Σε ποια αρχαία ελληνική θέση έχει αποκαλυφθεί το μεγαλύτερο, ίσως, πηγάδι των ρωμαϊκών χρόνων, μέρος ενός μοναδικού στον κόσμο συγκροτήματος υδραυλικής αρχιτεκτονικής, καθώς και μερικά από τα πιο εντυπωσιακά ψηφιδωτά δάπεδα της ίδιας περιόδου;
Το «κουίζ» είναι εύκολο για τους γνώστες των αρχαιολογικών δεδομένων της βορειοανατολικής Ελλάδας ή για όσους παρακολούθησαν την ομιλία του Ματθαίου Κουτσουμανή, αρχαιολόγου στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Ροδόπης, που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στο Ινστιτούτο της Δανίας στην Αθήνα. Η Πλωτινόπολη στο Διδυμότειχο Έβρου κρατά επάξια τα πρωτεία στα παραπάνω, όπως έγινε αντιληπτό από τη διάλεξη του ανασκαφέα της, η οποία δόθηκε στο πλαίσιο του Ρωμαϊκού Σεμιναρίου, της πρωτοβουλίας που στοχεύει στην προώθηση της επιστημονικής έρευνας και γνώσης σχετικά με το ρωμαϊκό παρελθόν στον ελλαδικό χώρο.
«Στη νοτιοανατολική πλευρά του Διδυμοτείχου υψώνεται ένας βραχώδης οχυρός λόφος γνωστός με το όνομα “Αγία Πέτρα”, το ύψος του οποίου είναι 55,90 μέτρα. Στα 1959-60 η επιφανειακή έρευνα του καθηγητή Γεωργίου Μπακαλάκη πάνω και γύρω από το λόφο επιβεβαίωσε την ταύτιση της θέσης αυτής με την Πλωτινόπολη» ανέφερε ο κ. Κουτσουμανής για την πόλη, που ιδρύθηκε από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Τραϊανό (98-117 μ.Χ.) για να τιμήσει τη γυναίκα του Πλωτίνη και βρίσκεται δύο χιλιόμετρα περίπου από τον Έβρο.
Ο αρχαιολόγος παρουσίασε συνοπτικά το ιστορικό των ερευνών, που ξεκίνησαν ως επιφανειακές τη δεκαετία του 1950, συνεχίστηκαν ως συστηματικές τη δεκαετία του 1970 και στις αρχές του 1980 (οπότε βρέθηκαν τα πρώτα ψηφιδωτά δάπεδα), για να επαναληφθούν στις επόμενες δεκαετίες. Τα ευρήματα από τις πιο πρόσφατες ανασκαφές, που επαλήθευσαν την παρουσία ενός δημόσιου λουτρού (ή μιας πολυτελούς κατοικίας), είναι ίσως και τα πιο εντυπωσιακά.
Για παράδειγμα, η εύρεση μιας κυκλικής κατασκευής, που αρχικά προβλημάτισε τους ερευνητές ως προς τη χρησιμότητά της. «Δεν ήταν σαφές αν επρόκειτο για θεμέλια κάποιου κυκλικού οικοδομήματος ή για κάποια άλλη κατασκευή που είχε σχέση με το νερό (πηγάδι, δεξαμενή)», ενημέρωσε ο ομιλητής ως προς τις πρώτες σκέψεις σχετικά με την ανακάλυψη, η οποία θα οδηγούσε στον εντοπισμό ενός πηγαδιού, με εσωτερική διάμετρο 2,20 μ. και βάθος που φτάνει μέχρι στιγμής τα 12,67 μ., χωρίς ακόμα να έχει εντοπιστεί ο πυθμένας του.
Ωστόσο, η κατασκευή και το μέγεθος του πηγαδιού δεν ήταν τα μόνα που προκάλεσαν αίσθηση. Στο βόρειο τμήμα του πηγαδιού και σε βάθος 2,5 μ. από το σωζόμενο χείλος του εντοπίστηκε άνοιγμα που οδηγεί σε ορθογώνιο καμαροσκέπαστο θάλαμο, η κύρια είσοδος του οποίου βρέθηκε στη βόρεια στενή πλευρά του. Στην εξωτερική πλευρά της εισόδου αποκαλύφθηκαν δύο τοίχοι (μήκους 3,35 μ. και μέγιστου ύψους 3 μ.) και ανάμεσά τους σκαλοπάτια που οδηγούσαν στο εσωτερικό του θαλάμου.
«Το παραπάνω συγκρότημα (πηγάδι και θάλαμος) έχει σχέση με την υδροδότηση της πόλης και από τον τρόπο κατασκευής του συμπεραίνουμε ότι θα πρέπει να είναι σύγχρονο με την ίδρυσή της (αρχές 2ου αι. μ.Χ.). Θα πρέπει να χρησιμοποιούσαν το θάλαμο για την άντληση του νερού από το πηγάδι. Υποθέτουμε ότι από τα σκαλιά κατέβαινε, έμπαινε στον θάλαμο και οδηγούνταν στο πηγάδι όποιος ήθελε να αντλήσει νερό», εξήγησε για το ρωμαϊκό συγκρότημα υδραυλικής αρχιτεκτονικής που όμοιό του δεν έχει βρεθεί πουθενά. Ο ομιλητής δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στα περίφημα ψηφιδωτά δάπεδα, επίσης μοναδικά για τον χώρο της Ελληνικής Θράκης, τα οποία αποτελούσαν, όπως και το υδραυλικό σύστημα, μέρος ενός πολυτελούς κτιρίου, ο χαρακτήρας του οποίου μένει να αποσαφηνιστεί (δημόσιο λουτρό ή ρωμαϊκή έπαυλη).
Μεταξύ των παραστάσεων ξεχωρίζουν μια «ζώνη με πομπική παράσταση “θαλάσσιου θιάσου”, αποτελούμενη από ιχθυοκενταύρους, Θαλάσσιο Ίππο, Νηρηίδες και ερωτιδείς που ιππεύουν δελφίνια», ενώ «στο διάχωρο της κεντρικής παράστασης αποκαλύφθηκε νέος άντρας που αναδύεται μέσα από νερό. Δίπλα στην αντρική μορφή υπάρχει γυναικεία καθιστή. Δυστυχώς το πάνω μέρος της, όπως και αρκετό τμήμα της κεντρικής παράστασης, καταστρέφεται από τους δύο μεταγενέστερους τοίχους των παλαιοχριστιανικών χρόνων. Η γυναίκα κρατά σκήπτρο που καταλήγει σε κεφάλι φιδιού. Μάλλον παριστάνονται ο ποταμός Έβρος και η πόλη» κατέληξε ο ομιλητής. Τα ψηφιδωτά εντοπίστηκαν σε αίθουσα, η συνολική έκταση της οποίας είναι 140 τ.μ., από τα οποία έχουν αποκαλυφθεί τα 90 τ.μ.
Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά δεδομένα, ο Τραϊανός ίδρυσε την Πλωτινόπολη στη θέση παλιότερης, μάλλον Θρακικής, πόλης, της οποίας αγνοούμε το όνομα και τα χαρακτηριστικά. Από τα ευρήματα, εκτός από τα παραπάνω, ξεχωρίζει η χρυσή σφυρήλατη προτομή του Σεπτίμιου Σεβήρου, του Ρωμαίου αυτοκράτορα που βασίλεψε από το 193 μέχρι το 211 μ.Χ. Το έργο, που βρέθηκε τυχαία το 1965 κατά την κατασκευή στρατιωτικού χαρακώματος και εκτίθεται στο Μουσείο της Κομοτηνής, έχει ύψος 0,25 μ., ζυγίζει περίπου 1 κιλό και είναι από χρυσάφι 24 καρατιών.
Επίσης, ένα μαρμάρινο ανάγλυφο με παράσταση αλόγου και αναβάτη, του τύπου που οι αρχαιολόγοι ονομάζουν «Ήρωα της Θράκης» ή «Θράκα Ιππέα», εντοπίστηκε στις ανασκαφές που ξεκίνησαν το 1977 ο καθηγητής Γ. Μπακαλάκης και ο αρχαιολόγος Διαμαντής Τριαντάφυλλος. Πρόκειται για θεό, αγνώστου ονόματος, η λατρεία του οποίου ήταν πολύ διαδομένη τα ρωμαϊκά χρόνια στη Θράκη, τη Μικρά Ασία και την Ευρώπη. Ήταν θεός σωτήριος, θεραπευτής ανθρώπων και ζώων, αλλά συγχρόνως καταχθόνιος και ψυχοπομπός. Ίσως πρόκειται για τον μυθικό βασιλιά των Θρακών Ρήσο που, μετά το θάνατό του στην Τροία, λατρεύτηκε ως θεός.
Τα ευρήματα της Πλωτινόπολης χρονολογούνται από τους προϊστορικούς ως τους παλαιοχριστιανικούς χρόνους, δηλαδή από το 5000 π.Χ. ως το τέλος του 6ου αι. μ.Χ.