Τον Ιούνιο του 2016 αναμένεται να ολοκληρωθεί, σύμφωνα με το ισχύον χρονοδιάγραμμα, η αποκατάσταση και συντήρηση του Μεγάρου Τσίλλερ-Λοβέρδου, ενός έργου εντυπωσιακού αλλά και επίπονου για τις υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού.
Κατά τη διάρκεια των εργασιών αποκατάστασης και συντήρησης στην άλλοτε κατοικία του Ερνέστου Τσίλλερ, αρχιτέκτονες, πολιτικοί μηχανικοί και συντηρητές έχουν βρεθεί πολλές φορές προ εκπλήξεων, κυρίως λόγω της κακής κατάστασης διατήρησής του.
Πιο πρόσφατο παράδειγμα αποτέλεσε ο τρούλος του παρεκκλησίου που έχτισε ο αρχιτέκτονας Αριστοτέλης Ζάχος, έπειτα από παραγγελία του μετέπειτα ιδιοκτήτη του κτιρίου, τραπεζίτη και συλλέκτη, Διονύσιου Λοβέρδου. Κατά τις εργασίες ενίσχυσης του υποστρώματος του ψηφιδωτού στον τρούλο, διαπιστώθηκε ότι όλο το υπόστρωμα ήταν σαθρό και η στερέωση του ψηφιδωτού τώρα αποτελεί νέο γρίφο για τις υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού. Σχετικό θέμα εισήχθη για συζήτηση στο πρόσφατο Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων του υπουργείου Πολιτισμού, ωστόσο αναβλήθηκε για να διερευνηθούν κάποιες λεπτομέρειες της σχεδιαζόμενης επιχείρησης.
Η ετοιμορροπία που διαπιστώθηκε στο κτίριο και το διάκοσμό του, σε ορισμένες περιπτώσεις χειρότερη από τις αρχικές εκτιμήσεις, έχει οδηγήσει άλλωστε κατά το παρελθόν σε δύο επικαιροποιήσεις των αρχικών μελετών από τις αρμόδιες Διευθύνσεις του υπουργείου, τη Διεύθυνση Προστασίας και Αναστήλωσης Νεώτερων και Σύγχρονων Μνημείων και τη Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεώτερων Μνημείων.
«Καθ’ όλη τη διάρκεια των εργασιών έπρεπε να λύσουμε πολλά πρακτικά ζητήματα και να προχωρήσουμε σε καινοτόμες λύσεις για να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που είχε το κτίριο» εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η προϊσταμένη της Διεύθυνσης Συντήρησης Μαρία Μερτζάνη.
Εκτός όμως από κακή διατήρηση, το Μέγαρο Τσίλλερ-Λοβέρδου, που δεσπόζει επί της οδού Μαυρομιχάλη 6, κρύβει και πολλούς «θησαυρούς». Όπως οι περίτεχνες αρχικές οροφές του Τσίλλερ, κάτω από τις ψευδοροφές του επόμενου ιδιοκτήτη του, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό αποκαλύφθηκαν με την πυρκαγιά που είχε εκδηλωθεί στο εσωτερικό του κτιρίου. «Σε αυτό το κτίριο υπάρχουν παντού στοιχεία διακόσμησης με αποτέλεσμα σχεδόν να μην υπάρχει επιφάνεια, όπου να μην απαιτείται η επέμβαση συντηρητή», τονίζει η προϊσταμένη της Διεύθυνσης Αναστήλωσης, Αμαλία Ανδρουλιδάκη.
Οι παραπάνω ιδιαιτερότητες του κτιρίου είχαν ως αποτέλεσμα τη χρονική επιμήκυνση των εργασιών σε αυτό. «Ήταν ένα πολύ επίπονο και σύνθετο έργο, που έπρεπε να χειριστούν προσεκτικά οι διαφορετικές υπηρεσίες. Όλα τα θέματα έχρηζαν προσεκτικής αντιμετώπισης, γιατί αυτό το κτίριο και τα διακοσμητικά του στοιχεία είναι πολύ σημαντικά πολιτιστικά αγαθά», επισημαίνει η γενική γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού, Μαρία Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη.
Σημειώνεται ότι η αποκατάσταση του Μεγάρου Τσίλλερ-Λοβέρδου άρχισε το 2011 με τη σύνταξη της αρχιτεκτονικής μελέτης, ενώ το 2013 το έργο εντάχθηκε στο ΕΣΠΑ και οι εργασίες ξεκίνησαν τον Μάρτιο του ίδιου χρόνου. Ο προϋπολογισμός του έργου ανέρχεται σε 5,1 εκατομμύρια ευρώ. Για την ολοκλήρωσή του απομένει η συντήρηση του τρούλου, των δαπέδων του ισογείου, των θυρών και των παραθύρων, καθώς και οι τελικές αισθητικές επεμβάσεις. Επίσης, σε φάση ολοκλήρωσης είναι οι αποκαταστάσεις των όψεων, των οροφών και των δαπέδων, η τοποθέτηση του δικτύου ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων και η αποκατάσταση της εσωτερικής σκάλας που οδηγεί στο δώμα.
Με την ολοκλήρωση των εργασιών θα αποδοθούν στο κοινό 1.150 τετραγωνικά μέτρα αποκατεστημένων χώρων του μνημείου. Στο κτίριο αυτό, τυπικό δείγμα του αθηναϊκού σπιτιού του τέλους 19ου αιώνα, με πληθώρα στοιχείων του ακμαίου αθηναϊκού κλασικισμού, θα στεγαστεί η μεταβυζαντινή συλλογή εικόνων και χειρογράφων του Λοβέρδου, που ανήκει στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών. Αναμένεται όμως να λειτουργήσει και ως μουσείο του εαυτού του: των φάσεων κατασκευής του, των διαφορετικών αρχιτεκτονικών ρευμάτων που συνυπάρχουν σε αυτό, αλλά και των δύο σπουδαίων ιδιοκτητών του, «του αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλλερ και ενός οικονομικού παράγοντα με ευαισθησία στον πολιτισμό, του Διονυσίου Λοβέρδου», όπως λέει χαρακτηριστικά η κα Βλαζάκη. Επίσης, υπάρχει η σκέψη να παρουσιάζεται στο Μέγαρο και ένα ιστορικό των πολύπλοκων εργασιών αποκατάστασης και συντήρησης του μνημείου.