Στα έργα ανάδειξης του σπηλαίου της Θεόπετρας μας «ξεναγεί» η αρχαιολόγος Nίνα Κυπαρίσση-Αποστολίκα, επίτιμη διευθύντρια της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας του Υπουργείου Πολιτισμού, καθώς συμπληρώνονται έξι χρόνια που ο χώρος του σπηλαίου είναι επισκέψιμος.
Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η αρχαιολόγος, στο εσωτερικό υπάρχει διάδρομος κυκλοφορίας που περιτρέχει όλο το σπήλαιο με μια πορεία περίπου περιμετρική. Είναι επίπεδος (με τις απαραίτητες μικρές κλίσεις) και έχει προστατευτικό κιγκλίδωμα. Ο διάδρομος δεν εφάπτεται του δαπέδου αλλά παραμένει εναέριος, εδραζόμενος σε μικρές βάσεις από σκυρόδεμα. Έτσι, ο επισκέπτης κινείται πάνω από τα αρχαιολογικά σκάμματα ώστε να μπορεί να βλέπει τα κατά χώραν διατηρημένα ευρήματα.
Μπαίνοντας οι επισκέπτες στο σπήλαιο έχουν μια γενική κατ’ αρχήν εικόνα του σπηλαίου και των ανασκαφικών τομών. Στη συνέχεια, η κίνηση ξεκινάει από τη δυτική πλευρά του σπηλαίου. Κινούμενος ο επισκέπτης πάνω στο διάδρομο μπορεί να βλέπει αριστερά και δεξιά του (ανατολικά και δυτικά δηλαδή του διαδρόμου) τις ανασκαφικές τομές με τα αντίστοιχα ευρήματα. Στο τέλος αυτής της πρώτης διαδρομής υπάρχει μικρό πλάτωμα, που χρησιμεύει ως χώρος στάσης και ενημέρωσης των επισκεπτών για την ιστορία του σπηλαίου και των προϊστορικών ενοίκων του. Από εκεί έχουν τη δυνατότητα να βλέπουν τα σκάμματα της ανασκαφής και τα κατά χώραν διατηρημένα ευρήματα, κυρίως τις εστίες της Μεσολιθικής περιόδου και τις εστίες των 60.000 ετών. Μετά το πλάτωμα, ο επισκέπτης κατευθύνεται προς την ανατολική περιοχή του σπηλαίου, βλέποντας συνεχώς τις προαναφερθείσες εστίες, και πάλι υπάρχει στροφή ακολουθώντας την περίμετρο του σπηλαίου και μέσω γέφυρας, που περνάει πάνω από αγεφύρωτα στο παρελθόν ανασκαμμένα τετράγωνα με κατεύθυνση Νότο-Βορρά, καταλήγει πάλι στην είσοδο/έξοδο του σπηλαίου.
Από τα δυτικά της γέφυρας έχει κανείς άμεση οπτική επαφή με την καμμένη επιφάνεια όπου σώζονται τα αποτυπώματα των ανθρώπινων πελμάτων χρονολογημένα με θερμοφωταύγεια στα 110.000-135.000 χρόνια πριν από σήμερα, και τα οποία είναι ορατά μέσω γυάλινης επιφάνειας του δαπέδου του διαδρόμου σε εκείνο το τμήμα του.
Είναι, διευκρινίζει η κ. Κυπαρίσση-Αποστολίκα, τα δεύτερα σε αρχαιότητα αποτυπώματα ποδιών στην Ευρώπη μετά από εκείνα της Terra Amata της Γαλλίας (380.000 χρόνια πριν από σήμερα), ενώ άλλα που βρέθηκαν σε σπήλαια της Γαλλίας και της Ιταλίας χρονολογούνται κάτω από τα 20.000 χρόνια. Στην ίδια περιοχή σημαίνεται ο χώρος εύρεσης δύο ταφών.
Από την άλλη πλευρά, ανατολικά της γέφυρας, συνεχίζει η αρχαιολόγος, βλέπει ο επισκέπτης τα τρία σκάμματα, δίπλα ακριβώς στα ανατολικά βραχώδη τοιχώματα του σπηλαίου, όπου, διευκρινίζει, η ανασκαφή έχει φτάσει στο φυσικό ασβεστολιθικό υπόβαθρο και όπου έχουν βρεθεί σε πολύ καλή κατάσταση διατήρησης οστά Μέσης Παλαιολιθικής εποχής που ανήκουν σε σπηλαία άρκτο αλλά και σε ύαινα, κόκκινο ελάφι, αιγοειδή, λύκο και άλλα μικρότερα είδη ζώων. Μετά τη γέφυρα, μέσω του διαδρόμου που ολοκληρώνει τη διαδρομή, διακρίνονται οι εναλλαγές του κλίματος στη διάρκεια του Πλειστοκαίνου, σημαίνεται ο χώρος εύρεσης της μεσολιθικής ταφής, αλλά ο επισκέπτης βλέπει στη θέση εύρεσής της καλυμμένη με πλέξιγκλας και άλλη μεσολιθική ταφή που βρέθηκε με την ευκαιρία των έργων ανάδειξης στο σπήλαιο.
Παράλληλα, ο επισκέπτης έχει μια γενική εικόνα της ανασκαφής καθώς προχωρά προς την έξοδο του σπηλαίου. Εδώ, σύμφωνα με τα πρόσφατα ευρήματα, διαπιστώνει η κ. Κυπαρίσση-Αποστολίκα, βλέπει τη συγκέντρωση μικρών βράχων, μάλλον ηθελημένη κατά την εκτίμηση των αρχαιολόγων, ένα φράγμα ασφαλείας που φαίνεται να έφραζε, στα παλαιολιθικά χρόνια, την είσοδο του σπηλαίου. Το φράγμα αυτό έχει χρονολογηθεί με θερμοφωταύγεια, στα 21.000 χρόνια πριν από σήμερα, δηλαδή στον τελευταίο ισχυρό παγετώνα.
Σε επιλεγμένες θέσεις του σπηλαίου και του εξωτερικού χώρου έχουν τοποθετηθεί ειδικές πινακίδες από ηφαιστειογενές υλικό που δεν επηρεάζεται από τις συνθήκες υγρασίας, ψύχους κ.λπ., με πληροφορίες (κείμενα, σχέδια και φωτογραφίες) σχετικά με την ιστορία του σπηλαίου και της ανασκαφής αλλά και των επιλεγμένων σημείων της ανασκαφής που επισημαίνονται. Η ίδια δεν παραλείπει να τονίσει πως στη Θεόπετρα ευτυχήσαμε να έχουμε βρει πέντε ανθρώπινους σκελετούς, δύο της Ανώτερης Παλαιολιθικής, εκ των οποίων ο ένας είναι χρονολογημένος στα 14500 π.Χ, δηλαδή μετά το τέλος της τελευταίας παγετώδους περιόδου, και τρεις της Μεσολιθικής χρονολογημένους στα 7000-7500 περίπου π.Χ. Τα αποτυπώματα ανθρώπινων πελμάτων, καταλήγει, είναι μοναδικά στον ελλαδικό χώρο και εξαιρετικά σπάνια σε παγκόσμια κλίμακα, και οι αρχαιολόγοι ελπίζουν ότι θα συμβάλουν στη μελέτη της παρουσίας και της εξέλιξης του ανθρώπου στην Ελλάδα, η οποία βρίσκεται μεταξύ της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής, ώστε είναι πιθανή η εμφάνιση του σύγχρονου ανθρώπου και εδώ πολύ νωρίτερα απ’ ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Στις εξωτερικές σκάλες πρόσβασης στο σπήλαιο έχουν εγκατασταθεί ειδικές πλατφόρμες και μηχανισμοί για τη διευκόλυνση ατόμων με ειδικές ανάγκες και κινητικά προβλήματα.
Οι ανασκαφές στο σπήλαιο της Θεόπετρας ήρθαν να επιβεβαιώσουν την προς τα πίσω άρρηκτη συνέχεια του Νεολιθικού πολιτισμού, με την παρουσία της Μεσολιθικής περιόδου για πρώτη φορά στη Θεσσαλία, αλλά και τη σύνδεση της τελευταίας με τις προγενέστερες βαθμίδες, την Ανώτερη και τη Μέση Παλαιολιθική, και να αποδείξουν με τα σχετικά ευρήματα πως και η καθιέρωση της καλλιέργειας και η κεραμική τεχνολογία υπήρξαν το αποτέλεσμα προσπαθειών πολλών χιλιετιών που μετέτρεψαν το άγριο σε καλλιεργημένο και τον πηλό σε κεραμική, σημειώνει τέλος η αρχαιολόγος, επίτιμη διευθύντρια της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας του Υπουργείου Πολιτισμού.