Πώς ήταν η ζωή στις Κυκλάδες πριν από 5.000 χιλιάδες χρόνια; Ποιο το φυσικό περιβάλλον, ποιες οι ασχολίες, η ιεραρχία και οι δοξασίες των κατοίκων των νησιών την Πρωτοκυκλαδική περίοδο;
Μια μοναδική έκθεση, από αυτές στις οποίες μας συνηθίζει το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, με αφορμή τα 30 χρόνια από την ίδρυσή του, ξεκινά τέλος Νοεμβρίου.
Τίτλος της, «Κυκλαδική κοινωνία: 5.000 χρόνια πριν» και θα έχει διάρκεια ως τον Μάρτιο του 2017. Στόχος της έκθεσης είναι να πληροφορήσει για το μακρινό παρελθόν των Κυκλάδων, για το οποίο, λόγω απουσίας γραπτών τεκμηρίων, δεν γνωρίζουμε πολλά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πολύτιμες πληροφορίες που μπορούν να αποκρυπτογραφηθούν.
«Πρότεινα για τα 30 χρόνια του μουσείου, μια διδακτική έκθεση που θα δείχνει πώς ήταν η πρωτοκυκλαδική κοινωνία, η οποία είναι παρεξηγημένη, καθώς η τέχνη της έχει συνδεθεί κυρίως με καλλιτέχνες του 20ού και του 21ου αιώνα. Αυτό συμβαίνει γιατί ως τώρα δεν έχουμε γραπτές αναφορές, ούτε επιγραφικές, ούτε σε κείμενα. Μόνο τα κυκλαδικά έργα στέκουν ως σιωπηλοί μάρτυρες, βοηθώντας στην ανάγνωση μιας γραφής που δεν υπάρχει για την κοινωνία τους», δήλωσε ο διευθυντής του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, Νίκος Σταμπολίδης.
Η έκθεση θα περιλαμβάνει έργα από τη συλλογή του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, καθώς και 138 κυκλαδικές αρχαιότητες από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, το Μουσείο Κανελλοπούλου, τα Αρχαιολογικά Μουσεία Νάξου, Απειράνθου, Πάρου και Σύρου, για τον προσωρινό δανεισμό των οποίων το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο έδωσε πρόσφατα το «πράσινο φως».
Τι θα δούμε λοιπόν; Υπέροχα κυκλαδικά ειδώλια που αντικατοπτρίζουν την προϊστορική κοινωνία των νησιών σε όλες σχεδόν τις εκφάνσεις της, όπως ο περίφημος αυλητής της Κέρου (δάνειο του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου), «ο εγείρων πρόποσιν», το μαρμάρινο ειδώλιο από τη συλλογή του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, που αποτελεί έναν σπάνιο τύπο καθιστής μορφής και το μόνο, μέχρι στιγμής, ακέραιο δείγμα του, ειδώλια που κάθονται είτε σταυροπόδι, είτε σε θρόνο ή σε έδρανο, άλλα που κρατούν βρέφος, φέρουν στέμμα στο κεφάλι και πολλά ακόμα.
Επίσης, από το Αρχαιολογικό Μουσείο της Απειράνθου θα «ταξιδέψουν» δύο βραχογραφίες με παράσταση τελετουργικού χορού η μία και κυνηγιού η άλλη, ενώ την έκθεση θα πλαισιώσουν, μεταξύ άλλων, πήλινα και τελετουργικά αγγεία, ειδώλια ζώων, πυξίδες, κοσμήματα, χάλκινα αγκίστρια, πήλινα σφονδύλια, οστέινες περόνες, θαλάσσια όστρεα.
Η έκθεση θα διαρθρώνεται σε έξι ενότητες, με την πρώτη να αναφέρεται στους «Πυρήνες της κοινωνίας», όπως ο οίκος και η οικογένεια, η δεύτερη στις «Ασχολίες», που περιλαμβάνει εκθέματα που «μιλούν» για τις συνήθειες και τις εργασίες των νησιωτών της εποχής (από το κυνήγι και την καλαθοπλεκτική ως τη ναυπηγική και τη μαρμαρογλυπτική), αλλά και για το φυσικό περιβάλλον. Για παράδειγμα, μια όχι και τόσο αναμενόμενη πληροφορία προέρχεται από τα πήλινα αγγεία: Κατά το στάδιο του στεγνώματός τους σε φύλλα δέντρων, το αποτύπωμα που έχει μείνει δείχνει κάποια από τα είδη που φύονταν ή καλλιεργούνταν στις προϊστορικές Κυκλάδες, όπως αμπέλια και δάφνες. Το ίδιο ισχύει και για τις τεχνικές της καλαθοπλεκτικής: Το πλεκτό χαλί από λινάρι πάνω στο οποίο στέγνωσε το πήλινο αγγείο που έφτασε ως τις μέρες μας, «διηγείται» μια επίσης ενδιαφέρουσα ιστορία.
Η τρίτη ενότητα έχει τίτλο «Κοινωνική ζωή» με την έννοια του «συναθροίζεσθαι». Σε αυτό εντάσσονται ειδώλια όπως ο αυλητής και ο αρπιστής, ο «εγείρων πρόποσιν», η βραχογραφία του τελετουργικού χορού κ.λπ. Η τέταρτη είναι αφιερωμένη στην «Κοινωνική ιεραρχία», ενώ η θρησκεία και οι δοξασίες των Κυκλαδιτών της 3ης χιλιετίας π.Χ. περιγράφονται στην πέμπτη ενότητα με τίτλο «Ζωή και Θάνατος – Πίστεις και λατρείες». Μια ακόμη ενότητα, που προτάθηκε από μέλη του ΚΑΣ, θα αναφέρεται στις δυσκολίες που εγείρονται όσον αφορά στην ερμηνεία των αρχαιοτήτων, όταν αυτές δεν προέρχονται από context ανασκαφικό (δηλαδή όταν είναι άγνωστες οι παράμετροι του αρχαιολογικού πλαισίου μέσα στο οποίο αποκαλύφθηκαν).
Το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, αφιερωμένο στη μελέτη και προβολή των αρχαίων πολιτισμών του Αιγαίου και της Κύπρου, με ιδιαίτερη έμφαση στην Κυκλαδική τέχνη της 3ης χιλιετίας π.Χ., ιδρύθηκε το 1986, αρχικά για να στεγάσει την ιδιωτική συλλογή του Νικολάου και της Ντόλης Γουλανδρή. Στην πορεία επεκτάθηκε για να φιλοξενήσει και άλλες σημαντικές συλλογές-δωρεές. Από το 1996 διευθυντής του είναι ο καθηγητής Νίκος Σταμπολίδης, οι μοναδικές εμπνεύσεις του οποίου έχουν δώσει πολύ σημαντικές περιοδικές εκθέσεις στο Μουσείο. Μάλιστα, για τη μεγάλη προσφορά του στον πολιτισμό θα τιμηθεί εντός του μηνός από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Φοίνικα. Την ίδια τιμητική διάκριση θα λάβει και ο σπουδαίος αρχαιολόγος Πέτρος Θέμελης.