Σε συγχρηματοδοτούμενο έργο αποχέτευσης του Δήμου Καστοριάς και σε υποέργο του με αντικείμενο την επίβλεψη των εκσκαφών από την αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων οφείλεται ο εντοπισμός και ακολούθως η πραγματοποίηση σωστικής ανασκαφικής έρευνας σε τρία αρχαία νεκροταφεία διαφορετικών ιστορικών περιόδων, στη νότια παρόχθια ζώνη της Λίμνης Ορεστίδος, στην περιοχή Κρεπενής της κοινότητας Μαυροχωρίου.
Τα αποτελέσματα της ανασκαφικής αυτής έρευνας ανακοινώθηκαν την Πέμπτη 3 Μαρτίου 2016, στο πλαίσιο της 29ης Συνάντησης για το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη, που πραγματοποιήθηκε 3-5 Μαρτίου 2016 στην Αίθουσα Τελετών της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ. Την ανακοίνωση αυτή με τίτλο «Η Μνήμη της Αθανασίας. Παραλίμνιες νεκροπόλεις από τους πρώιμους ιστορικούς έως τους ελληνιστικούς χρόνους στην Κρεπενή Καστοριάς» υπέγραφαν η Δρ Γεωργία Στρατούλη, Προϊσταμένη του Τμήματος Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιολογικών Χώρων, Μνημείων και Μουσείων της ΕΦΑ Καστοριάς, και οι αρχαιολόγοι συνεργάτες της στην Κρεπενή, Νατάσα Κυριατζή και Ιωάννης Πετσάλνικος. Στην ανασκαφική ομάδα συμμετείχαν, επίσης, τοπογράφοι μηχανικοί, συντηρητές και ειδικευμένοι εργατοτεχνίτες.
Στο περιορισμένο πλάτος του χάνδακα τοποθέτησης του αποχετευτικού αγωγού και σε δύσκολες αμμώδεις επιχώσεις, η αρχαιολογική σκαπάνη αποκάλυψε ταφές τριών νεκροπόλεων, ισάριθμων και άγνωστων προς το παρόν οικιστικών συνόλων της περιοχής. Στοιχεία της οργάνωσης του χώρου των νεκροπόλεων, η κατάσταση διατήρησης των οστών και τα κτερίσματα των ταφών είναι αποκαλυπτικά διαφορετικών εθίμων ταφής και κοινωνικής οργάνωσης.
Η παλαιότερη νεκρόπολη, με έκταση περί τα 1,6 στρέμματα, χρονολογείται στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου (8ος και 7ος αι. π.Χ.). Περιλαμβάνει μονές ταφές, ενηλίκων και των δύο φύλων, καθώς και παιδιών, τοποθετημένων σε ύπτια στάση και με ενιαίο προσανατολισμό, συνήθως σε απλούς λάκκους, και σπάνια σε κιβωτιόσχημους. Η διάταξη των τάφων ήταν παράλληλη και ιδιαίτερα πυκνή, αλλά και επάλληλη. Τους νεκρούς συνόδευαν λίγα κτερίσματα, συγκεκριμένα χάλκινα κοσμήματα, όπως οκτώσχημες πόρπες, περόνες, ενώτια και δακτυλίδια, και πήλινα αγγεία, χειροποίητα ή/και τροχήλατα, άβαφα ή/και με γραπτή αμαυρόχρωμη διακόσμηση. Οι ταφικές πρακτικές αυτής της νεκρόπολης προδίδουν κοινωνικό μόρφωμα χαμηλής διαστρωμάτωσης και με σεβασμό στις συλλογικές ταυτότητες.
Η δεύτερη νεκρόπολη απέχει περί τα 250 μ. από την προηγούμενη. Εκτεινόταν σε διπλάσια επιφάνεια από εκείνη (3 στρέμματα;) και χρονολογείται στο β΄ μισό του 6ου αι. π.Χ. (υστερο-αρχαϊκοί χρόνοι). Ερευνήθηκαν δέκα τάφοι, όλοι λακκοειδείς, με τους νεκρούς σε ύπτια στάση. Η εκτεταμένη και αραιή διάταξη των τάφων στο χώρο, και επιπλέον μία τουλάχιστον συγκέντρωση τάφων με όμοιες ταφικές πρακτικές σε περιοχή μικρής έκτασης υποδεικνύουν ότι η αρχαϊκή νεκρόπολη της Κρεπενής ήταν πιθανότατα οργανωμένη σε συστάδες τάφων βάσει συγγενικών δεσμών, κοινωνικής θέσης των νεκρών ή άλλων κριτηρίων. Η ερευνημένη συστάδα τάφων περιλάμβανε τουλάχιστον τρεις ταφές, εκ των οποίων οι δύο πρέπει –βάσει των κτερισμάτων τους– να ανήκαν σε γυναίκες. Και οι τρεις αυτές ταφές ήταν πλούσια κτερισμένες με πολλά χάλκινα κοσμήματα, όπως πολλές σειρές από ψέλλια (βραχιόλια) στα άνω ή και στα κάτω άκρα (μία από τις “χάλκινες αριστοκράτισσες” έφερε 72 ψέλλια!), πόρπες, περόνες, ενώτια και δαχτυλίδια. Επιπλέον, φορούσαν περιδέραια με χάντρες από γυαλί και ήλεκτρο. Μέσα στον τάφο τις συνόδευαν ένα ή δύο αγγεία, ενώ περισσότερα πήλινα ή και άλλα σκεύη για αποθήκευση, σερβίρισμα και κατανάλωση υγρών (π.χ. υδρίες, οινοχόες, σκύφοι-κοτύλες) και επιπλέον σκεύη με αλοιφές, έλαια και αρώματα για τη φροντίδα του σώματος (π.χ. γυάλινα πολύχρωμα αλάβαστρα/μυροδοχεία και εξάλειπτρα) απέθεταν οι οικείοι τους σε πατούρα πάνω από τον τάφο, ίσως σε επιμνημόσυνη τελετή. Οι πλούσιες αυτές γυναικείες ταφές υπαινίσσονται με σαφήνεια την ύπαρξη πλέον ισχυρής κοινωνικής διαστρωμάτωσης. Ερευνήθηκαν, επίσης, μία ή δύο ανδρικές ταφές, με χαρακτηριστικό κτέρισμα φύλου την παρουσία σιδερένιας αιχμής δόρατος.
Δύο αιώνες αργότερα, στον όψιμο 4ο αι. π.Χ. (πρώιμοι ελληνιστικοί χρόνοι), σε τμήμα της έκτασης του αρχαϊκού νεκροταφείου, και χωρίς να προκληθεί διαταραχή στις ταφές της αριστοκρατικής τουλάχιστον τάξης, δημιουργήθηκε μια νεότερη νεκρόπολη. Τα έθιμα ταφής, δηλαδή η διαχείριση των νεκρών, όπως και η ποιότητα και ποσότητα των κτερισμάτων τους, που αποτέθηκαν πρωτογενώς, ή και αργότερα, σε τελετές μνημόσυνου, αντανακλούν μια κοινωνία σε οικονομική άνθηση. Οι ελληνιστικοί τάφοι χαρακτηρίζονται από τη διαμόρφωση χαμηλών τύμβων (“τηλεφανή μνήματα”) πάνω από τα συνήθως ορθογώνια ή ελλειψοειδή ορύγματα απόθεσης της σορού και την ξύλινη κάλυψή τους, με τη συσσώρευση αμμώδους επίχωσης και την επένδυσή της με αργούς λίθους. Όλοι οι νεκροί, άντρες και γυναίκες, ήταν κτερισμένοι και ενταφιάζονταν σε ύπτια στάση, αλλά με διαφορετικό προσανατολισμό: οι γυναίκες με το κεφάλι στα ανατολικά και οι άνδρες στα δυτικά. Στα κτερίσματα που είχαν αποτεθεί σε γυναικείες ταφές συγκαταλέγονται κοσμήματα, όπως περίτεχνα ενώτια από χρυσό και χαλκό, ασημένιες και χάλκινες τοξωτές πόρπες, χάλκινες περόνες, αλλά και πήλινα σκεύη αποθήκευσης, προσφοράς και κατανάλωσης υγρών. Χαρώνειοι οβολοί συνόδευαν και τα δύο φύλα. Σκεύη συμποσίου, όπως πήλινοι και χάλκινοι κάνθαροι, καθώς και άλλα πολύ ενδιαφέροντα και σπάνια πήλινα αγγεία, που μιμούνται μετάλλινα σκεύη (π.χ. καδίσκος με ανάγλυφη κεφαλή), αποτελούσαν κτερίσματα ανδρικών ταφών μαζί με σιδερένιες αιχμές δοράτων και στλεγγίδες.
Όπως ανέφερε η κα Στρατούλη, επείγει η συνέχιση της συντήρησης των πολυπληθών κινητών ευρημάτων από τις σωστικές ανασκαφές του 2015 στην Κρεπενή. Επιπλέον, επιτακτική είναι η αναγκαιότητα εύρεσης χρηματοδότησης για την άμεση συνέχιση και ολοκλήρωση της ανασκαφικής έρευνας στις μοναδικές έως σήμερα νεκροπόλεις των αρχαϊκών και ελληνιστικών χρόνων στο βορειοδυτικό άκρο της χώρας. Ελπίζει, επίσης, στην πολύπλευρη υποστήριξη της πολιτείας στην πρωτότυπη και επιτόπια ανάδειξη και αξιοποίηση τμήματος των αρχαίων νεκροπόλεων της Κρεπενής.
Οι φωτογραφίες που συνοδεύουν το κείμενο είναι του Γιώργου Βλάχου, της Νατάσας Κυριατζή, του Ιωάννη Πετσάλνικου και της Γεωργίας Στρατούλη. Την επεξεργασία των φωτογραφιών έχει κάνει ο Tάσος Μπεκιάρης.