Μια ενδιαφέρουσα συζήτηση με αφορμή την Αμφίπολη πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στο Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ) από τον Όμιλο Μελέτης Ιστορίας και Κοινωνίας. Στην εκδήλωση, που είχε τίτλο «Συζήτηση με αφορμή την Αμφίπολη: το αρχαιολογικό παρελθόν στο δημόσιο παρόν», συμμετείχαν η Όλγα Σακαλή, αρχαιολόγος και πρόεδρος του ΣΕΑ, η Δέσποινα Καταπότη, λέκτορας Θεωρίας Πολιτισμού και Ψηφιακού Πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, και ο Νίκος Τσιβίκης, αρχαιολόγος του Ινστιτούτου Μεσογειακών Σπουδών.
Στις θετικές και αρνητικές πλευρές του «φαινομένου Αμφίπολη» αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, η Όλγα Σακαλή στην ομιλία της, με τίτλο «Η Αμφίπολη και ο δημόσιος λόγος για την αρχαιολογία», συμπεριλαμβάνοντας στις θετικές, εκτός από το ίδιο το εύρημα, τον δημόσιο αρχαιολογικό διάλογο που καλλιεργήθηκε και ο οποίος έλαβε ποικίλες μορφές. «Από χιουμοριστικά βίντεο, σκίτσα και γελοιογραφίες ως έναν αμιγώς επιστημονικό λόγο, τα οποία όλα μαζί μπορούσε κανείς να τα δει στο ίδιο έντυπο ή διαδικτυακό τόπο» σημείωσε.
Ως προς τις αρνητικές πλευρές, έκανε λόγο για μια σειρά από στρεβλώσεις που δημιουργήθηκαν από την πολιτική εκμετάλλευση της ανασκαφής, στρεβλώσεις που είχαν να κάνουν με την αρχαιολογία ως επιστήμη, «η οποία φάνηκε στον πολύ κόσμο να περιλαμβάνει βεβαιότητες στη θέση των υποθέσεων εργασίας, εγκλωβίζοντας την πορεία της έρευνας και συνδέοντας την αξία των αρχαιολογικών ευρημάτων με μια σειρά αφηγήσεων», στρεβλώσεις ως προς τον αρχαιολόγο ως επιστήμονα, «ο οποίος αναδείχθηκε ως “μάγος-σαμάνος” που αποδίδεται σε ένα κυνήγι εθνικού θησαυρού», ως προς το ίδιο το εύρημα, «που εκβιάστηκε να “μιλήσει” ως τεκμήριο ενός ένδοξου προγόνου», αλλά και στρεβλώσεις ως προς την αρχαιολογική έρευνα, «καθώς επιχειρήθηκε να συγκροτηθεί ένα νέο μοντέλο ανασκαφικής έρευνας και διαχείρισης του μνημείου. Και βεβαίως στρεβλώσεις προς το κοινό και πώς μεταστράφηκε η ανάγκη της τοπικής κοινότητας να έχει λόγο στο παρελθόν της και στη διαχείρισή του, σε ανάγκη προσδοκίας ενός άμεσου οικονομικού οφέλους» πρόσθεσε η κα Σακαλή.
Από την πλευρά της κας Καταπότη, στην ομιλία της με θέμα «Αμφίπολη, η επόμενη μέρα», χαρακτήρισε το φαινόμενο της Αμφίπολης αφορμή για να συζητηθεί «κάτι βαθύτερο και πιο ουσιαστικό», που έχει να κάνει με τον τίτλο της εκδήλωσης «το αρχαιολογικό παρελθόν στο δημόσιο παρόν».
«Ζούμε στην εποχή της μετανεωτερικότητας και η νέα κοσμοαντίληψη βασίζεται στην αρχή της υποκειμενικότητας και της σχετικότητας, ενώ στοχεύει στην πλήρη αποδόμηση του ερμηνευτικού ολοκληρωτισμού και της ασφυκτικής αντικειμενικότητας. Από τα μέσα του 20ού αιώνα η επιστήμη δεν θεωρείται συνώνυμο της αλήθειας, ενώ παγιώνεται η άποψη ότι η εξήγηση του κόσμου απαιτεί και προκύπτει μέσα από τη διερεύνηση πολλαπλών υποκειμενικοτήτων. Τις τελευταίες δεκαετίες παρόμοιοι μετασχηματισμοί ανιχνεύονται στην επιστήμη της αρχαιολογίας, της ιστορίας και του ευρύτερου πεδίου της πολιτιστικής διαχείρισης», ανέφερε για να συσχετίσει τις ζυμώσεις που έχουν γίνει σε διεθνές επίπεδο τα τελευταία χρόνια με τις αλλαγές που ανιχνεύονται και στην Ελλάδα στην επιστήμη της αρχαιολογίας.
«Μουσεία, αρχαιολογικοί χώροι, μνημεία έχουν αρχίσει να συντονίζονται με τις διαχειριστικές αρχές της εξωστρέφειας και της ανοιχτής πρόσβασης. Σε όλα αυτά η αρχαιολογική κοινότητα συμμετέχει, άρα ποιο το πρόβλημα με τις ιδεολογικές, πολιτικές κορώνες και το γενικότερο θόρυβο γύρω από τον τύμβο Καστά; Όταν το παρελθόν γίνεται δημόσιο αντικείμενο, τι ακριβώς μας ενοχλεί στην περίπτωση της Αμφίπολης, αν μας ενοχλεί; Μήπως αυτή η στάση υποδηλώνει ότι η αρχαιολογική κοινότητα δεν έχει ακόμα καταφέρει να διαχειριστεί την απώλεια μιας προνομιακής πρόσβασης στον χώρο του παρελθόντος;», ήταν μερικά από τα ερωτήματα που έθεσε προς προβληματισμό η κα Καταπότη.
«Ποια Αμφίπολη; Αριστερά και αρχαιολογικό εύρημα» ήταν ο τίτλος της ομιλίας του Νίκου Τσιβίκη, ο οποίος θεώρησε ως πολύ θετικό το γεγονός ότι η ιστορία της Αμφίπολης «μας ανάγκασε όλους να μπούμε μπροστά και να μιλήσουμε, να ακουστούμε και ελπίζω να ακούσουμε και περισσότερο τους ‘λαϊκούς αρχαιολόγους’». Επισήμανε επίσης τέσσερις τομείς στους οποίους ασκήθηκε αριστερή (προοδευτική) κριτική. «Πρώτα, είναι η παρέμβαση γύρω από την αρχαιολογική πραγματικότητα στην Ελλάδα του 2014-15, μετά είναι η κριτική ιδεολογικής χρήσης του ίδιου του τάφου, των προσδοκιών γύρω από αυτόν, της πολιτικής διαχείρισης από την κυβέρνηση κ.λπ., κυρίως όμως είναι η κριτική στην επιστημονική διαδικασία και η ανάγκη απομυθοποίησης της ίδιας της αρχαιολογικής διαδικασίας και του ευρήματος, μια ενδιαφέρουσα λειτουργία που ταυτόχρονα, σε πολλές στιγμές, εξελίχθηκε σε ένα ατέρμονο trolling του τι συνέβαινε στο τάφο της Αμφίπολης», επεσήμανε μεταξύ άλλων. Μετά τις ομιλίες ακολούθησε συζήτηση.