Mε εντατικούς ρυθμούς προχωρεί η ΙΖ′ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων το τιτάνιο έργο της στερέωσης-συντήρησης-ανάταξης και αναστήλωσης του ανακτόρου των Αιγών, που έχει ξεκινήσει από το 2007. Στο πλαίσιο αυτό, για πρώτη φορά, αποκαλύφθηκε και τεκμηριώθηκε συστηματικά ολόκληρο το ανάκτορο.
Τα νέα στοιχεία που έχουν προκύψει από τις εργασίες στο μνημείο παρουσιάστηκαν από την προϊσταμένη της ΙΖ′ ΕΠΚΑ, δρα Αγγελική Κοτταρίδη, στη διάρκεια ημερίδας που πραγματοποιήθηκε στις 18 Νοεμβρίου 2012, στο συνεδριακό κέντρο στη Σχολή του Αριστοτέλη, στην αρχαία Μίεζα.
Όπως ανέφερε η κ. Κοτταρίδη, η επιστημονική τεκμηρίωση συμπλήρωσε το κενό της έρευνας και επέτρεψε την ασφαλή χρονολόγηση του ανακτόρου του Αιγών. Πλέον είναι σαφές πως ολόκληρο το συγκρότημα, δηλαδή το κεντρικό αλλά και το δυτικό, βοηθητικό περιστύλιο, σχεδιάστηκε και χτίστηκε ως ένα σύνολο, η κατασκευή του οποίου ολοκληρώθηκε στο διάστημα από τα μέσα περίπου του 4ου αι. π.Χ. ως το 336 π.Χ. Το κτήριο αυτό εντάσσεται στο μεγαλόπνοο πρόγραμμα ανοικοδόμησης και αστικοποίησης που υλοποίησε ο Φίλιππος Β′, που στο σύνολό του αποτελεί την αρχιτεκτονική διατύπωση του δόγματος της πεφωτισμένης δεσποτείας.
Επιπλέον, η έρευνα των τελευταίων χρόνων συνέβαλε στο να αποκατασταθεί πλήρως η μορφή αυτού του τεράστιου κτηρίου, έκτασης μεγαλύτερης των 12.500 τ.μ. Έτσι έγιναν σαφείς οι καινοτομίες στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό και στην εκτέλεση του κτηρίου, όπως είναι οι πρώτες πλήρως διαμορφωμένες διώροφες στοές και κυρίως το ίδιο το περιστύλιο, η «καρδιά» του ανακτόρου.
Υπάρχουν μάλιστα τόσα αρχιτεκτονικά μέλη που έχουν ήδη συντηρηθεί και μελετηθεί, ώστε θα καταστεί δυνατή η αναστήλωση του άνω ορόφου του προπύλου με τα λίθινα ψευδοπαράθυρα και των στοών της πρόσοψης στο μεγάλο αίθριο του κεντρικού κτηρίου του πολυκεντρικού μουσείου των Αιγών, η κατασκευή του οποίου χρηματοδοτείται ως έργο προτεραιότητας από το ΕΣΠΑ (ΠΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας).
Ένα άλλο σημείο που αποσαφήνισε η πρόσφατη έρευνα είναι η λειτουργία του ανακτόρου των Αιγών όχι ως βασιλικής κατοικίας, όπως πιστευόταν ως τώρα, αλλά ως δημόσιου χώρου που στέγαζε τις δομές της βασιλικής εξουσίας. Πρόκειται δηλαδή για ένα κτήριο το οποίο εκφράζει τα πιστεύω και την επηρεασμένη από τις αντιλήψεις του Πλάτωνα ιδεολογία του Μακεδόνα βασιλιά.
«Συγχωνεύοντας με τρόπο εξαιρετικά εφευρετικό και πρωτοποριακό στοιχεία παραδοσιακά και ριζοσπαστικές επινοήσεις, ο μεγαλοφυής αρχιτέκτονας του ανακτόρου των Αιγών δημιουργεί ένα πρωτοποριακό κτήριο, σχεδιασμένο να γίνει το αρχιτεκτονικό μανιφέστο της ιδανικής πολιτείας των επίλεκτων, η χειροπιαστή διατύπωση στο χώρο της ιδέας της πεφωτισμένης ηγεμονίας», ανέφερε χαρακτηριστικά η Αγγελική Κοτταρίδη. Μάλιστα ο σχεδιασμός και οι χαράξεις του κτηρίου, σύμφωνα με την έρευνα της κ. Κοτταρίδη, ακολουθούν με αξιοθαύμαστη ακρίβεια το μαθηματικό και φιλοσοφικό πρότυπο που βασίζεται στην «ιερή αναλογία» της χρυσής τομής (αριθμός φ) στο οποίο ενσωματώνεται το χρυσό πυθαγόρειο τρίγωνο, αλλά και η ιδέα του Πλάτωνα για την κατασκευή της «Ψυχής του Κόσμου» όπως διατυπώνεται στον Τίμαιο σαν μια αλληλουχία κανονικών γεωμετρικών σχημάτων που αποτυπώνουν στο χώρο την επτάβαθμη ακολουθία των πρώτων δυνάμεων του 2 και του 3 (1, 2, 3, 4, 9, 8, 27). Όλα αυτά αποτελούν αδιάψευστα στοιχεία που αποδεικνύουν τον λεπτομερή και καλά μελετημένο σχεδιασμό ενός πρωτοποριακού κτηρίου, που εξέφραζε τη βασιλική εξουσία ως ένωση του υπερβατικού με το εγκόσμιο.
Την παρουσίαση του ανακτόρου των Αιγών ακολούθησε στρογγυλή τράπεζα για την επίδραση της μακεδονικής αρχιτεκτονικής στον Ελληνιστικό κόσμο. Οι συμμετέχοντες κατέληξαν στη διαπίστωση πως το ανάκτορο των Αιγών αποτέλεσε το αρχέτυπο των ανακτόρων της ελληνιστικής εποχής σε όλον τον κόσμο του Μ. Αλεξάνδρου, και όχι μόνον για αυτά.
Η συμβολή της μακεδονικής αρχιτεκτονικής στις μετέπειτα εποχές είναι εμφανής στα κοσμικά αλλά και σε θρησκευτικά κτήρια, όπως στα πρώιμα ισλαμικά τεμένη που διατηρούν τη μορφή του περιστυλίου. Στη συζήτηση επισημάνθηκε από τους διακεκριμένους ερευνητές που έχουν εξειδικευμένη γνώση και εμπειρία του αντικείμενου από διάφορες θέσεις του ελληνιστικού κόσμου η τεράστια σημασία των ριζοσπαστικών αλλαγών που παρουσιάστηκαν στην αρχιτεκτονική και γενικότερα στην τέχνη στα χρόνια του Φιλίππου Β′, οι οποίες αποτέλεσαν το θεμέλιο της κληρονομιάς του Μεγαλέξανδρου και των διαδόχων του στον Κόσμο. Οι συμμετέχοντες συμφώνησαν ότι οι σχεδιαστικές αρχές του ανακτόρου των Αιγών ήταν πολύ σημαντικές για την εξέλιξη της ελληνιστικής αρχιτεκτονικής και πρότειναν την από κοινού —με την οργανωτική αρχή του Συνεδρίου— μελέτη της αλληλεπίδρασης μεταξύ της Μακεδονικής και της ελληνιστικής-ελληνορωμαϊκής αρχιτεκτονικής.
Το έργο της συντήρησης, αναστήλωσης και ανάδειξης του ανακτόρου των Αιγών χρηματοδοτήθηκε από το Γ′ ΚΠΣ (Ε.Π. Πολιτισμός) και χρηματοδοτείται στην τρέχουσα προγραμματική περίοδο από το ΕΣΠΑ (Π.Ε.Π. Κεντρικής Μακεδονίας).