Έκταση 25 περίπου στρεμμάτων καταλαμβάνει ο νεολιθικός οικισμός που βρίσκεται στην Μαγούλα Μπελίτσι, διακόσια περίπου μέτρα δυτικά από την εθνική οδό Αθηνών-Θεσσαλονίκης και τον κόμβο των Μικροθηβών. Ο άγνωστος οικισμός ήρθε στο φως στη διάρκεια των εργασιών διαπλάτυνσης του συγκεκριμένου δρόμου, ενώ οι ανασκαφικές έρευνες πραγματοποιήθηκαν από το 1999 έως το 2001.
Οι υπάρχουσες ενδείξεις μαρτυρούν την ύπαρξη ανθρώπινης παρουσίας κατά τη Μέση Νεολιθική περίοδο, κατά τη διάρκεια της οποίας θα πρέπει να υπήρχε ένας πλήρως οργανωμένος νεολιθικός οικισμός, ενώ η κατοίκηση του χώρου εκτιμάται ότι συνεχίστηκε και στη Νεότερη Νεολιθική περίοδο. Τα πρώτα σπίτια κτίστηκαν πάνω στα χαμηλότερα σημεία που ορίζουν το βόρειο άκρο της πεδιάδας του Αλμυρού, ανατολικά από το ρέμα που είναι γνωστό ως Αετόρεμα, τοποθεσία που έδινε τη δυνατότητα στους κατοίκους να έχουν πρόσβαση τόσο στο πεδινό οικοσύστημα στα νότια, όσο και στους χαμηλούς λόφους στα βόρεια, προσφέροντας εναλλακτικές πηγές για την εξασφάλιση τροφής.
Οι περιορισμένης κλίμακας αρχαιολογικές έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε μικρά τμήματα του οικισμού τα τελευταία χρόνια έφεραν στο φως πολυάριθμα εντυπωσιακά ευρήματα, που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής και τις καθημερινές συνήθειες της προϊστορικής κοινωνίας, πριν από 7.500 χρόνια. Τα ευρήματα περιλαμβάνουν πήλινα αντικείμενα και ειδώλια, οστά ζώων, κοσμήματα από όστρεα (θαλασσινά όστρακα), προϊστορικές μυλόπετρες που χρησιμοποιούνταν για το άλεσμα του σιταριού, καθώς και περίπου 3.000 προϊστορικά εργαλεία. Υπολείμματα τροφής δεν βρέθηκαν, αλλά περισυλλέγησαν από τους αρχαιολόγους απανθρακωμένοι σπόροι, οι οποίοι έγιναν αντικείμενο έρευνας και διαπιστώθηκε ότι πρόκειται για σπόρους σιταριού.
Ο Κώστας Βουζαξάκης, αρχαιολόγος της ΙΓ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, ανέφερε στον Ταχυδρόμο: «Τα σπίτια του νεολιθικού οικισμού ήταν κατασκευασμένα με ξύλο και επίχρισμα πηλού, σύμφωνα με τα δεδομένα που συναντούμε στην ενδοχώρα της Θεσσαλίας κατά την ίδια χρονική περίοδο, εν αντιθέσει προς τα σπίτια του Διμηνιού και του Σέσκλου, τα οποία είχαν πέτρινα θεμέλια». Παρότι δεν υπάρχει ολοκληρωμένη κάτοψη σπιτιών, παρά μόνο αποσπασματικά ευρήματα, οι ερευνητές αποκόμισαν πολύτιμα στοιχεία για τον τρόπο δόμησης των προϊστορικών σπιτιών που βρέθηκαν στη συγκεκριμένη θέση. Σύμφωνα μάλιστα με νεότερα δεδομένα αλλά και με βάση τις ήδη γνωστές πληροφορίες και από άλλους παρόμοιους οικισμούς, «μπορούμε να φανταστούμε τα σπίτια του οικισμού συγκεντρωμένα πάνω στο χαμηλό γήλοφο, ενώ γύρω από αυτόν μέσα σε ένα σχεδόν δασωμένο περιβάλλον θα πρέπει να υπήρχαν διάσπαρτες μικρές εκχερσωμένες εκτάσεις για καλλιέργεια, αλλά και βοσκότοποι». υπογραμμίζει ο κ. Βουζαξάκης.
Ο αγροτοκτηνοτροφικός χαρακτήρας των ομάδων που κατοίκησαν στον οικισμό, πιστοποιείται από πληθώρα ευρημάτων. Συγκεκριμένα ο μεγάλος αριθμός εργαλείων από πυριτόλιθο και οψιανό που βρέθηκαν, καθώς και οι μυλόπετρες που ήρθαν στο φως μετά από χιλιάδες χρόνια, αποτελούν τεκμήρια ενασχόλησης με γεωργικές εργασίες. Πολλά στοιχεία δίνουν παράλληλα τα οστά αιγοπροβάτων, βοοειδών και χοίρων, καθώς και τα πήλινα πηνία και ειδικά επεξεργασμένα όστρακα (πήλινα εργαλεία) τα οποία χρησιμοποιούνταν ως σφονδύλια, και αποτελούν τεκμήρια υφαντικών εργασιών.
Όσον αφορά τις διατροφικές συνήθειες της συγκεκριμένης περιόδου, από τα ευρήματα προκύπτει ότι η διατροφή των μελών του οικισμού περιελάμβανε κατά βάση το κρέας και τα δημητριακά. Στη διάρκεια των ανασκαφών δεν εντοπίστηκαν οστά ψαριών αλλά θαλασσινά όστρεα (όστρακα) τα οποία πέρα από τη θρεπτική τους αξία, χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή κοσμημάτων.
Οι ασχολίες των κατοίκων τεκμηριώνονται επιστημονικά μέσω των πολυάριθμων κινητών ευρημάτων που έχουν έρθει στο φως και περιλαμβάνουν πολλά πήλινα αγγεία. Πρόκειται για χειροποίητα σκεύη, για την κατασκευή των οποίων δεν χρησιμοποιήθηκε κεραμικός τροχός, ενώ υπάρχει κι ένα μικρό ποσοστό σκευών τα οποία φέρουν διακόσμηση κυρίως με χρώματα ή εγχαράξεις. Ανάλογα μάλιστα με την περίοδο κατά την οποία κατασκευάστηκαν και χρησιμοποιήθηκαν, παρατηρείται μεγάλη και αξιοσημείωτη ποικιλία.
Εντύπωση προκαλούν τα δεκάδες πήλινα ειδώλια που βρέθηκαν και εικονίζουν συνήθως ανθρώπινες μορφές, καθώς και κεφαλές βοοειδών. Από τα τμήματα των ζωόμορφων ειδωλίων, ξεχωρίζει ένα, το οποίο εικονίζει το εμπρόσθιο τμήμα βοοειδούς και επιβεβαιώνει τη συνύπαρξη των ζώων με τον νεολιθικό άνθρωπο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα πολυάριθμα ευρήματα που προέρχονται από τη συγκεκριμένη προϊστορική θέση αποτελούν αντικείμενο έρευνας δύο μεταπτυχιακών φοιτητών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και ενός ειδικού ερευνητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ενώ σχεδιάζονται και περαιτέρω συνεργασίες μελέτης. Όπως εκτιμάται, η ολοκλήρωση των ερευνών θα προσθέσει επιπλέον σημαντικά δεδομένα στα ήδη υπάρχοντα.