Ο μεγαλύτερος σε αριθμό επαναπατρισμός στην Κύπρο εικόνων, τοιχογραφιών, ψηφιδωτών και άλλων εκκλησιαστικών κειμηλίων, θα γίνει εντός του Οκτωβρίου, ανακοίνωσε ο υπουργός Συγκοινωνιών, Τάσος Μητσόπουλος, μιλώντας στην τελετή υποδοχής των τεσσάρων εικόνων των Αποστόλων Πέτρου, Παύλου και των Ευαγγελιστών, Ιωάννη και Μάρκου, όλες του 16ου αιώνα, έργα του εικονογράφου Λούτσιου Φλαγγή. Οι εικόνες προέρχονται από την Ιερά Μονή του Χριστού Αντιφωνητή (12ος αι.), στην κατεχόμενη Καλογραία της Κερύνειας.
Οι εικόνες είχαν κλαπεί από τον Τούρκο αρχαιοκάπηλο Αϊντίν Ντικμέν και βρίσκονταν στην κατοχή του ζεύγους Λανς από την Ολλανδία. Ως γνωστόν την περασμένη βδομάδα η κυβέρνηση της Ολλανδίας αποφάσισε να παραδώσει τις εικόνες στην Κύπρο με βάση τη Σύμβαση της Χάγης για την Προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Ο Κύπριος υπουργός Συγκοινωνιών τόνισε ότι δημιουργείται μια δυναμική και ένα θετικό διεθνώς κλίμα, «το οποίο θα δράσει ευεργετικά προς διευκόλυνση των διαδικασιών επιστροφής των κλαπέντων πολιτιστικών αγαθών, δίνοντας ελπίδες για μια καλύτερη συνεργασία μεταξύ των χωρών για την επιστροφή και άλλων θησαυρών που έφυγαν παράνομα από την Κύπρο».
Ο αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος εξέφρασε την ευχή οι τέσσερις εικόνες να επιστρέψουν σύντομα στη φυσική τους θέση, σε μια ελεύθερη από τα κατοχικά στρατεύματα Μονή του Χριστού Αντιφωνητή, της οποίας το εικονοστάσι κοσμούσαν για τετρακόσια και πλέον χρόνια.
Στην τελετή υποδοχής των εικόνων παρέστησαν μεταξύ άλλων ο πρεσβευτής της Ελλάδας, Βασίλης Παπαϊωάννου, εκπρόσωπος της πρεσβείας της Ολλανδίας, η διευθύντρια του Τμήματος Αρχαιοτήτων, Δέσπω Πηλείδου, εκπρόσωποι του Υπουργείου Εξωτερικών και της Γενικής Εισαγγελίας και οι μητροπολίτες της Εκκλησίας Ελλάδος, Δωδώνης, Χρυσόστομος και Ζακύνθου Διονύσιος.
Οι τέσσερις εικόνες θα εκτίθενται στο Βυζαντινό Μουσείο του Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου.
Τα μεγάλης θρησκευτικής και ιστορικής αξίας κειμήλια, που πρόκειται να επαναπατριστούν τον Οκτώβριο, είναι 173. Για τον επαναπατρισμό τους αποφάσισε τον περασμένο Μάρτιο το Περιφερειακό Δικαστήριο (Εφετείο) του Μονάχου. Τα κειμήλια αυτά κρατούνταν από τις αστυνομικές Αρχές του Μονάχου από τον Οκτώβριο του 1997 μετά την κατάσχεσή τους από διαμερίσματα του Τούρκου αρχαιοκάπηλου Aϊντίν Ντικμέν.
Τα κειμήλια αυτά συλήθηκαν από περίπου πενήντα κατεχόμενα χριστιανικά μνημεία μετά την τουρκική εισβολή του 1974. Ανάμεσά τους είναι ψηφιδωτά από την Παναγία της Κανακαριάς (6ος αι.-Λιθράγκωμη) τοιχογραφίες από τον ναό του Αντιφωνητή (15ος αι.-Καλογραία), την Αγία Σολομωνή (8ος αι.-Κώμα του Γιαλού), την Παναγία την Περγαμιώτισα (14ος αι.-Ακανθού), βυζαντινές και μεταβυζαντινές εικόνες κ.ά. Τρεις από τις εικόνες ανήκουν στη Μαρωνίτικη κοινότητα της Κύπρου και άλλες δύο μαζί με μία τοιχογραφία του Αγίου Ιγνάτιου του Θεοφόρου (Παναγία Αψινθιώτισσα-Συγχάρι) στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων. Για την προέλευση των κειμηλίων γνωμάτευσε στο Εφετείο ο Γερμανός καθηγητής Γιόχανς Ντέκερ.
Για άλλα περίπου ογδόντα αντικείμενα συνεχίζεται η διερεύνηση και ταυτοποίησή τους από ειδικούς επιστήμονες που όρισε το Εφετείο του Μονάχου. Από αυτά, τα μισά είναι κυπριακές προϊστορικές αρχαιότητες. Η απόδοσή τους θα γίνει μετά την ολοκλήρωση της όλης διαδικασίας.
Στην όλη πορεία της υπόθεσης συμμετείχαν από τη γερμανική πλευρά, η Αστυνομία και η Γενική Εισαγγελία του Μονάχου, ενώ εκ μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας ο μακαριστός αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος Α’, ο αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος Β’, ο επίσκοπος Νεαπόλεως Πορφύριος, η γενική εισαγγελία Κύπρου (Στέλλα Ιωαννίδου και Γιαννάκης Λαζάρου), η Αστυνομία Κύπρου, ο Βυζαντινολόγος Αθανάσιος Παπαγεωργίου, η Τασούλα Χατζητοφή πρώην πρόξενος της Κύπρου στη Χάγη. Την Κυπριακή Δημοκρατία εκπροσώπησε στα γερμανικά δικαστήρια ο δικηγόρος Ένο Έγκμπερς.