Επαναπατρίστηκαν από τη Γερμανία 2.607 αρχαία νομίσματα, που είχαν κατασχεθεί στις 9 Σεπτεμβρίου 2011 στις αποσκευές Έλληνα πολίτη που ταξίδευε οδικώς προς το Μόναχο, σύμφωνα με ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού. Στην υπόθεση εμπλέκονται άτομα τα οποία συμμετείχαν στην εγκληματική οργάνωση αρχαιοκάπηλων που εξαρθρώθηκε τον Μάρτιο του 2012 από την Αστυνομική Διεύθυνση Χαλκιδικής.
Στην πλειονότητά τους πρόκειται για χάλκινα νομίσματα κλασικών, ελληνιστικών, ρωμαϊκών και υστερορωμαϊκών χρόνων. Από την αρχαιολογική τεκμηρίωση που έγινε στο Νομισματικό Μουσείο αναγνωρίστηκαν εκδόσεις νομισματοκοπείων πόλεων της Μακεδονίας (Πέλλα, Φίλιπποι, Αμφίπολη, Θεσσαλονίκη, Τράγιλος κ.ά.), λιγοστές εκδόσεις πόλεων Αιγαιακής Θράκης (Μαρώνεια, Άβδηρα, ένα νόμισμα Αίνου), όπως και εκδόσεις βασιλέων Μακεδονίας (Αμύντας Γ’, Φίλιππος Β’, Αλέξανδρος Γ’, Δημήτριος Πολιορκητής, Φίλιππος Ε’, Περσεύς).
Επιπλέον ανάμεσά τους εντοπίστηκαν τέσσερα αργυρά δηνάρια του 2ου αι. μ.Χ., δεκαπέντε ρωμαϊκοί αντωνινιανοί από κράμα του 3ου αι. μ.Χ. Αναγνωρίστηκαν, τέλος, ιδιαίτερες κοπές νομισματοκοπείου Θεσσαλονίκης πρώιμης βυζαντινής περιόδου (16νούμμια, 8νούμμια και ένα δυνούμμιον) και χάλκινο παλαιολόγειο torneze του Ιωάννη Ε’ Παλαιολόγου, του β’ μισού του 14ου αι.
Η επιτυχής εξέλιξη υπήρξε αποτέλεσμα της συντονισμένης προσπάθειας της Εισαγγελίας Θεσσαλονίκης με την αρμόδια Διεύθυνση Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων, Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, οι οποίες κατόπιν χρονοβόρων διαδικασιών εντόπισαν τα νομίσματα στο Κεντρικό Τελωνείο Μονάχου και επετεύχθη ο επαναπατρισμός τους, ως προϊόντων παράνομης διακίνησης. Στην ολοκλήρωση του επαναπατρισμού ήταν επίσης καθοριστική η συμβολή της Γενικής Προξένου Μονάχου κας Σοφίας Γραμματά.
Τα νομίσματα αποτελούν πλέον πρόσκτημα του Τμήματος Νομισμάτων του Επιγραφικού και Νομισματικού Μουσείου, στο οποίο και φυλάσσονται.