ), εκτέλεσε με την μέθοδο της αυτεπιστασίας το έργο «Αποκατάσταση μεγάλου περίβολου της Ι.Μ. Δαφνίου, Α’ φάση».
Το έργο αποτελεί την πρώτη, προπαρασκευαστική φάση μιας συνολικότερης επέμβασης και κύριο σκοπό είχε την άρση των ιδιαίτερα επικίνδυνων ετοιμορροπιών, την απομάκρυνση «όλων των νεωτερικών επεμβάσεων που επιβάρυναν αισθητικά και στατικά το μνημείο, καθώς και πιλοτικές εφαρμογές στερεώσεων και αποκαταστάσεων, προκειμένου να καταστεί δυνατή η ολοκληρωμένη επέμβαση αποκατάστασης των τειχών σε δεύτερη φάση». Χαρακτήρισαν το έργο «παράδειγμα διεπιστημονικής συνεργασίας», καθώς για την επιτυχή ολοκλήρωσή του συνέβαλαν ποικιλοτρόπως επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων, καθώς και εξειδικευμένο τεχνικό και εργατικό προσωπικό. Παράλληλα, η 1η ΕΒΑ, ως Υπηρεσία με αρμοδιότητά τη συνολική διαχείριση του μνημείου, διαμόρφωσε δομές και αντιμετώπισε τις δυσκολίες της λειτουργίας του χώρου ως ανοιχτό επισκέψιμο εργοτάξιο, ενώ συμμετείχε στην εποπτεία των λοιπών έργων που βρίσκονταν σε εξέλιξη.
Η Ανδρονίκη Μιλτιάδου, δρ Πολιτικός Μηχανικός, επίκουρος καθηγήτρια στη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ, είπε ότι, λόγω των σοβαρών βλαβών που προκλήθηκαν στην I.Μ. Δαφνίου από τον σεισμό των Αθηνών της 7ης Σεπτεμβρίου 1999, κατέστη αναγκαία η πραγματοποίηση μεγάλης κλίμακας εργασιών στερέωσης, αποκατάστασης και συντήρησης, που περιελάμβαναν, όχι μόνον το Καθολικό και τα μεγάλης τέχνης εντοίχια ψηφιδωτά του, αλλά και τα κτήρια του εσωτερικού περιβόλου, τον εξωτερικό περίβολο και όλα τα ερειπωμένα κτίσματα. Για τον σκοπό αυτό, πραγματοποιήθηκαν από τις συναρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού σταδιακά όλες οι αναγκαίες διεπιστημονικές έρευνες, τεκμηριώσεις και μελέτες, σε συνεργασία, όπου απαιτήθηκε, με τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα και άλλους ερευνητικούς φορείς της ημεδαπής και αλλοδαπής.
Στην ομιλία της έδωσε έμφαση στη διεπιστημονική συνεργασία στην πράξη, από την επομένη του σεισμού για την εξεύρεση της βέλτιστης λύσης αντιμετώπισης των δύσκολων θεμάτων στερέωσης, αποκατάστασης και συντήρησης του μνημείου, καθώς επίσης στη σημασία της υιοθέτησης της σταδιακής εκπόνησης μελετών και εκτέλεσης εργασιών.
Για τη συντήρηση των εντοίχιων ψηφιδωτών της Μονής Δαφνίου μίλησε η Ελισάβετ-Αγγελική Αναματερού, υπεύθυνη του Εργαστηρίου Συντήρησης Ψηφιδωτού στην Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Εντοίχιων ψηφιδωτών στην I.Μ. Δαφνίου.
Ο σεισμός του 1999 στην Αθήνα προκάλεσε σοβαρές ζημιές στην Ι.Μ. Δαφνίου και στον ψηφιδωτό διάκοσμο (192 τ.μ.), στάθηκε όμως, είπε, η αφορμή να ενεργοποιηθεί η αρχή ενός προγράμματος, που συγχρηματοδοτήθηκε από το Ελληνικό Κράτος και την Ευρωπαϊκή Ένωση, για μια ολιστική προσέγγιση ως προς την αναστήλωση και συντήρηση του μνημείου και των ψηφιδωτών. Η κα Αναματερού τόνισε ότι «μέσα στους αιώνες, τα ψηφιδωτά του Καθολικού έχουν υποστεί την καταπόνηση από διάφορους σεισμούς, με αποτέλεσμα να απολεσθεί ένα μεγάλο μέρος τους. Αρκετές προσπάθειες συντήρησης πρέπει να έγιναν σε διάφορες περιόδους και ειδικότερα από τα τέλη του 19ου αι.».
Το παρόν πρόγραμμα, ανέφερε, σχεδιάστηκε και πραγματοποιήθηκε σε τρεις φάσεις:
– Η πρώτη φάση περιλάμβανε τα πρώτα σωστικά μέτρα, για να περιοριστούν οι απώλειες, ενώ συγχρόνως ξεκίνησε λεπτομερής τεκμηρίωση της παθολογίας και των παλαιότερων επεμβάσεων.
– Στη δεύτερη φάση, έγιναν ερευνητικά προγράμματα που περιλάμβαναν την φωτογραμμετρική αποτύπωση των ψηφιδωτών, διερευνήθηκαν τα κονιάματα δομής και εξετάστηκαν οι πρώτες ύλες και συνθέσεις των υλικών επέμβασης (κονιάματα και ενέματα). Παράλληλα, αναπτύχθηκε ο κατάλληλος εξοπλισμός για την πλήρωση των κενών στα υποστρώματα των ψηφιδωτών.
– Η τρίτη φάση ήταν, ουσιαστικά, η συντήρηση των ψηφιδωτών, η οποία έχει ολοκληρωθεί πλέον, με εξαίρεση τις ψηφιδωτές παραστάσεις των τεσσάρων μικρών τόξων που υποβαστάζουν τον τρούλο, συνολικής επιφάνειας 13,3 τ.μ.
Ο πρέσβης της Ελλάδος, Ηλίας Φωτόπουλος, σε χαιρετισμό του, είπε ότι στην εποχή της απόλυτης εξειδίκευσης και της θεσμοθέτησης αυστηρών ορίων μεταξύ επιστημονικών κλάδων ή σχολών σκέψης, καθίσταται όλο και δυσχερέστερη η αντιμετώπιση σύνθετων και πολύπλοκων εγχειρημάτων με τα εργαλεία ενός μόνο επιστημονικού κλάδου.
Επεσήμανε ότι «τα προβλήματα που αφορούν στην προστασία, συντήρηση, αναστήλωση μνημείων είναι πολλά και πολύπλοκα. Μνημεία που μετρούν χρόνια ζωής στην ελληνική γη έρχονται αντιμέτωπα με τη φθορά του χρόνου, την εγκατάλειψη, την οργή των φυσικών φαινομένων, έχουν την ανάγκη να τα αγγίξει κάποιος με αγάπη, φροντίδα, ενδιαφέρον και σεβασμό στο έργο του αρχικού δημιουργού».
Η διεπιστημονική συνεργασία του απόλυτα ειδικευμένου επιστημονικού δυναμικού της Ελλάδος δίνει εξαίρετα δείγματα, όχι μόνο της συνεργασίας τους, αλλά και του υψηλού μορφωτικού και επιστημονικού επιπέδου τους, παρατήρησε ο κ. Φωτόπουλος, και τόνισε: «Η Μονή Δαφνίου είναι ένα από τα αποτελέσματα».
Η διευθύντρια του Τμήματος Αρχαιοτήτων Κύπρου, δρ Μαρίνα Σολομίδου-Ιερωνυμίδου, επεσήμανε ότι η Μονή Δαφνίου είναι «ένα ιδιαίτερα σημαντικό και πολύπλευρο Μνημείο, το οποίο διασώζει διάφορες οικοδομικές φάσεις, τόσο σε ερειπιώδη όσο και σε ακέραια κατάσταση, όπως είναι το κτίσμα του Καθολικού, που είναι διακοσμημένο με μοναδικής τέχνης επιτοίχια ψηφιδωτά».
Η κα Σολομίδου-Ιερωνυμίδου σημείωσε ότι το Τμήμα Αρχαιοτήτων, το οποίο αποτελεί το κατεξοχήν αρμόδιο Τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας σε θέματα προστασίας, ανάδειξης και προβολής της πολιτιστικής κληρονομιάς του νησιού, προβληματίζεται ιδιαίτερα σε σχέση με την ανάγκη αυτή της διεπιστημονικής προσέγγισης στη συντήρηση, η οποία αποτελεί μια άριστη πρακτική που κάθε σύγχρονος φορέας διαχείρισης πολιτιστικής κληρονομιάς θα πρέπει να εφαρμόζει. «Παρόλο που ως Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου έχουμε δρόμο να διανύσουμε κυρίως λόγω έλλειψης προσωπικού καθώς και ειδικά εξειδικευμένου προσωπικού με ειδικότητα στα θέματα αυτά, θεωρώ ότι είμαστε στο σωστό δρόμο. Το παράδειγμα της Μονής Δαφνίου, στο οποίο εστιάζει η θεματική της ημερίδας, δίνει την ευκαιρία, μέσα από τις παρουσιάσεις των συναδέλφων, να τονιστεί η ανάγκη της διεπιστημονικής προσέγγισης στον τομέα μελέτης αλλά και συντήρησης ενός Μνημείου, ειδικά όταν αυτό διασώζει διαφορετικές φάσεις, υλικά δόμησης και τέχνεργα όπως είναι τα περίφημα ψηφιδωτά».
Η ανάπτυξη προβληματισμών και η προσέγγιση της συντήρησης ενός Μνημείου, μέσα από τη συνεργασία μεταξύ επιστημόνων από διαφορετικές ειδικότητες και υπόβαθρα, κρίνεται απόλυτα ορθολογιστική και αναγκαία στις μέρες μας, όταν βασική επιδίωξη μας είναι η διατήρηση της ακεραιότητας και της αυθεντικότητας ενός Μνημείου και στη συνέχεια η παράδοση της στις μελλοντικές γενιές», τόνισε η διευθύντρια του Τμήματος Αρχαιοτήτων Κύπρου.