Aρχαιολόγοι στη Βρετανία ανακοίνωσαν ότι έλυσαν ένα μυστήριο 660 χρόνων, ύστερα από εξετάσεις DNA που αποδεικνύουν την εύρεση ενός χαμένου χώρου ταφής δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων οι οποίοι έχασαν τη ζωή τους στο μεσαιωνικό Λονδίνο από την πανώλη ή τον «μαύρο θάνατο», όπως έμεινε στην ιστορία.
Η μεγάλη αυτή ανακάλυψη διαδέχεται την ανακάλυψη πέρυσι 13 σκελετών, τυλιγμένων σε σάβανα και τοποθετημένων σε σειρές στη διάρκεια ανασκαφών για τις εργασίες κατασκευής μιας νέας σιδηροδρομικής γραμμής του Λονδίνου, που είναι το μεγαλύτερο έργο υποδομών της Ευρώπης.
Οι αρχαιολόγοι, που επισημαίνουν ότι τα ευρήματα ρίχνουν νέo φως στη μεσαιωνική Αγγλία και τους κατοίκους της, βρήκαν αργότερα 12 επιπλέον σκελετούς, με αποτέλεσμα ο αριθμός των σκελετών να αυξηθεί σε 25. Οι ανασκαφές τους θα συνεχιστούν στην περιοχή τον Ιούλιο για να δουν αν υπάρχουν θαμμένα και άλλα πτώματα σε κοντινή απόσταση.
Πέρυσι, οι αρχαιολόγοι δήλωσαν ότι οι σκελετοί πιθανόν ανήκουν σε θύματα της πανούκλας, η οποία αποδεκάτισε σχεδόν το ένα τρίτο του πληθυσμού της Αγγλίας μετά την εμφάνισή της το 1348. Περιορισμένα αρχεία υποδεικνύουν ότι έως 50.000 θύματα της επιδημίας τάφηκαν στο κοιμητήριο της περιοχής Φάρινγκντον του Λονδίνου.
Τώρα οι αρχαιολόγοι δήλωσαν ότι εξετάσεις DNA που έγιναν σε δόντια τα οποία ελήφθησαν από σκελετούς αποκάλυψαν ίχνη του βακτηρίου yersinia pestis που ευθύνεται για την πανούκλα, επιβεβαιώνοντας τη θεωρία αυτή.
«Η ανάλυση του ευρήματος αυτού αποκαλύπτει μεγάλη ποσότητα πληροφοριών που μας επιτρέπουν να λύσουμε ένα μυστήριο 660 ετών. Οι εξετάσεις έδειξαν ότι από τους σκελετούς αυτούς, 13 ανήκουν σε άνδρες, τρεις σε γυναίκες και δύο σε παιδιά. Το φύλο δεν μπορεί να καθοριστεί στους άλλους επτά σκελετούς».
Οι γενετικές εξετάσεις αποκάλυψαν επίσης πληροφορίες για τη ζωή των θυμάτων. Πολλοί είχαν σοβαρές κακώσεις στη σπονδυλική στήλη, γεγονός που υποδηλώνει ότι είχαν κάνει μια βαριά χειρωνακτική εργασία. Κάποιοι έφεραν θωρακικά τραύματα, ένδειξη ότι είχαν εμπλακεί σε βίαιες φιλονικίες. Ένα από τα θύματα ήταν χορτοφάγος ενώ πολλοί υπέφεραν από υποσιτισμό.