Δεν είναι απλώς ένας πύργος του 4ου αι. π.Χ., αλλά τμήμα μίας από τις αρχαιότερες ολόλιθες οχυρώσεις. Η ταυτοποίηση των πεσμένων λίθων του έχει οδηγήσει στον εντοπισμό των αρχικών θέσεών τους. Υπάρχουν όλα τα δεδομένα τεκμηρίωσης για μια καθολική αναστήλωση, η οποία μπορεί να έχει και διδακτικό χαρακτήρα για το πώς ήταν ο πύργος όχι μόνον αυτοτελώς, αλλά και στο πλαίσιο ενός οχυρωματικού συστήματος. Και το κυριότερο, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα οχυρωματικά σύνολα της Αττικής και από τα σπουδαιότερα μνημεία αρχαίας αμυντικής φρουριακής αρχιτεκτονικής, μεγάλα τμήματα του οποίου σώζονται ακέραια στην αυθεντική μορφή τους.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, ο υπό αναστήλωση νοτιοανατολικός πύργος του αρχαίου φρουρίου Αιγοσθένων, που παρά τις φθορές από τους σεισμούς και τις φυσικές καταστροφές συνεχίζει να δεσπόζει μεγαλοπρεπής και αρμονικά δεμένος με το τοπίο στην κορυφή του λόφου, θα αποκατασταθεί πλήρως. Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε η επιστημονικής φύσεως συζήτηση που έγινε στην πρόσφατη συνεδρίαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, όπου ο πολιτικός μηχανικός και εποπτεύων του αναστηλωτικού έργου Κώστας Ζάμπας έδωσε μια περιεκτική περιγραφή ως προς την πορεία των εργασιών, κυρίως όμως μίλησε για τα υπέρ και τα κατά του διλήμματος: μερική ή πλήρης αναστήλωση.
Οι δύο ιστορικές φάσεις που διακρίνονται σε σημεία του μνημείου (όπως στα ξεκινήματα των θόλων ή στα επιχρίσματα πίσω από αυτούς) και αφορούν κάποιες μετέπειτα ανακατασκευές του πύργου —πιθανόν στην υστεροβυζαντινή περίοδο η πρώτη και στον 17ο αιώνα η δεύτερη— δεν κρίθηκαν σημαντικές για να αποτρέψουν το σχέδιο της πλήρους αναστήλωσης. Ούτε και τα δομικά προβλήματα που μπορεί να ανακύψουν, όπως το θέμα της θεμελίωσης στο εσωτερικό του πύργου ή η προσθήκη αρκετού νέου υλικού. Η προστασία που θα παρέχει στο μνημείο η τοποθέτηση στέγης από τους σεισμούς και τα νερά της βροχής, αλλά κυρίως η πρόκληση —επιστημονική, εκπαιδευτική και αισθητική— που δίνει η επιλογή της πλήρους αποκατάστασης, οδήγησαν τα μέλη του ΚΑΣ στο να την προτιμήσουν.