Πρωτοδιοριζόμενη αρχαιολόγος, η Έβη Τουλούπα καταπλέει στην Κέρκυρα. Θα καταφέρει να πείσει τις κυρίες της κερκυραϊκής κοινωνίας ότι το αρχαϊκό αέτωμα της Γοργούς από το ναό της Αρτέμιδος πρέπει να βγει από την αποθήκη και να εκτεθεί σε ένα νέο μουσείο; Τι θα απαντήσει στη βασίλισσα Φρειδερίκη όταν εκείνη θα της ζητήσει δυο εικόνες του Μουσείου για τη νέα της συλλογή;
Τα σχετικά περιστατικά αντλήσαμε από το βιβλίο της Έβης Τουλούπα, Η ζωή στην Κέρκυρα, 1961-1962 (εκδ. Αρχείο, Σειρά «Η Αρχαιολογία της Αρχαιολογίας», Αθήνα 2014).
«Το 1960 μετά από συμμετοχή και επιτυχία στον διαγωνισμό για τον κλάδο επιμελητών της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας (…) ήρθε η είδηση ότι είχα διορισθεί στην Κέρκυρα. [Στον Πειραιά, ανεβαίνοντας στη γέφυρα του παληού πλοίου ΑΓΓΕΛΙΚΑ] με περίμενε η πιο ευχάριστη έκπληξη. Συνταξίδευα με τον Γεν. Διευθυντή Αρχαιοτήτων, τον Γιάννη Παπαδημητρίου. (…) Ήθελε να με φέρει σε επαφή με την Κερκυραϊκή κοινωνία γιατί ο Προϊστάμενος της Εφορείας, Βασίλειος Καλλιπολίτης, όταν δεν είχε αρχαιολογικά προβλήματα στα νησιά, ήταν κλεισμένος στο διαμέρισμά του στο Παλάτι της πόλης. (…) Εκεί, στο Ανάκτορο της Πόλης (το παλάτι των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου) στεγαζόταν η Εφορεία Αρχαιοτήτων (…) Το αέτωμα της Γοργούς ήταν κάποτε στημένο στην αίθουσα του θρόνου, αλλά όταν ήρθε πάλι η Βασιλεία η Γοργώ εκθρονίσθηκε και κατέληξε σ’ ένα υπόγειο ενός κτηρίου που ήταν κάποτε Καζίνο και το έλεγαν Ρολίνα (όπως μου εξήγησαν, στην ταράτσα του έκαναν οι νέοι patinage).
»(…) Πιστή στη συμβουλή του Παπαδημητρίου, επισκέφτηκα κάποιες κυρίες που μου γνώρισε για να τις πείσω πόσο ήταν αναγκαίο να κτισθεί ένα αρχαιολογικό Μουσείο για να εκτεθεί επί τέλους το αέτωμα με την Γοργώ που τόσοι ξένοι ζητούσαν να δουν και ότι ο μόνος κατάλληλος χώρος ήταν η θέση της Ρολίνας. “Γι’ αυτή την ασχημομούρα;” ήταν η αντίδραση… “και μάλιστα στο χώρο με τον οποίο μας συνδέουν τόσες αναμνήσεις…”
»Το Μουσείο τελικά κτίστηκε δίπλα στη Ρολίνα και το αέτωμα της Γοργούς (από το δυτ. αέτωμα του ναού της Αρτέμιδος περί το 580 π.Χ.) στήθηκε με όλο του το μεγαλείο επί Πέτρου Καλλιγά και εγκαινιάστηκε το 1967.
(…)
»Το καλοκαίρι ήρθε η βασιλική οικογένεια στην Κέρκυρα και ο βασ. Παύλος με την αδελφή του Αικατερίνη επισκέφθηκαν το Μουσείο και την αποκλεισμένη για μας εντυπωσιακή αίθουσα του θρόνου. Η Φρειδερίκη δεν θυμάμαι να ήρθε, αλλά κάποτε μου μήνυσε ότι ήθελε να με δει στην έπαυλη του Mon Repos. Με δέχτηκε στην παραλία, έτοιμη για μπάνιο και μου είπε ότι ήθελε να αποκτήσει δύο εικόνες από το Μουσείο… αφού και ο Δεσπότης της είχε χαρίσει κάποιες… ότι παληά είχε συλλογή από ταμπακέρες και ότι τώρα προτιμούσε τις εικόνες. Της είπα ότι οι δικές μας ήταν καταγεγραμμένες και ότι θα ήταν δύσκολο…
»Η αλήθεια ήταν ότι δεν ήταν καταγεγραμμένες, αλλά καθήσαμε ένα βράδυ με τον Καλλιπολίτη έως αργά στην αποθήκη και τις καταγράψαμε… και όταν ήρθε ο υπασπιστής να τις ζητήσει τον ρώτησα εάν αυτός θα έδινε ένα όπλο με το οποίο είναι χρεωμένος. Όσο για τις εικόνες του Δεσπότη, αυτές καταγράφηκαν αργότερα από τον Παναγιώτη Βοκοτόπουλο που ήταν ακόμα φοιτητής με πάθος για τα βυζαντινά και δεν περιορίστηκε στη μελέτη τους στην πρωτεύουσα, αλλά γύρισε όλα τα μοναστήρια του νησιού. Ήταν σταλμένος από τον Μανόλη Χατζηδάκη στον οποίον αφιέρωσε το βιβλίο του Εικόνες της Κέρκυρας (εκδ. ΜΙΕΤ 1990)».