Αν κάποτε δοθεί ένα Νόμπελ για τις έρευνες στην παλαιογενετική, δηλαδή στην ανάλυση του αρχαίου DNA, ο Νο 1 υποψήφιος θα είναι μάλλον ο σουηδικής καταγωγής καθηγητής Σβάντε Πεέμπο. Είναι ο πρώτος στον κόσμο, ο οποίος «διάβασε» το γονιδίωμα του Νεάντερταλ και στην ουσία έδωσε σάρκα και οστά στο νέο επιστημονικό πεδίο της γενετικής «ανασκαφής», που φιλοδοξεί να ξαναγράψει την ανθρώπινη προϊστορία, όπως λέει σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, λίγο πριν έλθει στην Ελλάδα για να ανοίξει το Φεστιβάλ Επιστήμης της Αθήνας.
Ο Πεέμπο γεννήθηκε το 1955 στη Στοκχόλμη και ο πατέρας του, ο βιοχημικός Σούνε Μπέργκστρεμ, πήρε το Νόμπελ Φυσιολογίας/Ιατρικής το 1982. Αν και αρχικά ξεκίνησε να σπουδάζει Αιγυπτιολογία, το μετάνιωσε και στράφηκε στην Ιατρική και στη Βιολογία, εξειδικευόμενος τελικά στην εξελικτική γενετική.
Σήμερα είναι διευθυντής του Ινστιτούτου Εξελικτικής Ανθρωπολογίας Μαξ Πλανκ στη Λειψία και η ερευνητική ομάδα του, εδώ και χρόνια, βρίσκεται στην πρωτοπορία διεθνώς, όσον αφορά τις έρευνες στο προϊστορικό DNA. Είναι πολυβραβευμένος (με πιο πρόσφατο το πλουσιοπάροχο Βραβείο Breakthrourgh 2015, ύψους 3 εκατ. δολαρίων), μέλος των επιστημονικών Ακαδημιών πολλών χωρών και αρκετά διάσημος για να συμπεριληφθεί από το ΤΙΜΕ στους «100 ανθρώπους με τη μεγαλύτερη επιρροή διεθνώς».
Στη συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, μεταξύ άλλων, ο Σ. Πεέμπο λέει ότι οι σημερινοί Ευρωπαίοι είναι Νεάντερταλ σε ποσοστό 2% και ότι πολλές από τις σημερινές αρρώστιες οφείλονται στα δικά τους αρχαία γονίδια που υπάρχουν ακόμη στο DNA μας.
Υποπτεύεται ότι μπορεί οι Νεάντερταλ να έχουν άδικα δυσφημιστεί ως κτηνώδεις, καθώς οι πρόγονοι του σύγχρονου ανθρώπου (Homo sapiens) ήταν μάλλον χειρότεροι, γι’ αυτό, άλλωστε, εξαφάνισαν κάθε άλλο συγγενικό είδος και σήμερα πια, όπως λέει, είμαστε «ανάδελφο» είδος στον πλανήτη μας. Τονίζει ακόμη ότι κάποτε στην Ευρώπη ουκ ολίγα μωρά γεννήθηκαν από τις σεξουαλικές επαφές μας με τους Νεάντερταλ και εκείνα ήταν τελικά οι μακρινοί πρόγονοί μας.
Ο Πεέμπο αποκαλύπτει ότι πλέον η έρευνά του στρέφεται ακόμη πιο πίσω στο παρελθόν, σε γονιδιώματα προγόνων των Νεάντερταλ, δηλαδή πριν από μισό περίπου εκατομμύριο χρόνια. Δηλώνει βέβαιος ότι πολύ σύντομα η μελέτη του αρχαίου DNA θα γίνει τόσο απαραίτητη στην αρχαιολογία, όσο είναι σήμερα η χρονολόγηση με τη μέθοδο του ραδιενεργού άνθρακα. Αναφέρει ακόμη ότι ερευνητές στη Γερμανία και στις ΗΠΑ ενδιαφέρονται να φωτίσουν –μέσω ανάλυσης του αρχαίου DNA– τις ρίζες των πληθυσμών που ζούσαν στην προϊστορική Ελλάδα και οι σχετικές μελέτες βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη.
Όπως δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Σ. Πεέμπο, μεταξύ άλλων, θα παρουσιάσει στην Αθήνα τα ευρήματα της τελευταίας έρευνάς του, τα οποία προέρχονται από την ανάλυση του πιο παλιού έως τώρα DNA, ενός ανθρωποειδούς που ζούσε πριν από 430.000 χρόνια και τα απολιθώματά του βρέθηκαν στο σπήλαιο Σίμα της βόρειας Ισπανίας. Τα οστά εκτιμάται ότι ανήκουν σε έναν από τους πρώτους Νεάντερταλ που έζησαν στην Ευρώπη.
Η «ανάγνωση» αυτού του γονιδιώματος από τον Πεέμπο και τους συνεργάτες του ωθεί ακόμη πιο πίσω την εποχή που οι πρόγονοί μας διαχωρίστηκαν εξελικτικά από τους Νεάντερταλ (πριν από 550.000 έως 765.000 χρόνια). Έτσι, αναζητείται τώρα ο κοινός πρόγονός μας, που ζούσε πριν από 700.000 έως 900.000 χρόνια.
Ακολουθεί το κείμενο της συνέντευξης:
ΕΡ.: Τελικά πόσο Νεάντερταλ είμαστε; Υπάρχει σύντομη απάντηση σε αυτό;
ΑΠ.: Η σύντομη απάντηση είναι περίπου 2%, αν οι ρίζες σας βρίσκονται στην Ευρώπη. Αυτό είναι κατά προσέγγιση το ποσοστό του DNA σας που προέρχεται από τους Νεάντερταλ.
ΕΡ.: Θα πρέπει να είμαστε περήφανοι, αδιάφοροι ή ανήσυχοι που έχουμε γονίδια των Νεάντερταλ μέσα μας και πόσο ρόλο αυτά παίζουν μέχρι σήμερα στο να μας αρρωσταίνουν;
ΑΠ.: Γενικά, θα έλεγα ότι δεν είναι ανάγκη ούτε να ανησυχούμε ούτε να περηφανευόμαστε. Όμως ολοένα περισσότερες μελέτες έρχονται στο φως που δείχνουν ότι μερικές σημερινές γονιδιακές παραλλαγές που έλκουν την καταγωγή τους από τους Νεάντερταλ αυξάνουν την προδιάθεσή μας για ορισμένες παθήσεις όπως δερματικές, διαβήτη, αλλεργίες ακόμη και κατάθλιψη, ενώ κάποιες άλλες μας προστατεύουν, για παράδειγμα από τα έλκη.
ΕΡ.: Είναι σωστό να αποκαλούμε «ξαδέρφια» μας τους Νεάντερταλ ή μήπως κάποιος άλλος χαρακτηρισμός θα ήταν πιο σωστός;
ΑΠ.: Ο όρος «ξαδέρφια» είναι εντάξει. Ήταν ένας πληθυσμός που διαχωρίστηκε από τους προγόνους όλων των σημερινών ανθρώπων πριν από τουλάχιστον μισό εκατομμύριο χρόνια, πάνω από τέσσερις φορές νωρίτερα από οποιαδήποτε διαίρεση συνέβη μεταξύ των πληθυσμών που υπάρχουν ακόμη.
ΕΡ.: Έχει οριστικά πια η επιστήμη «θάψει» την παλαιότερα επικρατούσα αντίληψη πως οι Νεάντερταλ ήταν κτηνώδεις και πλήρως απολίτιστοι;
ΑΠ.: Δεν γνωρίζουμε αν ήταν κτηνώδεις ή όχι, ούτε αν ήταν πιο κτηνώδεις από τους προγόνους του σύγχρονου ανθρώπου εκείνη την εποχή. Το γεγονός ότι οι Νεάντερταλ εξαφανίστηκαν, ενώ οι σύγχρονοι άνθρωποι επιβίωσαν, αν μη τι άλλο μάς υποψιάζει ότι οι σύγχρονοι άνθρωποι ήταν τότε πιο κτηνώδεις – αν και αυτό αποτελεί απλώς μια εικασία.
ΕΡ.: Τι συνέβη όσον αφορά το σεξ με τους Νεάντερταλ; Ήταν της «μιας βραδιάς» ή μια πιο παρατεταμένη σχέση; Πότε άρχισε και πότε τελείωσε;
ΑΠ.: Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι το σεξ ανάμεσα σε ομάδες είχε ως συνέπεια να γεννηθούν μωρά και τουλάχιστον μερικά από αυτά τα μωρά ενσωματώθηκαν στις ομάδες των τότε σύγχρονων ανθρώπων. Με επιτυχία, μάλιστα, αφού με τη σειρά τους αυτά τα παιδιά απέκτησαν απογόνους, που έγιναν οι πρόγονοι των σημερινών ανθρώπων.
Η κυρίως αλληλεπίδραση συνέβη πριν από περίπου 40.000 έως 90.000 χρόνια, πιθανώς στη Μέση Ανατολή. Υπήρχαν όμως και άλλα μέρη όπου υπήρξαν επιμειξίες. Για παράδειγμα, οι σημερινοί άνθρωποι στην Ανατολική Ασία έχουν κάπως περισσότερο Νεαντερτάλειο DNA από ό,τι οι άνθρωποι στην Ευρώπη, συνεπώς φαίνεται πως οι πρόγονοι των Ασιατών είχαν περισσότερες επιμειξίες με τους Νεάντερταλ. Ακόμη, έχουμε βρει έναν σύγχρονο άνθρωπο από τη Ρουμανία, ο οποίος έζησε πριν από 40.000 χρόνια και είχε κάποιον πρόγονο Νεάντερταλ τέσσερις έως έξι γενιές πίσω στο οικογενειακό δέντρο του, άρα κάτι ανάλογο συνέβαινε και στην Ευρώπη.
ΕΡ.: Ποιες είναι οι πιο πιθανές ημερομηνίες για την εμφάνιση και την εξαφάνιση των Νεάντερταλ στην Ευρώπη;
ΑΠ.: Το πότε έκαναν την εμφάνισή τους οι Νεάντερταλ εξαρτάται από το πώς ορίζουμε έναν Νεάντερταλ με βάση την ανάλυση των οστών του. Πάντως πολλοί επιστήμονες θα έλεγαν ότι υπήρχαν τουλάχιστον πριν από 400.000 χρόνια. Υποπτεύομαι ότι οι σύγχρονοι άνθρωποι έχουν να κάνουν με την εξαφάνιση των Νεάντερταλ, καθώς δεν εξαφανίστηκαν μόνο οι τελευταίοι, αλλά εξαφανίστηκαν επίσης και όλα τα άλλα είδη ανθρώπων –πλην του «Έμφρονος ανθρώπου» (Homo sapiens) – που υπήρχαν έως πριν από περίπου 40.000 χρόνια στην Ασία και στην Αφρική. Τα τελευταία 40.000 χρόνια της ιστορίας μας είναι πραγματικά μοναδικά, με την έννοια ότι είμαστε μόνοι μας στον πλανήτη. Δεν υπάρχουν πια στενοί συγγενείς μας τριγύρω…
ΕΡ.: Μετά την ανάγνωση (αλληλούχιση) του γονιδιώματος του Νεάντερταλ, ποια είναι τα νέα ορόσημα που θα πρέπει να περιμένουμε από την έρευνά σας;
ΑΠ.: Προσπαθούμε να ανακτήσουμε ακόμη αρχαιότερα γονιδιώματα, από τους προγόνους των Νεάντερταλ. Θα παρουσιάσω στην Αθήνα [η παρουσίαση έγινε την Τρίτη 5 Απριλίου] τα τελευταία μας ευρήματα από τη μελέτη ενός ανθρωποειδούς ηλικίας 430.000 ετών από την Ισπανία.
Ενδιαφερόμαστε επίσης πολύ να μελετήσουμε τις γενετικές αλλαγές που είναι κοινές ανάμεσα σε όλους τους σύγχρονους ανθρώπους, αλλά όχι με τους Νεάντερταλ. Μερικές από αυτές τις αλλαγές μπορεί να βρίσκονται πίσω από αυτό που έκανε την ανθρώπινη ιστορία τόσο μοναδική, το γεγονός δηλαδή ότι γίναμε τόσο πολυπληθείς, αναπτύξαμε τεχνολογία και πολιτισμό, που μάλιστα μεταβάλλονται με τόσο γρήγορο ρυθμό.
ΕΡ.: Είναι το αρχαίο DNA όντως ικανό να ρίξει νέο φως –στην πραγματικότητα να ξαναγράψει– την προϊστορία της ανθρωπότητας ή, αναπόφευκτα, απλώς έχει κάνει μια πολύπλοκη εικόνα του παρελθόντος ακόμη πιο πολύπλοκη;
ΑΠ.: Το αρχαίο DNA πράγματι βρίσκεται στη διαδικασία τού να ξαναγράψει την ανθρώπινη προϊστορία, τουλάχιστον τη γενετική ιστορία. Για πρώτη φορά, κάποιος μπορεί να πάει πολύ πίσω στο χρόνο και να θέσει το ερώτημα αν ένας νέος πολιτισμός που ανακαλύφθηκε στις αρχαιολογικές ανασκαφές σε μια περιοχή έφτασε εκεί μέσω της άφιξης νέων ανθρώπων ή απλώς μέσω της εξάπλωσης των ιδεών και της τεχνολογίας, αλλά όχι μέσω μετακίνησης των ίδιων των ανθρώπων. Πιστεύω πως οι μελέτες του DNA θα γίνουν τόσο κεντρικές στην αρχαιολογία, όσο η χρονολόγηση με τη μέθοδο του ραδιενεργού άνθρακα, και αυτό θα συμβεί πολύ σύντομα.
ΕΡ.: Και, τέλος, έχουν ενδιαφέρον οι παλαιογενετιστές να μελετήσουν το αρχαίο DNA των ανθρώπων που ζούσαν στην προϊστορική Ελλάδα; Υπάρχουν σχετικές έρευνες σε εξέλιξη;
ΑΠ.: Σαφέστατα, ναι. Ο πρώην φοιτητής μου, καθηγητής Γιοχάνες Κράουζε, διευθυντής τώρα του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ για τη Μελέτη της Ανθρώπινης Ιστορίας στην Ιένα, μελετά αρχαίο μινωικό και ελληνικό γενετικό υλικό. Επίσης το ίδιο κάνει ο καθηγητής γενετικής Ντέηβιντ Ράιχ του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ.