Έργα-ορόσημα της αρχιτεκτονικής, που αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης και αφετηρία για σύγχρονες δημιουργίες και τα οποία βρίσκονται από την Ελλάδα και την Ευρώπη μέχρι την Ινδία, την Ιαπωνία και τη σφαίρα του… ουτοπικού, παρουσίασαν την περασμένη Δευτέρα 50 νέοι Έλληνες αρχιτέκτονες στην ημερίδα με θέμα «Αφετηρίες» που διοργανώθηκε στο Μουσείο Μπενάκη.

Την ημερίδα διοργάνωσαν το αρχιτεκτονικό περιοδικό «Δομές» και η διαδικτυακή εφαρμογή «Δομές Index».

«Η ημερίδα θα μπορούσε να λέγεται “Αφορμές” ή “Εκκινήσεις”. Οι “Αφετηρίες” είναι μια έννοια πιο ψύχραιμη και πιο αντιπροσωπευτική του πλουραλισμού, που φιλοδοξούμε να αναδειχθεί από αυτή τη διοργάνωση. Στόχος μας είναι να αναδείξουμε τη σημασία των προηγούμενων, της αρχιτεκτονικής που έχει προϋπάρξει, των έργων ως παραγόντων αρχιτεκτονικής δημιουργίας, των επιρροών που έχουν ολοκληρωμένα έργα αρχιτεκτονικής στη νέα αρχιτεκτονική δημιουργία», εξήγησε ανοίγοντας την ημερίδα ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών και υπεύθυνος του περιοδικού, Γιώργος Πανέτσος.

Πώς μεταφράζονται τα κτίρια μεγάλων αρχιτεκτόνων, όπως του Φρανκ Γκέρι, του Μις Βαν Ντερ Ρόε, του Ιωάννη Δεσποτόπουλου, στη σύγχρονη αρχιτεκτονική δυναμική; Στην ερώτηση αυτή επιχείρησαν να δώσουν απάντηση οι νέοι –ως 45 ετών– αρχιτέκτονες στις δεκάλεπτες παρουσιάσεις τους. Τα κτίρια που επέλεξαν εκτείνονται όχι μόνο στην Ευρώπη, την Αμερική, την Ασία και την Αφρική, αλλά και στη σφαίρα του ουτοπικού: δεν είναι λίγες οι φορές που φιλόδοξα αρχιτεκτονικά σχέδια δεν υλοποιήθηκαν ποτέ και παρ’ όλα αυτά αποτέλεσαν ισχυρή πηγή έμπνευσης για τις μετέπειτα γενιές.

Τα έργα που παρουσιάστηκαν χρονολογούνται από τον 2ο αιώνα π.Χ. μέχρι και τον 20ο αιώνα, με τις πιο σύγχρονες δημιουργίες να έχουν την τιμητική τους. Τα έργα καλύπτουν ένα τεράστιο αρχιτεκτονικό φάσμα: ιδιωτικές κατοικίες, συγκροτήματα διαμερισμάτων, μνημειώδεις κατασκευές, δημόσια κτίρια, εμπορικά καταστήματα και πανεπιστήμια.

Η Μυρτώ Μήλιου περιέγραψε ένα ανατρεπτικό παράδειγμα αρχιτεκτονικής, τις σπηλιές της Ατζάντα στην περιοχή Μαχαράστρα της Ινδίας (2ος π.Χ. αιώνας), που όπως είπε «σηματοδοτεί έναν τελείως διαφορετικό τρόπο δόμησης σε σχέση με τα δυτικά πρότυπα». Οι σπηλιές και οι ναοί της Ατζάντα και της Ελόρα, που βρίσκονται σε αυτές, τόποι λατρείας για τους βουδιστές, είναι λαξευμένοι σε βράχους. «Οι ναοί δεν έχουν διαμορφωθεί χτίζοντας, αλλά αφαιρώντας. Αυτή η διαδικασία αφαίρεσης είναι ξένη προς τα δυτικά πρότυπα και είναι άμεσα συσχετισμένη με τη φιλοσοφία του βουδισμού: ότι ο άνθρωπος για να φτάσει στη νιρβάνα πρέπει να αφαιρέσει τα περιττά στοιχεία που περιβάλλουν τη ζωή του», υπογράμμισε η ομιλήτρια.

Αντίθετα, ο Νικόλαος-Ίων Τερζόγλου επέλεξε να παρουσιάσει ένα σχέδιο που δεν υλοποιήθηκε ποτέ, το «Κενοτάφιο του Ισαάκ Νεύτωνα» του Ετιέν-Λουί Μπουλέ, που χρονολογείται το 1784. Το έργο είναι αφιερωμένο στην εμβληματική φυσιογνωμία του Διαφωτισμού, καθώς και στις επιστήμες της φυσικής και της αστρονομίας. «Ο αρχιτέκτονας κατέδειξε ότι είναι η παραγωγή του πνεύματος, που συγκροτεί την αρχιτεκτονική. Την κατέστησε έναν φορέα αφηρημένων ιδεών, μιας σκέψης ουτοπικής ανεξάρτητα από την υλοποίησή της», εξήγησε ο κ. Τερζόγλου.

Ένα ακόμα ουτοπικό έργο, το «Danteum» του Τζουζέπε Τεράνι, παρουσίασε ο Γιάννης Καραχάλιος. «Στις φοιτητικές αναζητήσεις μου γύρω από θέματα αρχιτεκτονικών διαγραμμάτων, βρήκα τις απαντήσεις στο έργο του Τεράνι, αλλά η δυσάρεστη έκπληξη ήταν όταν έμαθα ότι επρόκειτο για έναν ένθερμο υποστηρικτή του φασισμού». Το «Danteum», ένα μνημείο για τη ζωή και το έργο του Δάντη, σχεδιάστηκε ως αλληγορία της «Θείας Κωμωδίας», παρουσιάστηκε το 1942 στην Έκθεση της Ρώμης, αλλά δεν κατασκευάστηκε ποτέ. «Πρόκειται όμως για ένα σπουδαίο έργο που καταδεικνύει την ικανότητα του Τεράνι να συνθέτει μια γνώση αιώνων πάνω στη συμμετρία και τις αναλογίες», υπογράμμισε ο ομιλητής.

Η πρόταση του Τάκη Ζενέτου γνωστή και ως «Ηλεκτρονική πολεοδομία», δηλαδή η ένταξη των πλέον προηγμένων κατακτήσεων της τεχνολογίας στην καθημερινή ζωή του ανθρώπου, ενέπνευσε τον Κωνστάντιο Δασκαλάκη. Όπως εξήγησε ο κ. Δασκαλάκης, δεν πρόκειται για ένα πλήρες αρχιτεκτονικό έργο, αλλά για μια ημιτελή και με αρκετές αδυναμίες πρόταση, ωστόσο η μεγάλη της αξία είναι ότι «συνιστά μια ιδιαίτερη και βαθιά ανάγνωση της εποχής μας».

Τη σχέση των προσωπικών βιωμάτων με την αρχιτεκτονική διερευνά ο Αριστοτέλης Δημητρακόπουλος. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτού του συσχετισμού είναι η κατοικία του Ιταλού συγγραφέα Κούρτσιο Μαλαπάρτε στο Κάπρι, έργο του αρχιτέκτονα Ανταλμπέρτο Λίμπερα (1937). Η κατοικία, σπουδαίο παράδειγμα της σύγχρονης ιταλικής αρχιτεκτονικής, φέρει την ονομασία «Casa Come Me» («Ένα σπίτι σαν εμένα») και είναι χτισμένη σε έναν απόκρημνο βράχο πάνω στη θάλασσα. Με μια έντονη ζωή (πολέμησε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και έζησε τον Δεύτερο ως πολεμικός ανταποκριτής), ο Μαλαπάρτε μιλούσε για το σπίτι του με ένα μηδενιστικό τρόπο, ως πεδίο καταδίκης και αυτοτιμωρίας. Φαίνεται πως τα βιώματά του ήταν καθοριστικά για τη μορφή της κατοικίας του, καθώς τα σχέδια του Λίμπερα δεν έχουν σχέση με το τελικό αποτέλεσμα.

Την επιρροή, που άσκησε το γερμανικό περίπτερο της Βαρκελώνης του Λούντβιχ Μις Βαν Ντερ Ρόε στη δική του δουλειά παρουσίασε ο Πραξιτέλης Κονδύλης. Το γερμανικό περίπτερο, χαρακτηριστικό δείγμα της μοντέρνας αρχιτεκτονικής, χτίστηκε για τη Διεθνή Έκθεση της Βαρκελώνης το 1929, μεσούσης της διεθνούς οικονομικής κρίσης, και με το τέλος της Έκθεσης κατεδαφίστηκε, για να ανακατασκευαστεί το 1986. «Η λιτή κομψότητα του περιπτέρου μας διδάσκει ότι σήμερα μέσα στην οικονομική κρίση είναι εφικτό με λίγα μέσα να προκύψει ένα πολύ καλό αποτέλεσμα», επισήμανε.

Τις εισηγήσεις των νέων αρχιτεκτόνων πλαισίωσε σχολιασμός από καταξιωμένους καθηγητές και αρχιτέκτονες, όπως ο Ηλίας Κωνσταντόπουλος, ο Αλέξανδρος Σαμαράς, η Ρένα Σακελλαρίδου, ο Νίκος Καλογήρου και ο Ζήσης Κοτιώνης.