Όταν τη δεκαετία του ’80 ο ερασιτέχνης φωτογράφος και πιλότος Κώστας Κυριάζος από το Άργος Ορεστικό, μέλος της Αερολέσχης Καστοριάς, υποδείκνυε στον αρχαιολόγο Θανάση Παπαζώτο τη θέση με τα ίχνη κτιρίου που είχε εντοπίσει από ψηλά, προφανώς δεν μπορούσε να φανταστεί τη συνέχεια. Ότι είχε δηλαδή ανακαλύψει την έδρα του Κοινού των Ορεστών, του πολιτικού συνασπισμού των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής, επιλύοντας ένα ανοικτό πρόβλημα της ελληνικής αρχαιολογίας και εντοπίζοντας τη θέση του ‘Αργους Ορεστικού, κατά την ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδο.

Η έρευνά του ρωμαϊκού κτιρίου από τον πρώτο ανασκαφέα, που το ταύτισε μάλλον με ηρώο ή χώρο μυστικιστικής ή αγροτικής λατρείας, δεν δημοσιεύτηκε αναλυτικά και δεν έτυχε δέουσας προσοχής. Όμως, οι σύγχρονοι ανασκαφείς του πρώτου μεγάλου δημόσιου κτιρίου στην περιοχή -μεγέθους περίπου όσο η μισή ρωμαϊκή αγορά της Αθήνας- είναι πλέον σίγουροι ότι πρόκειται για την έδρα του Κοινού των Ορεστών, ένα εύρημα ιδιαίτερης σημασίας για την αρχαιολογία αλλά και την τοπική κοινωνία.

«Θεωρούμε σίγουρο ότι πρόκειται για το Κοινό των Ορεστών καθώς, σύμφωνα με την κάτοψή του, που είναι μοναδική στον ελληνικό χώρο, συνδυάζει ένα μεγάλο αίθριο, μια αγορά δηλαδή, που στα βορειοανατολικά επικοινωνεί με μικρότερη αίθουσα συνεδριάσεων, η οποία περιλαμβάνει μια σειρά εδράνων κατά μήκος των δύο μακρών πλευρών της και στο βορειοανατολικό άκρο μια αψίδα, που στέγαζε το άγαλμα του Απόλλωνα. Το ότι βρισκόμαστε σ’ έναν δημόσιο χώρο υποδηλώνεται και από την απουσία κεραμικής, που σημαίνει ότι στην περιοχή του κτιρίου δεν υπήρχαν οικιακές εγκαταστάσεις», εξήγησε στο ΑΜΠΕ ο Δημήτρης Πλάντζος, επίκουρος καθηγητής κλασικής αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο των Ιωαννίνων, που μαζί με τον αρχαιολόγο Δημήτρη Δαμάσκο διευθύνουν τις ανασκαφές στο ‘Αργος Ορεστικό.

Κατά τον ίδιον, τα αποτελέσματα των ανασκαφών, που ξεκίνησαν το 2009 και θα ολοκληρωθούν το 2014, έδωσαν λύση σε κάποια άλυτα αρχαιολογικά προβλήματα, φέρνοντας στην επιφάνεια ευρήματα ιδιαίτερα σημαντικά για μια περιοχή σχετικά άγνωστη, ίσως και παραμελημένη. Όπως άγνωστη και παραμελημένη είναι και η εποχή που άκμασαν. «Η Ύστερη Αρχαιότητα βρίσκεται ανάμεσα στην Κλασική Αρχαιότητα και τη βυζαντινή εποχή, που είναι πιο δημοφιλείς», διευκρινίζει.

Η ερευνητική ομάδα επιστρέφει στο ‘Αργος Ορεστικό για τη νέα ανασκαφική περίοδο, που ξεκινά στις 2 Ιουλίου 2012 και θα ολοκληρωθεί σε έξι βδομάδες.

Στην ομάδα συμμετέχουν αρχαιολόγοι και φοιτητές από τα Πανεπιστήμια Ιωαννίνων, Δυτικής Ελλάδας και Θεσσαλονίκης, καθώς και εργάτες από την περιοχή. Ενδιαφέρουσες είναι επίσης και οι παράλληλες δράσεις που θα διεξαχθούν την ίδια περίοδο, όπως μια ανοικτή δημόσια εκδήλωση για τους στόχους και την πρόοδο των ερευνών, καθώς κι ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα για παιδιά που θα αναφέρεται στην αξία της πολιτισμικής κληρονομιάς και την προστασία της.

Τα παραπάνω εντάσσονται στο πρόγραμμα «Ανασκαφή και Τοπική Κοινωνία: Άργος Ορεστικό», που πραγματοποιείται σε συνεργασία με την αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία για την προστασία της φυσικής και της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς Ελλάδας και Κύπρου MOnuMENTA (www.monumenta.org). Ένα πρόγραμμα που προσπαθεί να κατανοήσει τον τρόπο με τον οποίο μια αρχαιολογική ομάδα επηρεάζει την τοπική κοινωνία και το αντίστροφο.

«Η διάδραση μεταξύ αρχαιολόγων και ντόπιων είναι τεράστια. Πρώτα από όλα η τοπική κοινωνία μας βοηθάει, μας ενθαρρύνει, αλλά και μας κατευθύνει με διάφορους τρόπους. Υπάρχουν άνθρωποι, ακόμα και εργάτες, που θυμούνται τις παλιές ανασκαφές, τις πέτρες της Παραβέλας -της θέσης που γίνεται η ανασκαφή-, υπάρχουν δηλαδή στοιχεία που επιβιώνουν μέσα στην τοπική μνήμη, ακόμα και στην πολύ παλαιότερη», αναφέρει ο κ. Πλάντζος για τη σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ ερευνητών και κατοίκων γύρω από μια τοποθεσία, την οποία, μέχρι πριν λίγα χρόνια, ελάχιστοι γνώριζαν. Σήμερα, όπως λέει χαρακτηριστικά, ακόμα και οι ταξιτζήδες της Καστοριάς ξέρουν πού βρίσκεται η θέση Παραβέλα: στο χωράφι με τις ομπρέλες των αρχαιολόγων.

Το ‘Αργος Ορεστικό έχει ιδιαίτερη σημασία για την ιστορία της Μακεδονίας. Μέχρι την προσάρτησή τους στο μακεδονικό βασίλειο την εποχή του Φιλίππου Β, οι Ορέστες ήταν για μεγάλο διάστημα ανεξάρτητο έθνος. Τη ρωμαϊκή εποχή, κάτοικοι από τις οικιστικές μονάδες της Oρεστίδας, συνασπισμένοι στο Κοινόν των Oρεστών, κατείχαν θεωρητικά προνομιακή σχέση με τη Ρώμη, σε σύγκριση με τα υπόλοιπα διαμερίσματα της Μακεδονίας.

Η θέση Παραβέλα βρίσκεται εκτός των ορίων της αρχαίας Διοκλητιανούπολης, στην κορυφή ενός χαμηλού λόφου που εποπτεύει στον κάμπο, στην «Αργεσταία Πεδιάδα» των αρχαίων πηγών. Εκτός από το κτίριο, έχουν αποκαλυφθεί ταφές του 4ου αι. μ. Χ., καθώς και μία παλαιοχριστανική εκκλησία με ψηφιδωτό δάπεδο, μεταγενέστερη των ταφών.

Σύμφωνα με τον μύθο, η πόλη πήρε την ονομασία της από τον Ορέστη, ο οποίος μετά τον φόνο της μητέρας του Κλυταιμνήστρας άφησε το ‘Αργος της Πελοποννήσου και κατέφυγε στην περιοχή, όπου ίδρυσε το ‘Αργος Ορεστικό.

Μέχρι τον προηγούμενο αιώνα οι αναφορές στο Κοινό των Ορεστών ήταν μόνον έμμεσες, όπως το θραύσμα τιμητικού ενεπίγραφου βάθρου προς τιμήν του αυτοκράτορα Kλαυδίου που ανατέθηκε από το Κοινό -χρονολογείται μεταξύ 41 και 54 μ. Χ.- και σήμερα εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης.

Αξιοσημείωτο είναι επίσης το τμήμα χεριού που κρατεί κλαδί δάφνης από άγαλμα, το οποίο πιθανότατα αναπαριστούσε τον Απόλλωνα, προστάτη του πελοποννησιακού ‘Αργους, υπενθυμίζοντας ίσως με τον τρόπο αυτό την καταγωγή των Ορεστών.