Είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες και πολλά υποσχόμενες ελληνικές ανασκαφές, η διάκριση της οποίας σε ένα διεθνές αρχαιολογικό φόρουμ φαντάζει μεν φυσιολογική, όχι όμως και αυτονόητη. Οι έρευνες στον Άγιο Βασίλειο Ξηροκαμπίου (Δήμος Σπάρτης) Λακωνίας, που πραγματοποιούνται τα τελευταία χρόνια από την επίτιμη Έφορο Αρχαιοτήτων, Αδαμαντία Βασιλογάμβρου, έχουν φέρει στο φως ευρήματα, που υποδηλώνουν μια σπουδαία αρχαιολογική θέση: κατάλοιπα μυκηναϊκού ανακτόρου, πήλινες ενεπίγραφες πινακίδες σε Γραμμική Β, πολυάριθμα θραύσματα τοιχογραφιών, χάλκινα ξίφη, πολύτιμα αντικείμενα.
Η παρουσίασή της –μαζί με άλλες 10 ανασκαφές από όλον τον κόσμο– στο πρώτο αρχαιολογικό φόρουμ της Σαγκάης (Shanghai Archaeology Forum), που πραγματοποιήθηκε μεταξύ 22 και 27 Αυγούστου 2013, ήταν ιδιαίτερα σημαντική για τους ερευνητές, αλλά και για την Ελλάδα, ενώ το γεγονός ότι στην «ατζέντα» δεν υπήρχε άλλη έρευνα που να διεξάγεται σε ευρωπαϊκό έδαφος κάνει τη διάκριση ακόμα πιο σημαντική.
«Από ένα σύνολο 99 ερευνών που προτάθηκαν αρχικά και οι οποίες ανήκαν σε δύο κατηγορίες, στις νέες έρευνες πεδίου και στα ερευνητικά προγράμματα, το Αρχαιολογικό Πρόγραμμα του Αγίου Βασιλείου στο Ξηροκάμπι Λακωνίας πέρασε στην τελική επιλογή του Αρχαιολογικού Φόρουμ της Σαγκάης 2013. Συνολικά 10 έρευνες συμμετείχαν στον δικό μας τομέα –στις καινούργιες ανασκαφές– και εννέα στον δεύτερο», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Βασιλογάμβρου, τονίζοντας τη χαρά της για τη συμμετοχή σε ένα φόρουμ που έφερε σε επαφή αρχαιολόγους και μελετητές οι οποίοι ερευνούν πολιτισμούς σε διάφορες γωνιές του πλανήτη.
«Ειδικά για εμάς τους Έλληνες αρχαιολόγους, νομίζω ότι αυτή η επαφή έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον: Συμβάλλει στο να βγούμε για λίγο από τον κύκλο του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού στον οποίο είμαστε, κατά κάποιο τρόπο, κλεισμένοι, καθόλου αδικαιολόγητα, βέβαια, δεδομένου του πλούτου και της εμβέλειάς του στον σύγχρονο δυτικό κόσμο», επισημαίνει, συμπληρώνοντας ότι τέτοιες εκδηλώσεις τοποθετούν τον ελληνικό πολιτισμό πιο σωστά στο γενικότερο πλαίσιο: «Το ότι ο πολιτισμός μας είναι πολύ σημαντικός και έχει αφήσει τη σφραγίδα του στη Δύση είναι αναμφισβήτητο. Όμως αυτό συχνά μας περιορίζει. Αντίθετα, το μυαλό ανοίγει όταν δει κανείς την εικόνα λίγο πιο σφαιρικά, δηλαδή ότι την ίδια στιγμή συνέβαιναν παντού στον πλανήτη κι άλλα πράγματα. Αυτό για μένα ήταν και το πιο σημαντικό σε σχέση με το φόρουμ. Βέβαια, και το γεγονός ότι βλέπει κανείς πώς δουλεύουν προγράμματα σε άλλες χώρες, τα συν και τα πλην, βοηθάει πολύ» σημειώνει.
Όλα ξεκίνησαν όταν η καθηγήτρια κλασικής αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Όλγα Παλαγγιά, έκανε τη σχετική πρόταση στην επιτροπή του Αρχαιολογικού Φόρουμ της Σαγκάης (Nomination Committee), που είναι υπεύθυνη για τις υποψηφιότητες και της οποίας ήταν μέλος. Ύστερα από μια αυστηρή διαδικασία αξιολόγησης στην επιτροπή (Selection Committee), που είναι επιφορτισμένη με την τελική αξιολόγηση των προτάσεων και στην οποία συμμετέχουν 40 επιστήμονες από διάφορες περιοχές του κόσμου, η τελική πρόκριση ήταν πλέον γεγονός.
Η παρουσίαση, που έγινε στις 23 Αυγούστου στη Σαγκάη σε μεγάλο διεθνές ακροατήριο, κίνησε το ενδιαφέρον πολλών αρχαιολόγων και μη. Μεταξύ αυτών και του «δικού» μας, καθηγητή λόρδου Κόλιν Ρένφριου, επιφανούς αρχαιολόγου, συχνού επισκέπτη και ερευνητή στην Ελλάδα, με έργο σημαντικό και στον αγώνα κατά της αρχαιοκαπηλίας. «Μετά την παρουσίασή μας, ήρθε και με ρώτησε πάρα πολλά για τον Άγιο Βασίλειο. Είχαμε μια πολύ εποικοδομητική συζήτηση», αναφέρει η κ. Βασιλογάμβρου, η οποία κάνει μια ακόμα επισήμανση: «Ένα γεγονός που μου έκανε επίσης εντύπωση είναι ότι από τις 19 έρευνες που επελέγησαν, μόνο οι τρεις διευθύνονται από γυναίκες (μια Γερμανίδα, μια Ρωσίδα και μια Ελληνίδα). Μου φάνηκε περίεργο, δεδομένου ότι, τουλάχιστον στην Ελλάδα, ο κλάδος γυναικοκρατείται», πρόσθεσε.
Το Shanghai Archaeological Forum –που θα πραγματοποιείται σε διετή βάση– είναι μη κερδοσκοπικός οργανισμός με σκοπό την προώθηση της έρευνας, της παρουσίασης και της προστασίας των αρχαιολογικών πόρων και της πολιτιστικής κληρονομιάς σε όλο τον κόσμο. Κύριος στόχος του είναι να δημιουργήσει μια διεθνή πλατφόρμα, όπου η έμφαση να δίνεται στην αρχαιολογική έρευνα και στη σημασία της στον σύγχρονο κόσμο. Ως πρωτοβουλία είναι πλήρως συνδεδεμένη με την καινοτομία, τη συνεργασία και την αειφόρο ανάπτυξη.
Ανασκαφές στον Άγιο Βασίλειο Ξηροκαμπίου Λακωνίας
Μέχρι πρότινος, η Λακωνία αποτελούσε εξαίρεση στον χάρτη των μυκηναϊκών ανακτόρων της Πελοποννήσου, αν και σύμφωνα με τον μύθο, η βασίλισσά της, η Ελένη, ήταν η αιτία του Τρωικού Πολέμου (ως γνωστόν τα ομηρικά έπη αποτελούν σημαντική πηγή πληροφοριών για την τοπογραφία, την κοινωνική και πολιτική οργάνωση και τα ήθη της μυκηναϊκής εποχής). Αυτό δημιουργούσε πολλά ερωτηματικά σχετικά με την πολιτική και διοικητική οργάνωση της Λακωνίας την περίοδο αυτή.
Οι απαντήσεις άρχισαν να διαφαίνονται το 2008, όταν βρέθηκαν πήλινες ενεπίγραφες πινακίδες σε Γραμμική Β στον αρχαιολογικό χώρο του Αγίου Βασιλείου, κοντά στο Ξηροκάμπι, ένδειξη για την ύπαρξη αρχείου στον χώρο, ένα στοιχείο καταλυτικό για την τεκμηρίωση λειτουργίας ανακτορικού-διοικητικού κέντρου. Τα κείμενα αυτά αναφέρονται σε δύο σημαντικούς παραγωγικούς τομείς, των αρωματικών υλών και των υφασμάτων, οι οποίοι λειτουργούσαν εντός των ανακτορικών κέντρων και ελέγχονταν από αυτά. Επίσης, καταγράφονται ένας μεγάλος αριθμός αντικειμένων που σχετίζονται με όπλα, ένας χαρακτηριστικός τύπος αγγείου και ένα εμβληματικό αντικείμενο, ο διπλούς πέλεκυς.
Τα ανασκαφικά δεδομένα από τις έρευνες που ακολούθησαν, σε συνδυασμό με τα στοιχεία από τις πινακίδες, τα οποία μαρτυρούν μια σχολαστική γραφειοκρατική οργάνωση και ένα ισχυρό διοικητικό υπόβαθρο, τεκμηριώνουν τη σπουδαιότητα της εγκατάστασης ως προς τη διοικητική οργάνωση της Λακωνίας κατά τη μυκηναϊκή εποχή. Έκτοτε, για τη συστηματική αρχαιολογική έρευνα του χώρου συστάθηκε το Αρχαιολογικό Πρόγραμμα του Αγίου Βασιλείου, υπό την αιγίδα της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, τη διεύθυνση της κ. Βασιλογάμβρου και με τη συμμετοχή πολυάριθμης διεπιστημονικής ομάδας.
Η συστηματική αρχαιολογική έρευνα πραγματοποιείται από το 2010 στον λόφο με τον ομώνυμο μεταβυζαντινό ναό, από όπου υπάρχει οπτική επαφή με τις άλλες μυκηναϊκές θέσεις της πεδιάδας. Η μυκηναϊκή εγκατάσταση καταλαμβάνει μια χαμηλή λοφοσειρά στην πεδιάδα της Σπάρτης, σε απόσταση περίπου 11,5 χλμ. νότια της πόλης, σχετικά κοντά στο Ξηροκάμπι.
Η κύρια οικοδομική φάση τριών μυκηναϊκών κτιρίων που ανασκάπτονται χρονολογείται στον 14ο αι. π.Χ., εποχή που διαπιστώνεται έντονη οικοδομική δραστηριότητα στον Άγιο Βασίλειο. Επίσης, στοιχεία που αφορούν στην οργάνωση και στην αρχιτεκτονική των κτηρίων της περιόδου, καθώς και αρκετά κινητά ευρήματα, δηλώνουν επαφές με την Κρήτη. Ένα από τα κτίρια που ερευνούνται συνδέεται με λειτουργίες κοινωνικού και θρησκευτικού χαρακτήρα, ενώ στο εκτεταμένο στρώμα καταστροφής του βρέθηκαν υπολείμματα συμποσίου, ειδώλια, σφραγιδόλιθοι, πήλινα και χάλκινα αγγεία και 21 χάλκινα ξίφη. Η εύρεση πολυάριθμων θραυσμάτων τοιχογραφιών δείχνει ότι, όπως και στα υπόλοιπα μυκηναϊκά κέντρα της ηπειρωτικής Ελλάδας και του Αιγαίου, τα κτήρια του Αγίου Βασιλείου έφεραν ζωγραφικό διάκοσμο. Περίπου στα τέλη του 14ου ή στις αρχές του 13ου αι. π.Χ., μία αιφνίδια καταστροφική πυρκαγιά κατέκαψε τα κτίρια, τα οποία φαίνεται ότι δεν ανοικοδομήθηκαν στο ίδιο σημείο.
Η ανακάλυψη του ανακτορικού κέντρου του Αγίου Βασιλείου συμβάλλει σημαντικά στην έρευνα και κατανόηση της μυκηναϊκής εποχής όχι μόνο στη Λακωνία, αλλά και γενικότερα στην ηπειρωτική Ελλάδα, σημειώνεται από την κ. Βασιλογάμβρου και την ομάδα της, που στις 20 Αυγούστου «έκλεισαν» για φέτος την ανασκαφική περίοδο, έχοντας εμπλουτίσει με νέα θραύσματα πινακίδων το αρχείο του Αγίου Βασιλείου.