Το «πράσινο φως» στην αποκατάσταση και επανάχρηση τριών κτιρίων στο πρώην βασιλικό κτήμα Τατοΐου, έδωσε ομόφωνα το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων (ΚΣΝΜ).
Σε πρόσφατη συνεδρίαση του ΚΣΝΜ παρουσιάστηκαν μελέτες αποκατάστασης και επανάχρησης της «Οικίας Δασοφύλακα», της «Οικίας Αρχικηπουρού» και της «Γεννήτριας ηλεκτρικού ρεύματος», που βρίσκονται στα δυτικά του κεντρικού τμήματος του κτήματος Τατοΐου. Στόχος των μελετών είναι να συμβάλουν στη διάσωση, την ανάδειξη, την αξιοποίηση και την προστασία των κτιρίων του Τατοΐου.
Η «Οικία Δασοφύλακα» χρονολογείται στα τέλη του 19ου αιώνα. Το κτίριο εμφανίζεται σε χάρτη του κτήματος του 1896. Φαίνεται ότι ο αρχικός πυρήνας του περιελάμβανε τον βασικό όγκο της κατοικίας με το ισόγειο και τον όροφο και το χαγιάτι που χωροθετείται ανατολικά. Σε μεταγενέστερη προσθήκη δημιουργήθηκε χώρος στη δυτική πλευρά του κτιρίου, που πιθανόν είχε χρήση κουζίνας. Σήμερα το κτίριο σώζεται σε κακή κατάσταση.
Η πρόταση αποκατάστασής του αφορά τον ανασχεδιασμό τμημάτων του, την αποκατάσταση των οικοδομικών προβλημάτων και της χρηστικής λειτουργίας του. Μεταξύ άλλων θα γίνουν καθαρισμός και στερέωση των δομικών στοιχείων του κυρίως κτιρίου, στερέωση των αρχικών κονιαμάτων και στέγασή του, συμπληρώσεις τμημάτων, όπου απαιτούνται, ανακατασκευή της κουζίνας και του χαγιατιού με βάση τα ίχνη που διασώζονται, καθώς και στατική ενίσχυση των κτισμάτων.
Σχετικά με τη νέα χρήση του κτιρίου προτείνεται η επανάχρησή του για τη στέγαση χώρων γραφείων, πρόταση ενδεικτική που έγινε σύμφωνα με την πρόσφατη —μη εγκεκριμένη ακόμα— μελέτη του Οργανισμού Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθηνών.
Στον περιβάλλοντα χώρο της «Οικίας Δασοφύλακα» βρίσκονται η «Οικία Αρχικηπουρού» και η «Γεννήτρια ηλεκτρικού ρεύματος».
Η «Οικία Αρχικηπουρού» είναι διώροφο λιθόκτιστο κτίριο με ορθογωνική κάτοψη και υπόγειο. Τοποθετείται χρονικά στα τέλη του 19ου αιώνα. Το κτίριο κατασκευάστηκε για να αποτελέσει οικία αρχικηπουρού, αν και για κάποιο διάστημα χρησιμοποιήθηκε ως θερινή κατοικία του λογιστή. Στη διάρκεια του μεσοπολέμου λειτούργησε και ως σχολείο. Η στέγη σήμερα έχει καταρρεύσει, ενώ όλο το κτίριο δίνει την εικόνα εγκατάλειψης και ερείπωσης.
Η πρόταση αποκατάστασής του περιλαμβάνει μεταξύ άλλων ανακατασκευή της στέγης, αποκατάσταση της παλιάς εξωτερικής λίθινης σκάλας και κατασκευή εσωτερικής σκάλας, στερέωση των λιθοδομών και συντήρηση των μεταλλικών στοιχείων.
Σχετικά με την επανάχρηση του κτιρίου, ο ΟΡΣΑ προτείνει τη χρήση του ως καφενείου, πρόταση που υιοθετείται και στην παρούσα μελέτη.
Το κτίριο «Γεννήτρια Ηλεκτρικού Ρεύματος» χτίστηκε μεταγενέστερα από τα δύο προηγούμενα, την περίοδο 1900-1924, χρονολογία κατά την οποία το κτήμα συνδέθηκε με το ηλεκτρικό δίκτυο και έκτοτε η γεννήτρια παρέμεινε ως εφεδρική. Πρόκειται για ισόγειο κτίσμα ορθογωνικού σχήματος που αποτελείται από τρεις χώρους. Στον περιβάλλοντα χώρο του υπάρχει μια δεξαμενή νερού, που σχετιζόταν με τη λειτουργία της γεννήτριας ηλεκτρικού ρεύματος και ένα μικρό πλινθόκτιστο πρόσκτισμα που έχει εξ ολοκλήρου καταρρεύσει. Και αυτό το κτίριο σώζεται σε κακή κατάσταση. Ιδιαίτερα η στέγη και οι λιθοδομές παρουσιάζουν σοβαρά δομικά προβλήματα που οφείλονται στη γήρανση των οικοδομικών υλικών, στην έλλειψη συντήρησης, σε περιβαλλοντικούς παράγοντες και στο σεισμό του 1999.
Στόχος της μελέτης αποκατάστασης είναι η στερέωση του κτιρίου και η ένταξη σε αυτό μιας ήπιας χρήσης. Ενδεικτικά προτείνεται η χρήση του ως κτιρίου διοίκησης, χρήση που προβλέπεται και στη μελέτη του ΟΡΣΑ.
Οι μελέτες αποκατάστασης και επανάχρησης και των τριών κτιρίων εκπονήθηκαν από την Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων Αττικής, με προοπτική ένταξής τους σε επιχειρησιακό πρόγραμμα ΕΣΠΑ και στο πλαίσιο των δράσεων της Υπηρεσίας για την προστασία και ανάδειξη του ιστορικού κτήματος Τατοΐου.