Ένα συναρπαστικό «ταξίδι» στην ιστορία της αρχαίας Κυδωνίας (που ταυτίζεται με τη σύγχρονη πόλη των Χανίων), όπως διαγράφεται μέσα από τα εκπληκτικά ευρήματα των ανασκαφών στο Καστέλι Χανίων, «πρόσφερε» την περασμένη Παρασκευή το βράδυ από το αμφιθέατρο του Μουσείου Ακρόπολης η διευθύντρια των ερευνών, Γενική Γραμματέας του ΥΠΠΟΑ, Μαρία Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη. Αφορμή στάθηκε η παρουσίαση των πεπραγμένων για το 2015 του Σουηδικού Ινστιτούτου στην Αθήνα, το οποίο, μαζί με το Ινστιτούτο της Δανίας, συνεργάζεται στη συστηματική έρευνα της περιοχής.
Το «ταξίδι» είχε πολλές στάσεις. Από την πρώτη ανθρώπινη παρουσία στην κορυφή του λόφου Καστελιού, όπως μαρτυρούν τα πολλά κυλινδρικά, λαξευμένα στον μαλακό βράχο, ορύγματα, που πιθανόν σχετίζονται με πασσαλόπηκτα κτίσματα (π.χ. καλύβες) έως την εγκαθίδρυση του πρώτου οργανωμένου μινωικού οικιστικού πυρήνα (3500-1900 π.Χ.) ο οποίος αναπτύχθηκε στο ίδιο λόφο, όχι τυχαία, καθώς η θέση δεσπόζει τόσο στο φυσικό λιμάνι όσο και στον χανιώτικο κάμπο.
Ή από την παλαιονακτορική περίοδο (περίπου 1900-1700 π.Χ.) με τα λίγα –συγκριτικά με άλλες μινωικές περιόδους– ευρήματα, που όμως «μιλούν» για μια κοινωνία σε άνθηση, έως τη νεοανακτορική περίοδο (1700-1450 π.Χ.), όταν ο χαρακτήρας των κέντρων έγινε πολύ πιο συγκεντρωτικός και γραφειοκρατικός, όπως δείχνει και ο μεγάλος αριθμός πήλινων πινακίδων της Γραμμικής Α γραφής και σφραγισμάτων που έχει έρθει στο φως. Συγκεκριμένα, έχουν βρεθεί 101 πινακίδες, 122 δισκία και 28 πρισματικά σφραγίσματα με συλλαβογράμματα και ιδεογράμματα, γεγονός που τοποθετεί τα Χανιά στη δεύτερη θέση ανάμεσα στα μινωικά κέντρα όσον αφορά στον αριθμό των παραπάνω πινακίδων και στην πρώτη όσον αφορά στα πήλινα δισκία.
Οι περίοδοι διαδέχονταν η μία την άλλη, το ίδιο και τα ευρήματα, για τα οποία δεν θα μπορούσαν να λείπουν αναφορές σε κάποια από τα σημαντικότερα, όπως η εύρεση πινακίδων Γραμμικής Β γραφής, καθώς και του μοναδικού πήλινου σφραγίσματος («Σφράγισμα του Δεσπότη»), που βρέθηκε σε λάκκο στην πλατεία Αγίας Αικατερίνης μαζί με κεραμική που χρονολογείται στα 1450 με 1420 π.Χ. Η παράσταση που φέρει είναι μοναδική στη μινωική τέχνη: Πολυώροφο κτιριακό συγκρότημα καταλαμβάνει παραθαλάσσιο λόφο, με λιμένα με βραχώδη και απότομη ακτή (τοπίο ταυτόσημο με το λόφο του Καστελιού), ενώ κέρατα καθοσιώσεως (ιερά μινωικά σύμβολα) κοσμούν τις στέγες, στη μεσαία και υψηλότερη από τις οποίες κυριαρχεί η μορφή νέου άνδρα με δόρυ ή ράβδο στο προτεταμένο δεξί χέρι. Η δεσποτική του στάση ανάμεσα σε σύμβολα όπως τα παραπάνω τονίζει τον ιερό χαρακτήρα της σκηνής.
Το εύρημα, ωστόσο, που έχει προσελκύσει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον προέρχεται από την τελευταία ανασκαφή της οδού Κατρέ 1 και χρονολογείται περίπου στα 1280 π.Χ. Εκεί, ανάμεσα στις οικοδομικές φάσεις όλων των περιόδων, που συνθέτουν το «παλίμψηστον» της Κυδωνίας, σε τμήμα εκτεταμένης εξωτερικής αυλής ακριβώς στη νοτιοδυτική άκρη του λόφου και κάτω από λιθοσωρούς εντοπίστηκε το 2007 συγκέντρωση από διάσπαρτα σφάγια διαφόρων ζώων (νεαρών αιγάγρων, αιγοπροβάτων, βοοειδών και νεαρών χοίρων). Το σπουδαιότερο όλων, όμως, ήταν η ανεύρεση διάσπαρτων οστών μίας νέας γυναίκας πάνω στο δάπεδο της αυλής, ο τρόπος απόθεσης των οποίων ταυτίζεται με αυτόν των οστών των ζώων.
Τα σημαντικότερα ευρήματα ήρθαν στο φως στην ανασκαφή του 2012, όταν η έρευνα έφτασε στην καρδιά της απόθεσης. Εκεί, στο ανατολικό τμήμα, κάτω από τους τοποθετημένους λίθους, ανακαλύφθηκε αυτό που οι ανασκαφείς περίμεναν, χωρίς ωστόσο να πιστεύουν ότι πράγματι θα το βρουν: Το κρανίο της νεαρής κοπέλας, ανάμεσα σε κρανία ζώων, διαμελισμένο όπως όλα τα υπόλοιπα οστά, ανοιγμένο ακριβώς από τις ραφές, με ισχυρό χτύπημα στο μέτωπο και διασκορπισμένο. Τα εμφανή ίχνη ενός μεγάλου σεισμού, που κατέστρεψε και έκαψε το ανακτορικό συγκρότημα αλλά και που ταυτόχρονα διέσωσε μέχρι σήμερα τις αρχαιότητες, συνδέθηκαν με το εύρημα. Φαίνεται ότι οι τελετουργίες (που περιλάμβαναν και την ανθρωποθυσία) έγιναν σε μια προσπάθεια να εξευμενίσουν τους χθόνιους θεούς και να προλάβουν το κακό για το οποίο είχαν προμηνύματα, αλλά που τελικά δεν το απέφυγαν.
Η εκδήλωση ξεκίνησε με μια σύντομη παρουσίαση του έργου του Σουηδικού Ινστιτούτου για το 2015 από τον διευθυντή του Άρτο Πέντινεν, που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει νέες έρευνες στην Ερμιόνη Αργολίδας και στο Μάλθη Μεσσηνίας, αλλά και παλαιότερες στη Μακρακώμη Φθιώτιδας και στην Αρχαία Καλαυρεία στον Πόρο, σε συνεργασία πάντα με τις αρμόδιες Εφορείες Αρχαιοτήτων.