Ιστορική πόλη της αρχαιότητας, στα γεωγραφικά όρια της Θράκης και μια από τις τέσσερις πόλεις-κράτη της περιοχής, μαζί με τη Μαρώνεια, τη Στρύμνη και τα Άβδηρα. Πρόκειται για την αρχαία πόλη της Δίκαιας, που βρισκόταν στην παραλιακή ζώνη της Ροδόπης, μόλις 2 χιλιόμετρα βορειοανατολικά του σημερινού οικισμού του Φαναρίου, στα δυτικά της λίμνης Βιστωνίδας. Εντοπίστηκε για πρώτη φορά από τον αείμνηστο καθηγητή αρχαιολογίας Γεώργιο Μπακαλάκη στο πλαίσιο συστηματικής επιφανειακής έρευνας στην περιοχή στα τέλη της δεκαετίας του 1950. Τα έτη 1971-1972 ο κ. Διαμαντής Τριαντάφυλλος, επίτιμος έφορος αρχαιοτήτων σήμερα, προχώρησε στην πρώτη ανασκαφική έρευνα στον αρχαιολογικό χώρο, τόσο στην πόλη όσο και στο νεκροταφείο. Στην αρχαία πόλη αποκαλύφθηκαν τμήματα του τείχους και των οικιών, ενώ στο νεκροταφείο από την ανασκαφική έρευνα σε 4 ταφικούς τύμβους ήρθαν στο φως περίπου 45 ταφές σε πήλινες ή λίθινες σαρκοφάγους, σε αγγεία, αλλά και καύσεις.
Έκτοτε και για τέσσερις δεκαετίες περίπου οι ανασκαφικές δραστηριότητες στον αρχαιολογικό χώρο της Δίκαιας είχαν σταματήσει. Κατά καιρούς οι φύλακες αρχαιοτήτων της περιοχής παρέδιδαν στην ΙΘ’ Εφορεία τυχαία επιφανειακά ευρήματα, όπως το τμήμα πήλινης κλίνης ή θρόνου, το τμήμα κνήμης ανδρικού αγάλματος ή και νομίσματα. Το 2010 και 2011 η ΙΘ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων με τη συνδρομή και εθελοντών πραγματοποίησε επιφανειακή έρευνα με στόχο τον εντοπισμό της διασποράς επιφανειακών ευρημάτων και κατ’ επέκταση την οριοθέτηση της χώρας της Δίκαιας. Μόλις πριν από ενάμισι μήνα ανέλαβε να συνεχίσει το ανασκαφικό έργο στον σημαντικό αυτό αρχαιολογικό χώρο της Θράκης, επιχειρώντας να ανακαλύψει πολλά από τα μυστικά που παρέμεναν κρυμμένα για 2.500 χρόνια περίπου.
Εθελοντές και αρχαιολόγοι
Η υπεύθυνη της αρχαιολογικής σκαπάνης, η αρχαιολόγος κ. Μαρίνα Τασακλάκη, ανέλαβε να καθοδηγήσει με την εμπειρία της το διαθέσιμο ανθρώπινο δυναμικό και τοπικοί φορείς, όπως ο δήμος Κομοτηνής, το Δημοκρίτειο, η 29η Ταξιαρχία Πεζικού και η Λέσχη LIONS «ΟΡΦΕΑΣ Κομοτηνής» συνέβαλαν καθοριστικά στην επιτυχία του συγκεκριμένου εγχειρήματος. Η αρχή έγινε στις 15 του προηγούμενου μήνα και οι εργασίες ανασκαφής ολοκληρώθηκαν για φέτος στις 10 του τρέχοντος.
Τα ευρήματα που προέκυψαν από το ανασκαφικό έργο
Το αποτέλεσμα των εργασιών κατά τον ένα μήνα της διάρκειάς τους ήταν η ανακάλυψη νομισμάτων και σημαντικών ευρημάτων κεραμικής, που χρονολογούνται στα τέλη του 6ου-αρχές του 5ου αι. π.Χ., αλλά και ενός αποθέτη-απορριμματικού λάκκου, ο οποίος ήταν γεμάτος με όστρεα. Αυτά ήρθαν να προστεθούν στα σπουδαία ευρήματα, που είχαν έρθει στο φως πριν από 40 χρόνια, από την ανασκαφική έρευνα του κ. Διαμαντή Τριαντάφυλλου, ευρήματα που είχαν να κάνουν επίσης με μια ιδιαίτερα πλούσια κεραμική, η οποία προερχόταν από τα εργαστήρια της Ιωνίας, της Αττικής, της Θάσου, των Αβδήρων, αλλά και σε κάποιες περιπτώσεις από εργαστήρια της περιοχής.
Οι προϋποθέσεις για την ένταξη του έργου στο ΕΣΠΑ
Από το 1990 και ύστερα οι αρχαιολογικοί χώροι στους οποίους γίνονται ανασκαφικές εργασίες είναι κυρίως χώροι οι οποίοι είναι ενταγμένοι στο ΕΣΠΑ, ώστε να έχουν εξασφαλισμένη χρηματοδότηση. Για να ενταχθεί όμως στο ΕΣΠΑ ένα έργο, πρέπει να έχει κάτι να αναδείξει. Ο συγκεκριμένος αρχαιολογικός χώρος δεν έχει ανασκαφεί επαρκώς, ώστε να πληρούνται οι προϋποθέσεις για ένταξη στο συγκεκριμένο χρηματοδοτικό πρόγραμμα. Απώτερος στόχος, μετά από τις εργασίες που γίνονται σήμερα, είναι η ανακάλυψη των αρχιτεκτονικών καταλοίπων που θα αναδείξουν το χώρο και, σε συνδυασμό με την αποπεράτωση της διαδικασίας απαλλοτριώσεων, θα επιτρέψουν την ένταξή του στο ΕΣΠΑ.
Άμεσος στόχος η συστηματική ανασκαφική έρευνα κάθε χρόνο
Άμεσος στόχος όμως είναι να καταρτιστεί ένας προγραμματισμός, που θα περιλαμβάνει συστηματική ανασκαφική έρευνα κάθε χρόνο. Για το λόγο αυτό απαιτείται πάντοτε η συνδρομή των τοπικών αρχών και φορέων, ούτως ώστε το εγχείρημα να συνεχιστεί και να αποφέρει απτά αποτελέσματα. Εξάλλου, ο αρχαιολογικός χώρος της Δίκαιας, όπως υπογράμμισε η κ. Τασακλάκη, προσφέρεται για την ανάδειξη και τη συμβολή του κατ’ επέκταση στην τουριστική δραστηριότητα της περιοχής. «Είναι καταρχήν ένας χώρος, ο οποίος έχει άμεση σχέση με το Φανάρι, που είναι ένας τουριστικός προορισμός», επισήμανε, «και μπορεί να προσελκύσει επιπλέον επισκέπτες».
«Για να γίνει όμως συστηματική η ανασκαφική έρευνα», συνέχισε, «χρειάζονται και οικονομικοί πόροι και η συνδρομή με προσωπικό. Με το τοπικό τμήμα Ιστορίας-Εθνολογίας του Πανεπιστημίου νομίζω ότι έχουμε βρει ένα δρόμο συνεργασίας, οπότε θα συνδράμει σε αυτό, και το ίδιο ελπίζουμε και για το δήμο Κομοτηνής, που μέχρι τώρα ήταν πάντοτε θετικός».
Η διαδρομή της αρχαίας Δίκαιας στο χρόνο
Η Δίκαια για πρώτη φορά μνημονεύεται στις αρχές του 5ου αι. π.Χ. από τον Ηρόδοτο, στην περιγραφή της πορείας του Ξέρξη εναντίον της Ελλάδας, ως «πόλις ελληνίς» που βρίσκεται ανάμεσα στη Μαρώνεια και τα Άβδηρα, κοντά στη λίμνη Βιστωνίδα. Η θέση της, αργότερα στις αρχές του 1ου αι. μ.Χ., χωροθετείται λεπτομερέστερα από τον γεωγράφο Στράβωνα, που περιγράφει ότι βρίσκεται ανατολικά, στην νότια παρυφή της λίμνης και συγκεκριμένα στον μυχό κάποιου κόλπου, ο οποίος χρησίμευε ως λιμάνι, συνδέοντας παράλληλα τη διάνοιξη ενός στομίου με τον Ηρακλή και τον όγδοο άθλο του. Την ίδια εποχή ο Ψευδο-Σκύλαξ μας πληροφορεί επίσης ότι μεταξύ των Αβδήρων και της Δίκαιας, και μάλιστα δυτικά της τελευταίας, έρρεε ο ποταμός Κουδητός. Οι πληροφορίες των γραπτών πηγών είναι, ωστόσο, φειδωλές σχετικά με την καταγωγή των πρώτων κατοίκων και την ίδρυση της αποικίας της Δίκαιας. Από τον Στέφανο Βυζάντιο μόνο, τον 6ο αι. μ.Χ., μαθαίνουμε ότι μυθικός ιδρυτής της ήταν ο Δίκαιος, ο γιος του Ποσειδώνα. Σημειωτέον πως ο πληθυσμός της, με βάση την έκταση των ερειπίων, έχει υπολογιστεί από τον καθηγητή Σαμσάρη σε 1.000 κατοίκους.
Η πρώιμη φάση της ιστορίας της Δίκαιας φωτίζεται από τη νομισματοκοπία της και τις πληροφορίες που προκύπτουν από τους φορολογικούς καταλόγους της Α’ Αθηναϊκής Συμμαχίας. Η έκδοση νομισμάτων σε άργυρο και ήλεκτρο, που χρονολογούνται στα τέλη του 6ου αι. π.Χ., σε συνδυασμό με τα αρχαιολογικά ευρήματα, δείχνουν ότι η πόλη ήδη από τα μέσα του αιώνα τελούσε υπό το καθεστώς της πόλεως-κράτους. Με τη νομισματοκοπία της Δίκαιας πρώτη φορά ασχολήθηκε ο May, ο οποίος διέκρινε δύο σειρές αργυρών νομισμάτων. Στα νομίσματα της πρώτης περιόδου —διπλοί στατήρες, τρίτες και τριώβολα— διακρίνεται σαφής εξάρτηση από τη Θάσο, ενώ σε εκείνα της δεύτερης —στατήρες, δραχμές, τριώβολα και τριημιωβόλια— παρατηρείται στροφή προς τη Μαρώνεια, πιθανώς ως συνέπεια της υπαγωγής της Θάσου στην περσική κυριαρχία.
Ως οπισθότυπο, τα νομίσματα της πρώτης ομάδας φέρουν έγκοιλο τετράγωνο, ενώ της δεύτερης προτομή ταύρου ή πετεινού. Στην εμπρόσθια όψη των περισσοτέρων νομισμάτων κυριαρχεί ο εικονογραφικός τύπος του Ηρακλή. Πρόκειται μάλιστα για την πρωιμότερη παράσταση προτομής Ηρακλή, αλλά και ήρωα γενικότερα σε νόμισμα. Η επιλογή του μυθικού ήρωα δεν είναι τυχαία, καθώς παραπέμπει στον γνωστό θρακικό άθλο του, την εξουδετέρωση δηλαδή των ανθρωποβόρων αλόγων του βασιλιά Διομήδη.
Κατά την περίοδο των περσικών πολέμων φαίνεται πως έχει την ίδια τύχη με τις υπόλοιπες ελληνίδες πόλεις και υπάγεται στην περσική κυριαρχία. Στον 5ο αι. π.Χ. η κατάσταση στον βορειοελλαδικό χώρο γενικότερα αλλάζει, καθώς αυξάνεται ολοένα το αθηναϊκό ενδιαφέρον για την περιοχή. Αμέσως μετά το τέλος των περσικών πολέμων γίνεται μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας. «Δίκαια παρ’ Άβδερα» αναγράφεται στους φορολογικούς καταλόγους της, προφανώς για να αποφευχθεί η σύγχυση με την ομώνυμη πόλη του Θερμαϊκού κόλπου. Οι σχέσεις με την Αθήνα πριν τα περσικά επιβεβαιώνονται από τις εισαγωγές της κεραμικής, ενώ τις εμπορικές σχέσεις των πόλεων της Αιγαιακής Θράκης και ειδικότερα της Δίκαιας με τον ανατολικό-ιωνικό χώρο επιβεβαιώνουν επίσης τα ανασκαφικά ευρήματα. Ορισμένες ενδείξεις υποδηλώνουν τις ιδιαίτερα στενές εμπορικές σχέσεις της Σάμου με τα θρακικά παράλια μετά την ιωνική επανάσταση. Στον 4ο αι. π.Χ. η πόλη συνεχίζει τη νομισματική της παραγωγή με την έκδοση χάλκινων νομισμάτων, με κεφαλή νεαρού ανδρός προς τ’ αριστερά και προτομή ταύρου. Η μετέπειτα ιστορία της πόλης παραμένει άγνωστη, η επιβίωσή της όμως μέχρι τους υστερο-ρωμαϊκούς αλλά και τους βυζαντινούς χρόνους συνάγεται έμμεσα από τις αναφορές των Ψευδοσκύλακα, Στράβωνα και Πλίνιου και άμεσα από την εύρεση νομισμάτων.