Tη λήξη της ερευνητικής περιόδου για το 2015 στις θέσεις Ανώγυρα-Βλου και Ανώγυρα-Τσουλλουφάτσενα (επαρχίας Λεμεσού) ανακοίνωσε το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου. Οι έρευνες διεξήχθησαν τον Σεπτέμβριο από το Ινστιτούτο Ιστορίας του Υλικού Πολιτισμού της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών, υπό τη διεύθυνση του δρος V.A. Goroncharovskiy.
Κύριος στόχος των φετινών εργασιών ήταν η διερεύνηση των περιχώρων του χωριού Ανώγυρα με την εφαρμογή γεωμαγνητικής επισκόπησης στην τοποθεσία Ανώγυρα- Τσουλλουφάτσενα, απέναντι από το Μεσαιωνικό Μοναστήρι του Τιμίου Σταυρού. Η περιοχή που ερευνήθηκε έχει συνολική έκταση 0,3 εκτάρια. Παρόλο που δεν εντοπίστηκαν εντυπωσιακά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, κυρίως εξαιτίας της μικρής αντίστασης των μαγνητικών ιδιοτήτων των λίθινων τοίχων αλλά και λόγω της σύστασης του εδάφους, είναι όμως σχεδόν βέβαιο ότι στην περιοχή υπήρχε ένα μεγάλων διαστάσεων κτίριο. Αυτό επιβεβαιώνουν τα κατάλοιπα κτιρίων που ανασκάφηκαν στο παρελθόν, λίθινες λαξευμένες πέτρες, ένα λίθινο βάρος από ελαιοτριβείο και κεραμική (θραύσματα από κεραμίδια οροφής και μεγάλα αγγεία) που κυρίως χρονολογείται στον 3ο-4ο αι. μ.Χ.
Επιπλέον, διερευνήθηκε και μια περιοχή πολύ κοντά στις ανασκαφές του 2009-2012 και 2014. Συγκεκριμένα, διεξήχθη μαγνητική επισκόπηση και καταγράφηκαν μαγνητικές μετρήσεις. Ενώ στα βόρεια και ανατολικά τμήματα του χώρου αυτού δεν καταγράφηκαν ιδιαίτερα στοιχεία, στο νότιο τμήμα του χώρου σημειώθηκαν ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Εντοπίστηκε χώρος που διατηρεί ενδείξεις για τη λειτουργία αγγειοπλαστείου, αφού βρέθηκαν κατάλοιπα φούρνων ψησίματος αγγείων, αποθέτες που περιείχαν τα κατάλοιπα παραγωγής αγγείων αλλά και λάκκοι μέσα στους οποίους ανακατευόταν ο πηλός. Το αγγειοπλαστείο αυτό πιθανόν να σχετιζόταν με το ελαιοτριβείο της Ύστερης Ελληνιστικής περιόδου, το οποίο είχαν αποκαλύψει οι έρευνες του 2009-2012 και 2014.