Μπορεί το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού (ΥΠΠΟΑ) να βρίσκεται σε φάση αναζήτησης ως προς το εργαστήριο και τους επιστήμονες που θα αναλάβουν τη μελέτη του ανθρωπολογικού υλικού το οποίο βρέθηκε στον τύμβο Καστά της Αμφίπολης, ωστόσο κάποιες άλλες έρευνες έχουν σχεδόν ολοκληρωθεί, όπως η ανασκαφική (τουλάχιστον σε αυτή τη φάση) ή είναι σε εξέλιξη, όπως η γεωφυσική διασκόπηση. Όσο για τον χρόνο που απαιτείται για την ολοκλήρωση της επιστημονικής έρευνας σχετικά με το μνημείο, αυτός σίγουρα δεν μπορεί να προσδιοριστεί.
«Υπάρχουν πράγματα που μπορούν να συντομευτούν, διότι χρειάζεται η παροχή των μέσων. Για παράδειγμα η ανασκαφή που έγινε επί τρεις μήνες ήταν εντατική διότι το ΥΠΠΟΑ προσέφερε την απαραίτητη υποστήριξη στην ανασκαφική ομάδα προκειμένου να την ολοκληρώσει γρήγορα. Από εκεί και πέρα όμως δεν μπορεί κανείς να βιάσει τον χρόνο μελέτης. Αυτά θέλουν την ωριμότητά τους» τόνισε η γενική γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη στη συνέντευξη που παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ όσον αφορά τις εξελίξεις γύρω από το μοναδικό μνημείο της Αμφίπολης.
«Είναι πολλά αυτά που πρέπει να γίνουν. Πιστεύω ότι ούτε οι ίδιοι οι ανασκαφείς έχουν συνειδητοποιήσει ακριβώς το εύρημα. Θα πρέπει καταρχήν να υπάρξει μια επιστημονική προσέγγιση και μετά να δει κανείς το πώς θα προχωρήσει. Τα πράγματα θέλουν τον χρόνο τους, θα ήταν τεράστιο σφάλμα να γίνουν απερίσκεπτα και χωρίς να έχει ολοκληρωθεί η φάση της έρευνας» δήλωσε ως προς τον χρόνο που μεσολαβεί μέχρι τη φάση της ανάδειξης του μνημείου, κάτι που προαπαιτεί μια σειρά μελετών, οι οποίες θα περάσουν από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο (ΚΑΣ). Για να ενισχύσει, δε, τα λεγόμενά της έδωσε το παράδειγμα της εύρεσης των περίπου 150 μελών που αναδύθηκαν πολύ πρόσφατα με την κάθοδο των νερών της Κερκίνης, τα οποία ταυτίζονται αμέσως ότι ανήκουν στον περίβολο. «Τα ευρήματα αυτά θα πρέπει να μελετηθούν, να σχεδιαστούν, να αποτυπωθούν ώστε να αποδοθούν σε μια μελέτη αποκατάστασης του περιβόλου. Τα πράγματα δεν είναι απλά. Στην ουσία έχουμε ένα μνημείο κι ένα περιβάλλον το οποίο ερευνάται. Για να γίνει ανάδειξη θα πρέπει να έχει τελειώσει η έρευνα, τουλάχιστον στα βασικά της σημεία. Να θυμίσω αυτό που έχω πει πολλές φορές, ότι ο Ανδρόνικος ανακάλυψε τη Μεγάλη Τούμπα το 1977 και τελικά ο τύμβος της Βεργίνας, έτσι όπως τον ξέρουμε σήμερα, απεδόθη το 2001» συμπλήρωσε.
Η κα Μενδώνη πληροφόρησε ότι η ανασκαφή σε αυτή τη φάση έχει στην ουσία ολοκληρωθεί, ενώ οι εργασίες που γίνονται αφορούν κυρίως την προστασία του μνημείου, των επιχρισμάτων, των χρωμάτων κ.α. «Ανασκαφή αυτή καθεαυτή δεν γίνεται αυτή τη στιγμή. Από εκεί και πέρα το πού, πώς και πότε θα συνεχίσει εξαρτάται από τα ευρήματα της γεωφυσικής διασκόπησης, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη από την ομάδα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), υπό τον κ. Γρηγόρη Τσόκα. Πρόκειται για έρευνα που θα γίνει σε φάσεις, καθώς ολόκληρος ο τύμβος είναι μια τεράστια περιοχή, περίπου 20 στρέμματα. Η πρώτη φάση αφορά το άμεσο περιβάλλον του τάφου, δηλαδή έναν ικανοποιητικό χώρο γύρω από το μνημείο», εξήγησε, συμπληρώνοντας ότι η γεωφυσική διασκόπηση δεν θα δώσει σημεία τα οποία είναι δεδομένο ότι έχει υπάρξει ανθρώπινη παρέμβαση, αλλά εκείνα που είναι διαφορετικά από το συνολικό γεωλογικό περιβάλλον. «Είναι πολύ πιθανόν τα σημεία αυτά να είναι κατασκευές αλλά είναι και πολύ πιθανόν να προέρχονται από κάποια γεωλογικού τύπου διαφοροποίηση από το λοιπό περιβάλλον. Οπότε εκεί θα πρέπει να γίνουν ανασκαφικές τομές για να δούμε περί τίνος πρόκειται και αναλόγως να προγραμματιστεί μια ανασκαφή. Άλλωστε έχουμε μπροστά μας έναν χειμώνα, η περιοχή εκεί είναι δύσκολη. Κάποιες ανασκαφικές τομές θα μπορούσαν να γίνουν. Μια ανασκαφή όμως που θέλει συστηματική δουλειά ενός τριμήνου ή τετραμήνου μέσα στον χειμώνα είναι δύσκολο», σημείωσε.
Για την εξέταση του ανθρωπολογικού υλικού που βρέθηκε, η κα Μενδώνη δήλωσε ότι ακόμα αναζητούν το κατάλληλο εργαστήριο και τους κατάλληλους ανθρώπους που θα το κάνουν, συνδυασμός απαραίτητος, όπως είπε, καθώς είναι θέμα εξοπλισμού και των δύο. Η εξέταση πάντως θα γίνει από Έλληνες. «Ο υπουργός είπε ότι θα είναι Έλληνες οι επιστήμονες και πιστεύω ότι είναι σωστό αυτό. Δόξα τω Θεώ έχουμε καλό δυναμικό», τόνισε, ενώ ως προς το αν θα γίνει και εξέταση DNA η ίδια είπε ότι αυτό θα αποφασιστεί μετά από συζήτηση. «Γενικά το σύνολο των εξετάσεων που πρέπει να γίνουν και τα αποτελέσματα που θα υπάρξουν είναι πράγματα που θα προκύψουν μέσα από συζήτηση με τους ειδικούς. Όπως έχουμε πει θα γίνουν όλες εκείνες οι έρευνες που κρίνονται ότι ανταποκρίνονται στη σύγχρονη επιταγή της επιστήμης», δήλωσε.
Και η αποκατάσταση του ψηφιδωτού δαπέδου; «Βρίσκεται στη φάση της συντήρησης που γίνεται στο Μουσείο της Αμφίπολης και η οποία αφορά τα θραύσματα, μικρά αλλά και πολλά μεγάλα, από το στρογγυλό τμήμα που λείπει», απάντησε η κα Μενδώνη, τονίζοντας ότι είναι ένα παζλ που θέλει τον χρόνο του, η δε συγκόλλησή του σχετίζεται και με το πότε θα μπορέσει να βγει το προστατευτικό δάπεδο επί του οποίου βρίσκεται το ψηφιδωτό και το οποίο συνδέεται με το σύνολο των υποστυλώσεων που έχουν τοποθετηθεί.
Η Αμφίπολη όμως έχει κι ένα στοίχημα να κερδίσει. «Είναι μια εξαιρετικά καλή ευκαιρία να δει κανείς ένα μοντέλο βιώσιμης, ήπιας ανάπτυξης στην περιοχή, που θα διατηρήσει αλώβητο το φυσικό περιβάλλον και θα δίνει τη δυνατότητα και στους ίδιους τους κατοίκους, αλλά κυρίως στους επισκέπτες να απολαύσουν αυτό το μοναδικό και διαχρονικό πολιτιστικό απόθεμα. Γιατί την Αμφίπολη την ξέρουμε πολύ καλά σαν μια σημαντική αποικία των Αθηναίων και αρχαία πόλη, έχουμε το οχυρωματικό της σύστημα, τα οικοδομήματά της, πρόσφατα στο ΕΣΠΑ ανεδείχθη το Γυμνάσιο, γίνεται τώρα η αποκατάσταση του βυζαντινού Πύργου του Μαρμαρίου. Επίσης, υπάρχει ένα παρά πολύ ωραίο μουσείο που ανταποκρίνεται απολύτως στις σύγχρονες προδιαγραφές. Όλος αυτός ο αρχαιολογικός χώρος, που βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση, σε συνδυασμό και με τον συγκεκριμένο τύμβο, άρα με το νεκροταφείο, μπορεί να προσφέρει κάτι πολύ ιδιαίτερο στην περιοχή και πραγματικά να προσελκύσει τους επισκέπτες και όχι μόνο στο ευκαιριακό επίπεδο που είναι τώρα. Αυτό που χρειάζεται είναι με συστηματικό τρόπο να μελετηθεί από τους συναρμόδιους, την περιφέρεια, τον δήμο, τα υπουργεία Περιβάλλοντος και Τουρισμού, βεβαίως και από το ΥΠΠΟ, ένα πρότυπο σχέδιο ανάπτυξης της περιοχής», κατέληξε.