Να προχωρήσει στο μέγιστο δυνατό η αναστήλωση του Ανακτόρου των Αιγών συμφώνησαν ομόφωνα τα μέλη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, που έδωσαν το «πράσινο φως» στην αρχιτεκτονική μελέτη στερέωσης και αναστήλωσης της ανατολικής και βόρειας πτέρυγας του κυρίως κτιρίου. Ο λόγος ήταν διπλός. Από τη μία η εξαιρετικά μεγάλη αρχαιολογική σημασία του μνημείου, που δημιουργήθηκε για τον Φίλιππο Β΄ από έναν μεγαλοφυή αρχιτέκτονα, ίσως τον Πύθεο, και από την άλλη το αχανές μέγεθός του, που «σε αναγκάζει να θέλεις ύψος σε σημεία. Ο επισκέπτης δεν θα έχει την πλήρη αισθητική οπτική του οικοδομήματος χωρίς την 3η διάσταση, όπου αυτή μπορεί να αποδοθεί και αφού λυθούν τα τεχνικά στατικά προβλήματα», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά η γγ του ΥΠΠΟΑ, Λίνα Μενδώνη.
Αυτή ήταν και η «κατεύθυνση» που δόθηκε από τα μέλη του ΚΑΣ στη μελέτη, η παρουσίαση της οποίας από την Αγγελική Κοτταρίδη, προϊσταμένη της ΙΖ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, υπεύθυνη μεταξύ άλλων για όλα τα έργα ανάπλασης, ανάδειξης και συντήρησης της βασιλικής Νεκρόπολης και του Ανακτόρου των Αιγών, ήταν εντυπωσιακή. Όπως εντυπωσιακές ήταν οι εικόνες και οι πληροφορίες σχετικά με το τεράστιο αρχιτεκτόνημα των 12,5 στρεμμάτων, το μεγαλύτερο και μαζί με τον Παρθενώνα το σημαντικότερο κτίριο της κλασικής Ελλάδας.
Το οικοδόμημα του 4ου αι. π.Χ., που δεν σχεδιάστηκε ως ιδιωτική κατοικία του βασιλιά, αλλά είχε δημόσιο χαρακτήρα, συνεχίζει να εντυπωσιάζει με την εφευρετικότητα, την αρμονία και τη γεωμετρική καθαρότητα της φόρμας του, καθώς και με τη «δημοκρατικότητα» της δομής του, καθώς απουσιάζει οποιοδήποτε στοιχείο εξαίρεσης, απομόνωσης ή περιφρούρησης, που χαρακτηρίζουν την ανακτορική αρχιτεκτονική εκτός Μακεδονίας, όπως υποστηρίζει η κ. Κοτταρίδη και στον τελευταίο τόμο του Ιδρύματος Λάτση για τις Αιγές.
Στα ανατολικά, στην πρόσοψη, βρίσκονταν δύο εντυπωσιακές στοές, οι πρώτες πλήρως ανεπτυγμένες διώροφες στοές της ελληνικής αρχιτεκτονικής, που περιλάμβαναν θρανία για τουλάχιστον 120 καθισμένους. Εκεί ήταν και η μνημειώδης είσοδος του πρόπυλου, από την οποία περνούσαν οι 3.500 και πλέον επίλεκτοι Μακεδόνες για να κατευθυνθούν στο περιστύλιο, την καρδιά του κτιρίου, που λειτουργούσε ως Αγορά. Στα παραπάνω σημεία –και όπου αλλού είναι εφικτό– θα επιχειρηθεί η αποκατάσταση στο μάξιμουμ, με βάση το αρχαίο, αλλά και το νέο υλικό, που είναι απαραίτητο για τη διάσωση του αυθεντικού. Όσο για το έργο της αντιστήριξης του βόρειου πρανούς, το θέμα θα επανέλθει όταν διερευνηθεί περαιτέρω από τους μελετητές.