Τα δημοσιεύματα και οι αντιδράσεις που προκλήθηκαν με αφορμή την εξέλιξη της γεωαρχαιολογικής έρευνας στην περιοχή της αρχαίας Ελίκης «δεν βασίζονται ούτε σε επιστημονικά δεδομένα, ούτε λαμβάνουν υπόψη τους τον αρχαιολογικό νόμο», αναφέρει σε ανακοίνωσή του ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ).
Ο ΣΕΑ διευκρινίζει ότι με υπουργική απόφαση χορηγήθηκε στο Τμήμα Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών η άδεια να συνεχίσει τις γεωφυσικές και γεωαρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή της αρχαίας Ελίκης, «έρευνες για τις οποίες είναι επιστημονικά καθ΄ ύλην αρμόδιο», όχι όμως και η άδεια για τη συνέχιση των ανασκαφών.
«Το Γεωλογικό Τμήμα δεν συγκαταλέγεται στους φορείς που μπορούν να πραγματοποιούν συστηματικές ανασκαφές, σύμφωνα με τον Αρχαιολογικό Νόμο (άρθρο 35 και 36) αλλά και την επιστημονική δεοντολογία, καθώς οι μόνοι ελληνικοί πανεπιστημιακοί φορείς που δικαιούνται να διενεργούν συστηματικές ανασκαφές είναι τα Τμήματα Ιστορίας- Αρχαιολογίας και τα συναφή πανεπιστημιακά Τμήματα, στο γνωστικό αντικείμενο των οποίων συμπεριλαμβάνεται η ανασκαφική και αρχαιολογική έρευνα» τονίζεται στην ανακοίνωση του Συλλόγου.
Ο ΣΕΑ κάνει επίσης λόγο για «παρατυπίες» στην προηγούμενη ερευνητική περίοδο, που οδήγησαν στο να μην εγκριθούν οι ανασκαφές τα έτη 2013-2017, «καθώς –προφανώς– αξιολογήθηκε, όπως προβλέπεται από την παρ. 11 του άρθρου 36, από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο ο τρόπος εκτέλεσης του εγκεκριμένου προηγούμενου πενταετούς προγράμματος 2008- 2012. Υποθέτουμε ότι στην αξιολόγηση του προγράμματος της περασμένης πενταετίας βάρυνε αρνητικά –ως όφειλε– η εκτεταμένη χρήση, πέρα από κάθε επιστημονική δεοντολογία συστηματικής ανασκαφικής έρευνας, μηχανικού εκσκαφέα (!), η ανασκαφή σε περιοχές που δεν συμπεριλαμβάνονταν στην προηγούμενη άδεια και άλλες παρατυπίες που έχουν εντοπιστεί στη συγκεκριμένη έρευνα. Είναι πραγματική υποχρέωση του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού απέναντι σε δεκάδες φορείς, ιδρύματα και ερευνητές, που διεξάγουν συστηματικές ανασκαφές τηρώντας απαρέγκλιτα τους όρους του Αρχαιολογικού Νόμου και την επιστημονική δεοντολογία, να μην αντιμετωπίζει τις έρευνες με “δύο μέτρα και δύο σταθμά”» υποστηρίζεται στην ανακοίνωση.
Ο ΣΕΑ τονίζει επίσης ότι το ΚΑΣ και το ΥΠΠΟΑ θα πρέπει να απασχολήσει το γεγονός ότι στη συγκεκριμένη έρευνα απασχολούνται «”εθελοντές”, άσχετοι με τις σπουδές αρχαιολογίας, από την Ελλάδα και το εξωτερικό, οι οποίοι, σύμφωνα με τις αγγελίες που αναρτώνται στον ιστότοπο του προγράμματος (www.helikeproject.gr), καλούνται να καταβάλλουν (δεν διευκρινίζεται σε ποιον και με ποια νόμιμη απόδειξη) διόλου ευκαταφρόνητα ποσά (550-800 ευρώ την εβδομάδα!) για τη συμμετοχή τους στην ανασκαφή. Απορούμε πώς σχετίζεται με αυτή την πρακτική το Πανεπιστήμιο Πατρών και αν γνωρίζουν οι υπεύθυνοι του πανεπιστημίου ότι, από τον ιστότοπο του ίδιου Προγράμματος, διαφημιζόταν πρόγραμμα επιφανειακής έρευνας στην Πάρο, το οποίο επίσης καλούσε τους συμμετέχοντες “εθελοντές” να καταβάλλουν ποσά χωρίς να έχει ζητηθεί καν άδεια από το ΥΠΠΟΑ».
Τέλος, ο Σύλλογος αναφέρεται και σε δημοσιεύματα που υπονοούν «πολιτικές σκοπιμότητες» σχετικά με τη συγκεκριμένη γνωμοδότηση του ΚΑΣ, αλλά και τις πολιτικές παρεμβάσεις που υπάρχουν για τη συνέχιση της ανασκαφής. «Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων θέλει να υπενθυμίσει ότι οι όροι διεξαγωγής μιας επιστημονικής έρευνας σχετίζονται με την εφαρμογή του νόμου και της επιστημονικής δεοντολογίας και δεν μπορεί να γίνονται αντικείμενο πολιτικών πιέσεων. Υπενθυμίζουμε, τέλος, την πάγια θέση μας σχετικά με τη σύνθεση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου –με μέλη που θα εκλέγονται ή θα τοποθετούνται ex officio υπό την προεδρία ανώτατου δικαστικού– προκειμένου οι γνωμοδοτήσεις του ΚΑΣ ως επιστημονικού Συμβουλίου να μην επιδέχονται οποιαδήποτε παρερμηνεία» καταλήγει η ανακοίνωση.
Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με την πρόσφατη υπουργική απόφαση, η χορήγηση άδειας στο Τμήμα Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών για συνέχιση των γεωφυσικών και των γεωαρχαιολογικών ερευνών στην περιοχή της Αρχαίας Ελίκης μόνο για ένα έτος (2013), υπό τη διεύθυνση της δρος Ντόρας Κατσωνοπούλου, προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, την κατάθεση μελέτης για τη συντήρηση, στερέωση και προστασία από τα ύδατα των αρχαίων κτιριακών καταλοίπων στην περιοχή της ανασκαφής στη θέση Μουριές Βαλιμιτίκων, τη μη πραγματοποίηση ανασκαφών ή άλλων δοκιμαστικών τομών και την κατάχωση των διερευνητικών τομών που έχουν ως τώρα γίνει.
Η Αρχαία Ελίκη βρισκόταν νοτιοανατολικά του Αιγίου. Ιδρύθηκε από Ίωνες, υπήρξε πρωτεύουσα της Ιωνικής Δωδεκάπολης και λατρευτικό κέντρο της Αχαΐας, με επίκεντρο τον ναό του Ελικώνιου Ποσειδώνα. Σύμφωνα με τον Παυσανία και τον Στράβωνα, τεράστιο θαλάσσιο κύμα (τσουνάμι), που δημιουργήθηκε μετά από πολύ μεγάλο σεισμό τον χειμώνα του 373 π.X., κατέστρεψε την πόλη, γεγονός που προκάλεσε πολλές συζητήσεις συγγραφέων, ίσως και τον μύθο περί Ατλαντίδας που διατύπωσε ο Πλάτωνας.