Στο ανακαινισμένο Μουσείο Θεόφιλου στη Βαρειά Λέσβου επανεκτίθενται συντηρημένα και σε νέες κορνίζες μουσειακών προδιαγραφών 23 έργα του Θεόφιλου Χατζημιχαήλ, μέρος της Συλλογής του Μουσείου που αποτελείται από 86 ζωγραφικά έργα σε ύφασμα που χρονολογούνται γύρω στο 1930. Τη συντήρηση της συλλογής του Μουσείου Θεόφιλου έχει αναλάβει η Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων (ΔΣΑΝΜ), της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του ΥΠΟΠΑΙΘ, σε συνεργασία με τον Δήμο Λέσβου.
Η διαδικασία της συντήρησης είναι απαιτητική καθώς τα έργα του Θεόφιλου είναι ζωγραφισμένα απευθείας σε ύφασμα, χωρίς την ύπαρξη προετοιμασίας, γεγονός που τα καθιστά ιδιαίτερα ευαίσθητα σε ορισμένους παράγοντες φθοράς. Γύρω στο 1960, είχαν στερεωθεί με καρφιά σε ξύλινα τελάρα και είχαν τοποθετηθεί σε κορνίζες από λεπτό κοντραπλακέ με πλεξιγκλάς, το οποίο είχε ως αποτέλεσμα τη δυσκολία παρατήρησης του έργου από τον επισκέπτη, λόγω αντανάκλασης του πλεξιγκλάς, καθώς και τη δημιουργία ευνοϊκού μικροκλίματος για την ανάπτυξη μικροοργανισμών και την εκκόλαψη εντόμων.
Οι φθορές που παρουσίαζαν τα έργα είχαν προκληθεί από τον τρόπο στήριξης και ανάρτησής τους, καθώς και από την έκθεσή τους σε ακτινοβολία και ακατάλληλες περιβαλλοντικές συνθήκες. Οι κυριότερες φθορές περιελάμβαναν χρωματική αλλοίωση της ζωγραφικής επιφάνειας, αποδυνάμωση του υφάσματος, επιφανειακούς ρύπους, οπές από τη δράση εντόμων καθώς και ανάπτυξη μυκήτων (μούχλας) στην πίσω όψη ορισμένων έργων.
Συντήρηση σε τρία στάδια
Η διαδικασία συντήρησης χωρίζεται σε τρία στάδια: επέμβαση, αναλύσεις και ανάδειξη.
Κατά το πρώτο στάδιο έγιναν εργασίες όπως αφαίρεση των έργων από τα ξύλινα τελάρα, επιφανειακός καθαρισμός, συμπλήρωση περιοχών απώλειας, αντιμετώπιση της βιολογικής προσβολής, καθώς και τοποθέτησή τους με ράψιμο σε νέες βάσεις υποστήριξης, κατάλληλα κατασκευασμένες από τους συντηρητές για ζωγραφικά έργα σε ύφασμα.
Στο δεύτερο στάδιο πραγματοποιήθηκαν αναλύσεις των χρωστικών σε συνεργασία με το Τμήμα Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ με μη-καταστρεπτικές μεθόδους, καθώς και αναλύσεις των μικροοργανισμών που έχουν προσβάλει κάποια από τα έργα σε συνεργασία με το Τμήμα Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής Αθήνας.
Τέλος, το τρίτο στάδιο αφορά στην πρόληψη πρόκλησης περαιτέρω φθορών στα έργα και στην ανάδειξή τους και περιλαμβάνει τη βελτίωση της μεθόδου ανάρτησης με ειδικά κατασκευασμένες κορνίζες από ξύλο οξιάς. Η ιδιαιτερότητά τους έγκειται στη χρήση ειδικού φύλλου ακρυλικού, το οποίο είναι άθραυστο και ελαφρύ, δεν χαράσσεται, δεν έχει αντανάκλαση, ενώ εμποδίζει τη διέλευση της βλαβερής υπεριώδους ακτινοβολίας κατά 99%.
Κατόπιν επιτόπιου ελέγχου με ειδικό εξοπλισμό που πραγματοποιήθηκε από τους συντηρητές της ΔΣΑΝΜ διαπιστώθηκε ότι τα επίπεδα της, εξίσου φθοροποιού, ορατής ακτινοβολίας, ήταν ιδιαίτερα αυξημένα. Με τη ρύθμιση και τη σωστή τοποθέτηση των λαμπτήρων επιτεύχθηκαν επίπεδα ακτινοβολίας μουσειακών προδιαγραφών, τα οποία μπορεί αρχικά να φαίνονται πολύ χαμηλά, αλλά είναι άκρως απαραίτητα για τη μακροβιότητα των έργων.
Η ομάδα συντήρησης της ΔΣΑΝΜ που ασχολείται με τη συλλογή Θεόφιλου απαρτίζεται από τη δρα Χριστίνα Μαργαρίτη, συντηρήτρια υφάσματος, την Κατερίνα Ευθυμίου, συντηρήτρια-μουσειολόγο MSc, και τον Παναγιώτη Κωσταλούπη, Προϊστάμενο του Τμήματος Εκτέλεσης Έργων.
Για την οργάνωση της επανέκθεσης των συντηρημένων έργων στο ανακαινισμένο Μουσείο Θεόφιλου, τα τελευταία τρία χρόνια η ΔΣΑΝΜ συνεργάζεται στενά με τον Αντιδήμαρχο Πολιτισμού και Τουρισμού, Κώστα Αστυρακάκη, και την Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Πολιτισμού, Χαρίκλεια Καραβιάρη.