Το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βέρνης, στην Ελβετία, επιβεβαίωσε ότι στη διαθήκη του ο συλλέκτης έργων τέχνης Κορνέλιους Γκούρλιτ, που πέθανε στο Μόναχο, του κληροδοτεί τον «θησαυρό» του που αποτελείται από σχεδόν 1.400 πίνακες μοντέρνας τέχνης, αμφιλεγόμενης προέλευσης.
«Παρά τις φήμες στα μέσα ενημέρωσης ότι η συλλογή θα δινόταν σε κάποιο ίδρυμα τέχνης εκτός της Γερμανίας, η είδηση μας ήρθε σαν κεραυνός εν αιθρία», αναφέρεται στην ανακοίνωση που εξέδωσε το Μουσείο, το οποίο ενημερώθηκε από τον δικηγόρο του ηλικιωμένου, Κριστόφ Εντέλ.
Το Μουσείο τόνισε ότι δεν είχε ποτέ καμία σχέση ή επαφή με τον «ιδιοκτήτη» της συλλογής και το γεγονός ότι ο Γκούρλιτ του εμπιστεύτηκε τα έργα αποτελεί μια «ευχάριστη έκπληξη».
Πάντως, η τύχη των εκατοντάδων έργων τέχνης που είχαν κατασχεθεί από τους Ναζί και φυλάχτηκαν επί δεκαετίες στο διαμέρισμα του Γκούρλιτ στη βαυαρική πρωτεύουσα εξακολουθεί να αποτελεί το μεγάλο ερωτηματικό για τις γερμανικές αρχές. Γιατί μπορεί μεν ο 80χρονος «ερημίτης» να κληροδότησε την περιουσία του στο ελβετικό Μουσείο, ωστόσο δεν είναι σαφές εάν είχε το δικαίωμα να την παραχωρήσει σε όποιον ήθελε. Επιπροσθέτως, είναι ακόμη σε εξέλιξη η έρευνα των Γερμανών για τον εντοπισμό των νομίμων ιδιοκτητών τους.
Ο Γκούρλιτ πέθανε στο διαμέρισμά του στο Σβάμπινγκ του Μονάχου, αφού είχε υποβληθεί σε σοβαρή χειρουργική επέμβαση στην καρδιά.
Η υπόθεση ήρθε στο φως το φθινόπωρο του 2013, όταν ανακοινώθηκε από τις αρχές ότι έναν χρόνο νωρίτερα είχαν ερευνήσει το σπίτι του ηλικιωμένου ο οποίος ήταν ύποπτος για φοροδιαφυγή και βρήκαν μέσα εκατοντάδες έργα τέχνης που είχαν κατασχεθεί παράνομα κατά τη ναζιστική περίοδο.
Τον Απρίλιο φέτος οι εισαγγελικές αρχές συμφώνησαν να επιστρέψουν τους πίνακες στον Γκούρλιτ κρίνοντας ότι τουλάχιστον ένα μέρος της συλλογής του ανήκε νόμιμα. Ο «θησαυρός» περιλαμβάνει περίπου 1.400 έργα μεγάλων ζωγράφων όπως οι Πάμπλο Πικάσο, Ανρί Ματίς, Φραντς Μαρκ, Πάουλ Κλέε και Μαξ Μπέκμαν. Η συνολική αξία των πινάκων υπολογίζεται στο 1 δισεκατομμύριο ευρώ. Σύμφωνα με έναν εκπρόσωπο, ο Γκούρλιτ δεν είχε δει τη συλλογή του από την ημέρα που κατασχέθηκε από το κράτος.
Ο δικηγόρος και εκπρόσωπος του 80χρονου, Στέφαν Χόλτσινγκερ, δήλωσε σε γερμανικά μέσα ενημέρωσης ότι η συμφωνία που επιτεύχθηκε τον Απρίλιο μεταξύ του πελάτη του, των αρχών της Βαυαρίας και της γερμανικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης, ισχύει. Με βάση αυτήν, οι έρευνες για την προέλευση των έργων θα συνεχιστούν και όσα έργα διαπιστωθεί ότι κλάπηκαν από τους Ναζί θα επιστραφούν στους απογόνους των νομίμων ιδιοκτητών τους.
Η διαθήκη που συνέταξε ο Γκούρλιτ πρόσφατα, πριν εισαχθεί στο νοσοκομείο για την επέμβασή του, θα πρέπει να κατατεθεί σύντομα σε δικαστήριο του Μονάχου. Από τη στιγμή που θα επικυρωθεί ως γνήσια, οι κληρονόμοι θα έχουν στη διάθεσή τους έξι εβδομάδες για να παραλάβουν την κληρονομιά.
Ο ηλικιωμένος δεν είχε αποκτήσει παιδιά και δεν έχει στενούς συγγενείς που θα μπορούσαν να διεκδικήσουν την περιουσία του. Δεν έχει διευκρινιστεί μέχρι στιγμής εάν στη διαθήκη αναφέρονται ονόματα τυχόν μακρινών συγγενών του.
Πιστεύεται ότι τα έργα κληροδοτήθηκαν στον Γκούρλιτ από τον πατέρα του, τον Χίλντεμπραντ, που ήταν γνωστός έμπορος έργων τέχνης την εποχή του μεσοπολέμου. Αυτό που παραμένει ασαφές είναι αν και ποιοι από τους πίνακες αποκτήθηκαν κατόπιν πιέσεων που ασκήθηκαν στους ιδιοκτήτες τους ή ακόμη και αν κλάπηκαν.
Αδιευκρίνιστο επίσης παραμένει υπό ποιες συνθήκες ο πρεσβύτερος Γκούρλιτ παρέδωσε τα έργα στον γιο του, ενώ επίσης δεν είναι ξεκάθαρο το πώς ο τελευταίος τα μετέφερε στο διαμέρισμά του στο Μόναχο χωρίς να γίνει αντιληπτός από κανέναν. Αυτό που είναι γνωστό είναι ότι κατά περιόδους πούλαγε πίνακες για να ζήσει. Άλλωστε, οι αρχές τον υποπτεύθηκαν για πρώτη φορά όταν τον εντόπισαν, πριν από δυο χρόνια, να έχει επάνω του ένα μεγάλο χρηματικό ποσό που δεν μπορούσε να το δικαιολογήσει ενώ επέστρεφε από την Ελβετία, μετά από μια πώληση.