Ο Κώστας Ζάχος, αρχαιολόγος και πρόεδρος της Επιστημονικής Επιτροπής για την ανάδειξη των μνημείων της Νικόπολης, θα μιλήσει για τη μεγαλύτερη αρχαία πόλη της Ελλάδας στο Megaron Plus, στις 25 Απριλίου
Είναι η πόλη που η ίδρυσή της συνδέθηκε όχι με μια τυχαία νίκη και σίγουρα όχι με έναν οποιονδήποτε βασιλιά. Η Νικόπολη χτίστηκε μετά τη νίκη του πρώτου αυτοκράτορα της Ρώμης, του Οκταβιανού Αύγουστου, στη Ναυμαχία του Ακτίου κατά του Μάρκου Αντώνιου και της Κλεοπάτρας, το 31 π.Χ. Είναι η πόλη σύνορο του τέλους της ελληνιστικής εποχής και της αρχής της ρωμαϊκής κυριαρχίας, στην οποία μέσα στους δέκα αιώνες της ακμής και της σημασίας της διαδραματίστηκαν γεωπολιτικές συγκρούσεις και γεγονότα που άλλαξαν τους χάρτες. Σε αυτό το σημείο του Αμβρακικού Κόλπου αναμετρήθηκαν η Ρώμη και το Βυζάντιο, ο παγανισμός με τον χριστιανισμό, οι Γότθοι με τους Ρωμαίους, οι Φράγκοι με τους Βούλγαρους.
Γι’ αυτό το σπουδαίο κέντρο, θέατρο μιας πολύ ταραγμένης αρχαιότητας, θα μιλήσει την Πέμπτη 25 Απριλίου, στις 7 μμ., στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του Megaron Plus, ο αρχαιολόγος και επικεφαλής των ανασκαφών της Νικόπολης, Κώστας Ζάχος. Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, ο πρόεδρος της Επιστημονικής Επιτροπής για την ανάδειξη των μνημείων της Νικόπολης, μαζί με τους συνεργάτες του, αποκαλύπτει και αναδεικνύει, με ένα πολυσύνθετο πρόγραμμα, συναρπαστικά μνημεία και παραδίδει σιγά-σιγά στο κοινό τη μεγαλύτερη αρχαία πόλη της Ελλάδας. Τη διάλεξη θα προλογίσει ο πρόεδρος του Σωματείου «Διάζωμα», Σταύρος Μπένος.
Με την ίδρυση της Νικόπολης, ο Οκταβιανός Αύγουστος τίμησε τον Άκτιο Απόλλωνα και ίσως και τον Ποσειδώνα για τη νίκη που του χάρισαν. Παράλληλα, όμως, με την υποχρέωση προς τους θεούς, η πόλη της νίκης τού επέτρεπε τον στρατιωτικό έλεγχο της δυτικής Ελλάδας από τους Ρωμαίους. Ο ίδιος φρόντισε για την ακμή της, την εποίκησε γρήγορα, της παραχώρησε προνόμια, την έκανε αστικό κέντρο με μεγάλα δημόσια έργα και υποδομές, της έδωσε όλα τα εφόδια για να εξελιχθεί σε πλούσια και πολυάνθρωπη πρωτεύουσα της Ηπείρου, τη μεγαλύτερη ίσως πόλη της Χερσονήσου του Αίμου.
Ο Οκταβιανός Αύγουστος, Καίσαρας από το 27 π.Χ., θέλησε η πόλη αυτή να έχει αίγλη, να γίνει πόλος, να κρατάει τους κατοίκους της και να αποκτάει όλο και περισσότερους. Έτσι, άρχισε με τα σημαντικά δημόσια έργα: τείχη με αμυντικούς πύργους, βουλευτήριο, αμφιθέατρο, λουτρά, στάδιο με 10.000 θέσεις, θέατρο στο όνομά του με 5.000 θέσεις και 50 αγάλματα, ωδείο με 800 θέσεις, νυμφαίο για τη συγκέντρωση νερού, νομισματοκοπείο και το σπουδαίο υδραγωγείο, μήκους 50 χιλιομέτρων, με το οποίο υδρευόταν η πόλη από τις πηγές των βουνών της περιοχής. Και στη μέση, η δήλωση της κυριαρχίας του: μνημείο του Καίσαρα με ενσωματωμένα 36 έμβολα πλοίων της Κλεοπάτρας, της τελευταίας των Πτολεμαίων.
Καθιέρωσε τα Άκτια, αγώνες ισάξιους με τους Ολυμπιακούς, που γίνονταν κάθε δύο χρόνια και τα ανέθεσε στους Λακεδαιμόνιους ως ένδειξη ευγνωμοσύνης, γιατί ήταν η μόνη ελληνική φυλή που τον είχε υποστηρίξει ενώ οι υπόλοιπες είχαν συμπαραταχθεί με τον Μάρκο Αντώνιο. Λίγα χρόνια αργότερα, εισήγαγε το σύστημα επαρχιακής διοίκησης και έκανε τη Νικόπολη πρωτεύουσα και μητρόπολη της Ηπείρου και Ακαρνανίας.
Οι διάδοχοι του Καίσαρα φρόντισαν όπως και εκείνος τη Νικόπολη και ενώ ο κόσμος αλλάζει και η ιστορία αναδεικνύει άλλες δυνάμεις, η Νικόπολη παραμένει ένα μητροπολιτικό κέντρο. Ο φιλόσοφος Επίκτητος φτάνει εκεί εξόριστος από τη Ρώμη και εγκαθιστά την περίφημη σχολή των Στωικών και ο μαθητής του, ο διάσημος ιστορικός και φιλόσοφος Φλάβιος Αρριανός, κατέγραψε στη Νικόπολη τη διδασκαλία του. Εκεί, τον χειμώνα του 65-66 μ.Χ. ξεχειμωνιάζει ο Απόστολος Παύλος, σε ένα διάλειμμα της περιοδείας του ανά τον ελλαδικό χώρο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Μια τέτοια πόλη, σε ένα τόσο στρατηγικό σημείο, δεν αφήνει κανέναν αδιάφορο. Οι Γότθοι την επιβουλεύονται, αλλά αποκρούονται από τους Ρωμαίους, οι Έρουλοι από τη Σκανδιναβία, αφού έκαναν μεγάλες καταστροφές, ηττήθηκαν και αυτοί από τον ρωμαϊκό στρατό, οι Βησιγότθοι από την Ανατολή, την εποχή του Βυζαντίου, οι Βάνδαλοι από τη Βόρεια Αφρική, οι Οστρογότθοι, οι Βούλγαροι, με πολλές επιδρομές και για πολλά χρόνια, οι Φράγκοι που τη δίνουν στη Βενετία και οι Οθωμανοί που την εξουσιάζουν έως το 1912.
Αυτή την ωραία και μοιραία πόλη αποκαλύπτει η αρχαιολογική έρευνα από το 1916, τέσσερα χρόνια μετά την απελευθέρωση της Ηπείρου από τους Οθωμανούς, και την αποκαθιστά σταδιακά δίνοντάς της την όψη που ανταποκρίνεται στην αίγλη και την ιστορία της. Πρώτος αρχαιολόγος της Νικόπολης ήταν ο Αλέξανδρος Φιλαδελφέας, ακολούθησε τη δεκαετία του ’60 ο Αναστάσιος Ορλάνδος και από το 1997 τη σκυτάλη πήρε η ΙΒ’ Εφορεία Αρχαιοτήτων με επικεφαλής τον Κώστα Ζάχο, με χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με προορισμό να μετατραπεί η Νικόπολη σε Αρχαιολογικό Πάρκο σε συνδυασμό με το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Νικοπόλεως, που λειτουργεί από το 2009. Τελικός στόχος: με τη βοήθεια του Δ’ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης, η Νικόπολη να γίνει η μεγαλύτερη επισκέψιμη αρχαία πόλη στην Ελλάδα.
Η διάλεξη θα μεταδοθεί ζωντανά για τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας από το Εθνικό Δίκτυο Έρευνας και Τεχνολογίας http://diavlos.grnet.gr. Η είσοδος είναι ελεύθερη με δελτία προτεραιότητας, η διανομή των οποίων αρχίζει στις 5.30.