Ήταν τα βότανα τα «γενόσημα» του παρελθόντος; Η πρακτική της υποκατάστασης ακριβών φαρμάκων με οικονομικότερα, η οποία εφαρμόζεται σήμερα με τη χρήση των λεγόμενων «γενόσημων», έχει μακρά ιστορία.
Κατά τον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση οι γιατροί, γνώστες των ιδιοτήτων μπαχαρικών και βοτάνων, συνήθιζαν να γράφουν συνταγές με μπαχαρικά για τους πλούσιους και με βότανα για τους φτωχότερους πελάτες τους. Κι αυτό γιατί τα μπαχαρικά ήταν εισηγμένα και ακριβά ενώ τα βότανα τμήμα της τοπικής χλωρίδας και οικονομικότερα.
Όπως παρατηρεί ο Freedman (2010, 90), τα φτωχικά βότανα μπορεί να ήταν εξίσου, αν όχι περισσότερο, αποτελεσματικά από τα ακριβά μπαχαρικά. Καθώς μάλιστα ορισμένα ακριβά σκευάσματα δεν περιείχαν πάντα μόνο μπαχαρικά αλλά και άλλα, πιο δυσεύρετα και κάποτε ιδιαίτερα παράξενα υλικά, μια ακριβή συνταγή μπορεί να ήταν όχι μόνο αναποτελεσματική αλλά και επικίνδυνη. Τι όμως υπαγόρευε την προτίμηση στα τελευταία; Φαίνεται ότι η… «πιπεράτη» τιμή τους ήταν δέλεαρ για τους γιατρούς της εποχής, που κέρδιζαν από την πώληση του φαρμάκου, αλλά και για τους ίδιους τους ασθενείς, που με την αγορά έκαναν αισθητή την οικονομική τους δύναμη. Μάλιστα, αντίθετα με το σήμερα, η αδυναμία προμήθειας ακριβών φαρμάκων προκαλούσε όχι τη συμπάθεια και το ενδιαφέρον προς τον συνάνθρωπο, αλλά την περιφρόνηση. Έτσι, η ματαιοδοξία θεραπόντων και ασθενών ενίσχυσε το εμπόριο μιας σειράς πανάκριβων πλην αινιγματικών σκευασμάτων που, αν δεν θεράπευαν, εξασφάλιζαν σίγουρα μια κάποια κοινωνική θέση.
*Με πληροφορίες από Paul Freedman, Μπαχαρικά και Μεσαιωνική Φαντασία, εκδ. Κονιδάρη, Αθήνα 2010, σ. 89-91.