Χάρη στην ινδική αριθμητική, οι Άραβες μαθηματικοί μπόρεσαν να αναπτύξουν τις γνώσεις που πήραν από τα αλεξανδρινά χειρόγραφα, τα οποία περιέκλειαν τη σοφία των αρχαίων Ελλήνων, όπως του Ευκλείδη, του Αρχιμήδη κ.ά.
Μέσα σε έναν αιώνα, από το 800 έως το 900, οι επιστήμες σημείωσαν πρωτοφανή πρόοδο. Γύρω στο 1000, οπότε το μεγαλύτερο μέρος της άλλοτε Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας κατακτάται από τους Άραβες, στην Ισπανία ιδρύονται τα σπουδαιότερα Πανεπιστήμια, όπου διδάσκονται, ως βάση, η ινδική Αριθμητική, η Αστρονομία, η Γεωγραφία και η Τριγωνομετρία των Ελλήνων.
Γύρω στο 1400, οι Ευρωπαίοι έμποροι –Ιταλοί, Γάλλοι, Γερμανοί και Άγγλοι– χρησιμοποίησαν τα νέα ψηφία, τα ινδικά (ή αραβικά όπως συνηθίζεται να χαρακτηρίζονται). Η γραφή τους εδραιώθηκε 500 χρόνια αργότερα, με την εφεύρεση της τυπογραφίας.
Τα νέα αριθμητικά στοιχεία, περνώντας από χώρα σε χώρα, συχνά άλλαζαν σχήμα, παραμένοντας όμως πάντοτε εννέα, συν το μηδέν.
Τα βιβλία διαδόθηκαν και μαζί και οι πίνακες που βοηθούν στη λύση των τεσσάρων πράξεων (πρόσθεση, αφαίρεση, πολλαπλασιασμός, διαίρεση) αλλά και νέοι τρόποι απεικόνισης των μαθηματικών πράξεων, όπως το συν (+) και το πλην (-).