Ξεκίνησαν, πριν από δύο μέρες, οι πρώτες εργασίες για την αποκατάσταση της ιστορικής Μονής του Αποστόλου Ανδρέα, η οποία βρίσκεται στη χερσόνησο της Καρπασίας, στο βορειοανατολικό κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου.
Ο οικονόμος της Μονής, πατήρ Ζαχαρίας Γεωργίου, άγρυπνος φύλακας και διάκονός της από την τουρκική εισβολή του 1974 και μέχρι σήμερα, σε μια συμβολική χειρονομία παρέδωσε στο Πρόγραμμα Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών (UNDP) και στην ελληνοτουρκοκυπριακή κοινοπραξία, στην οποία ανατέθηκε μετά από προσφορές το έργο της αποκατάστασης, το κλειδί του ναού, ο οποίος είναι κτίσμα του 1867.
Από τον ναό αφαιρέθηκαν, εκτός από το τέμπλο, τα ιερά σκεύη και οι εικόνες για να τοποθετηθούν σκαλωσιές. Επίσης, με την επίβλεψη και καθοδήγηση του UNDP εργάτες της κοινοπραξίας περιέφραξαν τον χώρο της Μονής για να μην υπάρχει πρόσβαση από τον κόσμο στο διάστημα των εργασιών. Στο σημείο, που αρχίζει η περίφραξη, τοποθετήθηκε μεγάλη πινακίδα στην αγγλική γλώσσα, που ενημερώνει για το έργο συντήρησης της Μονής, το οποίο εντάσσεται στο πρόγραμμα της Τεχνικής Επιτροπής για την Πολιτιστική Κληρονομιά (συμμετέχουν Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι) και υποστηρίζεται από το UNDP-PFF (Αναπτυξιακό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών – Συνεταιρισμός για το Μέλλον).
Η συντήρηση της Μονής θα βασιστεί σε μελέτη πολυμελούς ομάδας της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Πανεπιστημίου Πατρών υπό τον καθηγητή Νίκο Πολυδωρίδη και κύριο ερευνητή τον καθηγητή Πέτρο Κουφόπουλο.
Το συγκρότημα της Ιεράς Μονής του Αποστόλου Ανδρέα αποτελεί αρχιτεκτονικό σύνολο σημαντικής ιστορικής, καλλιτεχνικής, περιβαλλοντικής αξίας αλλά και τεράστιας λατρευτικής και συμβολικής σημασίας. Ακόμη στο συγκρότημα αναγνωρίζεται, σύμφωνα με τη μελέτη του Πανεπιστημίου Πατρών, πρόσθετη αξία, λόγω της σπανιότητας αρκετών αρχιτεκτονικών του στοιχείων.
Η κατάσταση των κτιρίων, από δομικής και οικοδομικής άποψης, παρά τη μακρά περίοδο χωρίς συντήρηση δεν δικαιολογεί δραστικές επεμβάσεις, όπως καθαιρέσεις σημαντικών τμημάτων του συγκροτήματος. Ορισμένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που εντοπίζονται στο συγκρότημα είναι:
– Γεωτεχνικά προβλήματα του μεσαιωνικού παρεκκλησίου, όπου η διάβρωση του υπεδάφους από τη θάλασσα προκαλεί σταδιακή μετακίνηση των βράχων, επί των οποίων αυτό εδράζεται, προκαλώντας πολύ σοβαρές δομικές βλάβες κυρίως στο βορειοανατολικό άκρο του.
– Φθορά των υλικών δομής λόγω ελλείψεως συντήρησης και παράλληλη σοβαρή διάβρωση των υλικών λόγω του δυσμενούς θαλάσσιου περιβάλλοντος. Διαβρωμένες κατασκευές από οπλισμένο σκυρόδεμα που χρειάζονται άμεση αντικατάσταση, όπως το πάτωμα και το δώμα της ανατολικής στοάς.
– Λόγω παντελούς ελλείψεως φροντίδας εντοπίζονται τοπικές αστοχίες των στεγών, ιδιαίτερα στην πτέρυγα κελιών πάνω από τη νότια στοά του ναού και στο, προσκολλημένο στα δυτικά του ναού, παλαιό Οικονομείο, που στη συνέχεια με την είσοδο των ομβρίων υδάτων έχουν προκαλέσει σοβαρές δομικές βλάβες σε περιοχές του κτιρίου.
– Στο κτίριο ξενώνα-συνοδικού του 1919 πέραν των συνήθων οικοδομικών προβλημάτων φθοράς υπάρχουν σοβαρές βλάβες στην ανατολική στοά, όπου λόγω της έντονης διάνοιξης των αρμών τα τόξα βρίσκονται σε κατάσταση ετοιμορροπίας.
– Ανάλογα προβλήματα ετοιμορροπίας εντοπίζονται και σε τμήματα των στοών του κτηρίου του παλαιού Οικονομείου.
– Το κωδωνοστάσιο βρίσκεται σε κατάσταση προϊούσας φθοράς και αποκλίνει ελαφρά από την κατακόρυφο, προς τα ανατολικά.
– Υφίστανται προβλήματα λειτουργικά και οργάνωσης του ευρύτερου χώρου, στο πλαίσιο μιας συνολικής επαναλειτουργίας του συγκροτήματος.
– Είναι εμφανής η αισθητική και περιβαλλοντική υποβάθμιση του Προσκυνήματος από τα ερειπωμένα και εγκαταλελειμμένα κτήρια, από τους πλανόδιους εμπόρους και την ανεξέλεγκτη επέκτασή τους στα υπόστεγα πολύ κοντά στο ναό, την ανεξέλεγκτη στάθμευση οχημάτων, τα απορρίμματα κ.λπ.
Το έργο θα γίνει σε τρεις φάσεις. Το κόστος της πρώτης έχει εκτιμηθεί σε € 2.500.000 και θα χρηματοδοτηθεί από την Εκκλησία της Κύπρου και το Τουρκοκυπριακό ίδρυμα διαχείρισης βακουφίων (ΕΒΚΑΦ), ενώ με 25.000 δολάρια θα συμβάλει και η USAID (Αμερικανική Υπηρεσία για τη Διεθνή Ανάπτυξη). Η πρώτη φάση προβλέπεται να διαρκέσει περίπου 22 μήνες.
Το ιερό προσκύνημα του Αποστόλου Ανδρέα στην κατεχόμενη Καρπασία αποτελεί σύμβολο συλλογικής μνήμης, που εκφράζεται μέσα από τη μορφή που γνώρισαν αρκετές γενιές Κυπρίων για περισσότερο από έναν αιώνα. Η ιδιότητα του προσκυνήματος, στο οποίο προσέρχονταν και Τουρκοκύπριοι, ως συμβόλου ενισχύθηκε τα τελευταία 40 χρόνια από το γεγονός ότι το διατήρησαν σε αδιάκοπη λειτουργία οι εγκλωβισμένοι Ελληνοκύπριοι, με επικεφαλής τον Οικονόμο π. Ζαχαρία Γεωργίου.
Ο παλαιός ναός του Αγίου Ανδρέα είναι κτίσμα της περιόδου της Φραγκοκρατίας (15ος αι. περίπου) και βρίσκεται σε στάθμη λίγο ψηλότερη από εκείνη της βραχώδους παραλίας ενώ ένα υποδαπέδιο, στο ναό, σύστημα στοών συλλέγει το νερό του Αγιάσματος που παροχετεύεται σε κρήνη στην ανατολική του πλευρά προς τη θάλασσα.
Δυτικότερα και σε ψηλότερη στάθμη βρίσκεται ο νεότερος ναός που είναι ένα μεγάλων διαστάσεων κτίσμα του 1867. Καλύπτεται με ευρύ οξυκόρυφο θόλο και αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της κυπριακής ναοδομίας του τέλους του 19ου αιώνα. Στο δυτικό άκρο του ναού υπάρχει διώροφος χώρος, η κατώτερη στάθμη του οποίου χρησιμεύει ως βαπτιστήριο και η ανώτερη ως γυναικωνίτης. Κατά μήκος της νότιας πλευράς του ναού εκτείνεται φαρδιά στοά με πέντε ισχυρά τόξα. Μία ακόμη στοά με μορφή διαβατικού υπάρχει και κατά μήκος της δυτικής πλευράς του ναού. Είναι σαφές ότι υπήρχε πρόθεση να κατασκευασθεί άλλη μία στα βόρεια, όμως το έργο αυτό δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Στα ανατολικά του ναού υπάρχει ένα ακόμη διαβατικό πάνω από το οποίο παλαιότερα υπήρχαν χρηστικοί χώροι. Το πρόκτισμα αυτό, που είχε ως κύριο σκοπό την προστασία του ναού από τη θάλασσα, οικοδομήθηκε πιθανώς στα τέλη του 19ου αιώνα. Την ίδια ίσως εποχή κατασκευάστηκε στο μέσον του δυτικού προαυλίου της Μονής οκταγωνική σε κάτοψη δεξαμενή κρήνη.
Στα δυτικά του ναού και σχεδόν έναν όροφο ψηλότερα κτίστηκε το 1914 ένα ορθογώνιο σε κάτοψη κτήριο, με στοά κατά μήκος της δυτικής του πλευράς στο οποίο στεγάζονταν οι πρώτοι επίσημοι χώροι υποδοχής και διοίκησης της Μονής. Πιθανώς ταυτόχρονα, πάνω από τη νότια στοά του ναού οικοδομήθηκε μία σειρά κελιών, η προσπέλαση των οποίων εξασφαλιζόταν μέσω εξώστη διαμορφωμένου σε πρόβολο κατά μήκος της νότιας όψης τους.
Το 1919 οικοδομήθηκε στα βορειοδυτκά του κτηρίου του Οικονομείου, ένας νέο-αναγεννησιακής μορφολογίας ισόγειος ξενώνας με στοές κατά μήκος της νότιας, ανατολικής και δυτικής του πλευράς. Το ανατολικότερο δωμάτιο αυτής της πτέρυγας φαίνεται ότι λειτούργησε ως Συνοδικό.
Η οικοδομική ανάπτυξη δεν έπαψε στις επόμενες δεκαετίες μέχρι και το 1967 όταν έγιναν οι πανηγυρισμοί για την εκατονταετηρίδα από την επανίδρυση της Μονής και μεταφέρθηκε για πρώτη φορά από την Πάτρα στην Κύπρο η τιμία κάρα του Αποστόλου Ανδρέα.