Το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου ανακοίνωσε τη λήξη των φετινών ανασκαφών στον οικισμό της Εποχής του Χαλκού Κισσόνεργα-Σκαλιά. Οι εργασίες διεξήχθησαν κατά τον μήνα Ιούλιο από ομάδα του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ υπό τη διεύθυνση της δρος Lindy Crewe. Η ομάδα συνέχισε να αποκαλύπτει κατάλοιπα ενός κτηριακού συμπλέγματος μεγάλων διαστάσεων που χρονολογείται στο κατώφλι της Ύστερης Εποχής του Χαλκού (περ. 1750-1600 π.Χ.), τα οποία άρχισαν να έρχονται στο φως κατά τις προηγούμενες ανασκαφικές περιόδους. Επίσης, διερευνήθηκε το εσωτερικό ενός πρωιμότερου οικιστικού κτηρίου που χρονολογείται στη Μέση Εποχή του Χαλκού (περ. 2300-1900 π.Χ.).
Κατά την τελευταία φάση κατοίκησης του χώρου, κτίστηκε μεγάλο κτηριακό σύμπλεγμα που κάλυπτε 700 μ². Το σύμπλεγμα αυτό ήταν κατασκευασμένο με ποικιλία οικοδομικών τεχνικών, με πλατιά λίθινα θεμέλια τα οποία φτάνουν μέχρι τα 1,2 μ. σε πλάτος και τα 35 μ. σε μήκος. Η ομάδα αποκάλυψε μια μεγάλη εσωτερική αυλή με επιχρισμένο δάπεδο μέσα στο οποίο είχαν ανοιχθεί επιχρισμένοι αποθέτες (λάκκοι). Στο δάπεδο επίσης βρέθηκαν ποσότητες κεραμικής, βαρίδια, μεταξύ των οποίων και υφαντικά βάρη. Σημειώθηκαν επίσης και ενδείξεις για μεγάλης κλίμακας βιοτεχνικές δραστηριότητες, μεταξύ των οποίων και ένα καμίνι για στέγνωμα. Η διάμετρος του καμινιού είναι περίπου 2 μ. και είναι κατασκευασμένο από πηλό.
Το δωμάτιο δίπλα από την εσωτερική αυλή ανασκάφηκε μερικώς και αποκαλύφθηκαν και άλλοι διαχωριστικοί τοίχοι. Παρόλο που ακόμη δεν είναι ξεκάθαρο τί είδους δραστηριότητες λάμβαναν χώρα σε άλλες περιοχές της θέσης, βρέθηκαν δύο μεγάλα αποθηκευτικά δοχεία μερικώς ενσωματωμένα στο δάπεδο και δίπλα από βαθιούς και στενούς αποθέτες οι οποίοι περιείχαν κάρβουνο. Επίσης αποκαλύφθηκε και μικρών διαστάσεων λίθινη κατασκευή η οποία ήταν γεμισμένη με ιδιαίτερα λεπτόκοκκο χώμα με στάχτη. Στο εσωτερικό της κατασκευής αυτής βρέθηκε μεγάλο πήλινο αγγείο κατασκευασμένο από πηλό της περιοχής, που προφανώς κατασκευάστηκε στον αργό τροχό κεραμικής. Είναι το πρώτο τροχήλατο αγγείο που έχει βρεθεί μέχρι στιγμής στη θέση αυτή και η παρουσία του συμβαδίζει με τις τεχνολογικές εξελίξεις στο υπόλοιπο νησί την περίοδο αυτή (περ. 1650 π.Χ.), οπότε αναπτύσσεται η τροχήλατη κεραμική.
Σε άλλα σημεία της θέσης η ομάδα διερεύνησε πρωιμότερες οικιστικές εγκαταστάσεις, με σειρά από πέντε διαδοχικά δάπεδα, κυρίως κατασκευασμένα από πηλό, ενώ δύο είναι από ασβεστοκονίαμα. Τα στρώματα αυτά διαχωρίζονται με στρώσεις που δημιουργήθηκαν από μπάζα που προέκυπταν μετά από κάθε ανακαίνιση του χώρου. Η ποικιλία στην τυπολογία της κεραμικής υποδηλώνει μακρά περίοδο κατοίκησης της θέσης, από την Πρωτοκυπριακή περίοδο και επίσης φανερώνει επαφές με άλλες περιοχές του νησιού.
Μετά από τη φετινή ανασκαφική έρευνα διεξήχθη εκπαιδευτικό πρόγραμμα πειραματικής αρχαιολογίας κατά το οποίο αναπαράχθηκε το καμίνι που βρέθηκε στην ανασκαφή, το οποίο πιστεύεται ότι χρησιμοποιείτο για τη ζυθοποιία (παραγωγή μπύρας) αλλά και για άλλες δραστηριότητες όπως το πάστωμα του κρέατος. Η ομάδα κατάφερε να στεγνώσει βυνοποιημένο κριθάρι στο δάπεδο στο εσωτερικό του καμινιού ενώ πάστωσε κρέας σε επίπεδο πιο κοντά στην οροφή όπου οι θερμοκρασίες είναι πιο ψηλές. Επίσης κατασκευάστηκαν με παραδοσιακές μεθόδους διάφορα ποτά που έμοιαζαν με μπύρα.