Τη μισή χιλιετία ζωής και δυναμικής παρουσίας του Ελληνισμού στην περιοχή καταγράφει το βιβλίο «Οι Έλληνες της Νάπολης και της Νοτίου Ιταλίας από τον 15ο έως τον 20ό αιώνα», («I greci di Napoli e del Meridione d’ Italia dal XV al XX secolo») του καθηγητή του πανεπιστημίου Καλαβρίας Ιωάννη Κορίνθιου.
Το βιβλίο, καρπός έρευνας 30 χρόνων στο αρχείο της Αδελφότητας των Ελλήνων στη Νάπολη και σε άλλες ιταλικές και ελληνικές πηγές, καλύπτει «ιστοριογραφικό κενό», όπως δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο ίδιος ο κ. Κορίνθιος.
Το μνημειώδες, 800 σελίδων βιβλίο, κυκλοφόρησε στα ιταλικά από τον οίκο της Σαρδηνίας AM&D Edizioni και γίνονται προσπάθειες να εκδοθεί στα ελληνικά, αλλά και στα αγγλικά, καθώς εκδήλωσαν ενδιαφέρον ομογενείς από την Αμερική.
Σε ένα από τα μεγαλύτερα μεταναστευτικά κύματα μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, τη διετία 1532-1534, 8.000 Έλληνες εκκένωσαν τις εστίες τους στη Μεθώνη και την Κορώνη μετά την είσοδο των Τούρκων και από αυτούς οι 5.000 εγκαταστάθηκαν στη Νάπολη.
«Ο υπόδουλος Ελληνισμός και ο απόδημος δεν ήταν στεγανά, ήταν συγκοινωνούντα δοχεία», τόνισε ο κ. Κορίνθιος. Στην Τουρκοκρατία, οι εστίες της διασποράς υπέθαλπαν τα εθνεργετικά σχέδια στην Ήπειρο και τον Μοριά, όπου υπήρχε διαρκής επαναστατικός οργασμός, γιατί εκεί η γεωγραφία δυσχέραινε την καταστολή των εξεγέρσεων. Πολλοί Έλληνες της Νάπολης ενέχονταν στις κινήσεις του κατασκοπευτικού δικτύου των Ισπανών, οι οποίοι ανέπτυσσαν αντιτουρκική δράση.
Από το 1735,το Βασίλειο της Νάπολης αποφάσισε τη στρατολογία μισθοφόρων από τη Βόρεια Ελλάδα με τους οποίους ο βασιλιάς Κάρλος των Βουρβώνων συγκρότησε ένα Βασιλικό Μακεδονικό Σύνταγμα (Reggimento Real Macedone), υπό τις διαταγές του Κεφαλλονίτη κόντε Γεωργίου Χωραφά και στη συνέχεια του Βορειοηπειρώτη Στρατή Γκίκα. Το Σύνταγμα αυτό παρέμεινε στην υπηρεσία των Βουρβώνων μέχρι το 1820.
Μετά το 1750, στη Νάπολη, στη Ρωσία και στην Ευρώπη άρχισε να επικρατεί μια πεφωτισμένη αντίληψη, το περιρρέον κλίμα ήταν φιλελληνικό, ενώ οι νίκες της Ρωσίδας αυτοκράτειρας Αικατερίνης στη διάρκεια του ρωσοτουρκικού πολέμου (1768-1774), γέννησε πολλές προσδοκίες στους σκλαβωμένους λαούς στα Βαλκάνια και στον ελληνικό χώρο.
Στην ελληνική εκκλησία της Νάπολης των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, προσεύχονταν τότε για να δρέψει η Αικατερίνη με τα σταυροφόρα στρατεύματα της νίκες και τρόπαια «κατά των μισόχριστων Αγαρηνών έως ένδον της Αυλής της του Θεού Σοφίας».
Όπως επεσήμανε ο κ. Κορίνθιος, Έλληνες της Νάπολης υπήρξαν ιδρυτικά μέλη της Φιλικής Εταιρείας και πολέμησαν στην επανάσταση του 1821. Τον Απρίλιο του 1897 έγινε στο βασιλικό θέατρο Σαν Κάρλο μεγάλη εκδήλωση για την οικονομική ενίσχυση της Επανάστασης της Κρήτης.
Όταν επικράτησε στην Ιταλία φασιστικό καθεστώς, οι Έλληνες της Νάπολης έστελναν τα παιδιά τους στην Ελλάδα να σπουδάσουν στα ελληνικά σχολεία για να διατηρηθεί η γλώσσα και να μην «ιταλοποιηθούν». Κατά τη διάρκεια του πολέμου, η περιουσία των Ελλήνων της Νάπολης κατασχέθηκε, ενώ τους εκτόπισαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Ο εφημέριος της ελληνικής εκκλησίας, Βενέδικτος Κατσανεβάκης, με την ιδιότητα του ιερέα είχε το δικαίωμα εισόδου στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, μάθαινε τα ονόματα και τον τόπο καταγωγής των αιχμαλώτων και διοχέτευε τις πληροφορίες στην Ελλάδα, μέσω του προξενείου της Ελβετίας.
Σύμφωνα με τον κ. Κορίνθιο, η διασπορά των Ελλήνων είναι ένα κλειδί για να κατανοήσουμε όχι μόνο την ιστορία του νεότερου ελληνισμού στην Ευρώπη και στη Μεσόγειο αλλά και την ίδια την ιστορία της Ευρώπης. Οι διάφορες κοινότητες της διασποράς όχι μόνο διέδωσαν την ελληνική παιδεία στην Ευρώπη, αλλά και ευνόησαν παράλληλα τις πολιτιστικές και οικονομικές ανταλλαγές ανάμεσα στην Ευρώπη και την ανατολική Μεσόγειο. Η ιστορία των χωρών υποδοχής δεν μπορεί να γίνει κατανοητή αν δεν λάβει κανείς υπόψη του τη σημαντική και δυναμική συμβολή όλων των ακμαίων ιστορικών εστιών του ελληνισμού.
Χαρακτηριστικό της επιρροής των Ελλήνων στην ιστορία της περιοχής είναι ότι ένας από τους μεγαλύτερους ζωγράφους της Νάπολης υπήρξε ο γεννηθείς στη νοτιοδυτική Πελοπόννησο, Βελισάριος Κορένσιος (1558-1646), έργα του οποίου βρίσκουμε στο ανάκτορο, στο ενεχυροδανειστήριο, το δικαστικό μέγαρο της πόλης, σε μέγαρα ευγενών, όπως και σε πολλές εκκλησίες.
Ο Γιάννης Κορίνθιος γεννήθηκε στα Κελλιά της Τήνου και πήγε στην Ιταλία το 1969 για να σπουδάσει. Είναι λέκτορας Νεοελληνιστής του πανεπιστημίου Καλαβρίας, λεξικογράφος, ιστορικός της διασποράς και της εθνεγερσίας, συγγραφέας σχολικών και πανεπιστημιακών συγγραμμάτων και εκδοτικός σύμβουλος. Δραστηριοποιείται στις οργανώσεις της ελληνικής ομογένειας στην Ιταλία, ενώ συνεργάζεται από 30 χρόνια με το Ινστιτούτο Φιλοσοφικών Σπουδών της Νάπολης της Ιταλίας.